Μετάβαση στο περιεχόμενο

Γιόσιπ Μπροζ Τίτο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιόσιπ Μπροζ Τίτο
Јосип Броз Тито
Επίσημο πορτρέτο, 1961
Πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας
Περίοδος
14 Ιανουαρίου 1953 – 4 Μαΐου 1980
ΑντιπρόεδροςΑλεξάνταρ Ράνκοβιτς
Κότσα Πόποβιτς
Κρίστε Σβερνκόβσκι
Ράτομιρ Ντούκοντζιτς
Μίτια Ρίμπιτσιτς
Πέταρ Στάμπολιτς
Βλάντιμιρ Βακάριτς
Βιντόγιε Ζαρκόβιτς
Στέβαν Ντορόντσκι
Φαντίλ Χότζα
Λάζαρ Κολισέφσκι
Πρωθυπουργόςο ίδιος
Πέταρ Στάμπολιτς
Μίκα Σπίλιακ
Μίτια Ριμπίτσιτς
Τζεμάλ Μπιέντιτς
Βεσελίν Ντουράνοβιτς
ΠροκάτοχοςΙβάν Ρίμπαρ
ΔιάδοχοςΛάζαρ Κολισέφσκι
Πρωθυπουργός της Γιουγκοσλαβίας
Περίοδος
2 Νοεμβρίου 1944 – 29 Ιουνίου 1963
ΠρόεδροςΙβάν Ρίμπαρ
ο ίδιος
ΔιάδοχοςΠέταρ Στάμπολιτς
Γενικός Γραμματέας του Κινήματος των Αδέσμευτων
Περίοδος
1 Σεπτεμβρίου 1961 – 5 Οκτωβρίου 1964
Προκάτοχοςη θέση δημιουργήθηκε
ΔιάδοχοςΓκαμάλ Άμπντελ Νάσερ
Πρόεδρος της Κεντρικής Επιτροπής της Ένωσης Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας
Περίοδος
5 Ιανουαρίου 1939 – 4 Μαΐου 1980
ΠροκάτοχοςΜίλαν Γκόρκιτς
ΔιάδοχοςΣτέβαν Ντορόντσκι
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση7 Μαΐου 1892, Κούμροβετς, Βασίλειο της Κροατίας-Σλαβονίας
Θάνατος4 Μαΐου 1980 (87 ετών)
Λιουμπλιάνα, ΣΔ της Σλοβενίας
ΕθνότηταΓιουγκοσλάβος
ΥπηκοότηταΓιουγκοσλαβία
Πολιτικό κόμμαΣοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Κροατίας και Σλαβονίας και Ένωση Κομουνιστών της Γιουγκοσλαβίας
Σύζυγος
ΣύντροφοςΝταβοργιάνκα Παούνοβιτς
Παιδιά5
Επάγγελμαπολιτικός[1][2]
μηχανουργός
κυβερνητικός υπάλληλος
αντιστασιακός[3]
εσπεραντιστής[4]
επαναστάτης
locksmith
ΒραβεύσειςΤάγμα της Λαϊκής Απελευθέρωσης (15  Αυγούστου 1943)
Τάγμα της Ελευθερίας (12  Ιουνίου 1945)
Παράσημο της Νίκης (9  Σεπτεμβρίου 1945)
Μεγαλόσταυρος της Λεγεώνας της Τιμής (7  Μαΐου 1956)
Μετάλλιο Νίκης και Ελευθερίας 1945 (16  Μαρτίου 1946)
Τάγμα των Ηρώων της Σοσιαλιστικής Εργασίας (29  Νοεμβρίου 1950)
Αντάρτικος Σταυρός (Πολωνία) (16  Μαρτίου 1946)
Βραβείο Τζαβαχαρλάλ Νεχρού (1971)
τάγμα του Καρλ Μαρξ (12  Νοεμβρίου 1974)
τάγμα του Καρλ Μαρξ (12  Ιανουαρίου 1977)
τάγμα του Λένιν (5  Ιουνίου 1972)
τάγμα της Οκτωβριανής Επανάστασης (16  Αυγούστου 1977)[5]
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Λουτρού (17  Οκτωβρίου 1972)
Εθνικός ήρωας της Γιουγκοσλαβίας (19  Νοεμβρίου 1944)
Αστέρας της Λαϊκής Φιλίας (1965)
Τάγμα του Σουβόροφ Α΄ τάξης (1944)[6]
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Κόνδορα των Άνδεων
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Αστέρος της Ρουμανίας
Στρατιωτικό μετάλλιο της Γαλλικής Δημοκρατίας
Μεγαλόσταυρος του Εθνικού Τάγματος της Τιμής
Τάγμα του Νείλου
Τάγμα του Ήρωα του Λαού
τάγμα του Σταυρού του Γκρούνβαλντ, 1η τάξη
Επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Ζάγκρεμπ
Τάγμα της Κόκκινης Σημαίας
Τσεχοσλοβακικός Πολεμικός Σταυρός 1939-1945 (22  Μαρτίου 1946)
Μεγαλόσταυρος Ειδικής Τάξης του Τάγματος της Αξίας της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (24  Ιουνίου 1974)
Grand Cordon of the Supreme Order of the Chrysanthemum
Ιππότης του Μεγαλόσταυρου με Κολλάρο του Τάγματος της Αξίας της Ιταλικής Δημοκρατίας (2  Οκτωβρίου 1969)
Μέγας Αστέρας του Παράσημου της Τιμής για Υπηρεσίες στη Δημοκρατία της Αυστρίας
Τάγμα του Γιουγκοσλαβικού Μεγάλου Αστέρα
Grand Cross of the Order of Military Virtue[7]
Τάγμα του Γιουγκοσλαβικού Αστέρα
Τάγμα του Αστέρα της Ρουμανίας
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας (1964)
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας[8]
τάγμα της Εθνικής Σημαίας, πρώτη κλάση (25  Αυγούστου 1977)
Military Order of the White Lion (22  Μαρτίου 1946)
Collar of the Order of the White Lion (22  Μαρτίου 1946 και 26  Σεπτεμβρίου 1964)
Czechoslovak Medal of Merit 1st Class (22  Μαρτίου 1946)
Order of the Slovak National Uprising (22  Μαρτίου 1946)
Order of San Marino (25  Σεπτεμβρίου 1967)
Knight Grand Cross with Collar of the Order of Saint Olav‎ (13  Μαΐου 1965)
Βασιλικό Τάγμα των Σεραφείμ (1  Μαρτίου 1959)
Ιππότης του Τάγματος του Ελέφαντα (29  Οκτωβρίου 1974)
Τάγμα του Χρυσού Λέοντος του Οίκου του Νάσσαου (9  Οκτωβρίου 1970)
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Λεοπόλδου (6  Οκτωβρίου 1970)
Ιππότης Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Λέοντος της Ολλανδίας (20  Οκτωβρίου 1970)
Μεγαλόσταυρος του Σωτήρος
Grand Collar of the Military Order of Saint James of the Sword (23  Οκτωβρίου 1975)
Μεγάλο κολάρο του Τάγματος του Πρίγκιπα Ενρίκε (17  Οκτωβρίου 1977)
Μεγαλόσταυρος με Κολάρο του Τάγματος του Λευκού Ρόδου της Φινλανδίας (6  Μαΐου 1963)[9]
Honorary badge "For Merits for Warsaw" (1964)
Υπογραφή
Στρατιωτική υπηρεσία
Υπηρεσία/κλάδοςΑυστροουγγρικός Στρατός Ξηράς
Κόκκινος Στρατός
Γιουγκοσλάβοι Παρτιζάνοι
ΒαθμόςΣτρατάρχης
Μάχες/πόλεμοιΠρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος
Ρωσικός Εμφύλιος Πόλεμος
Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Γιόσιπ Μπροζ (κυριλλικό αλφάβητο: Јосип Броз, λατινικό αλφάβητο: Josip Broz, 7 Μαΐου 1892 - 4 Μαΐου 1980), κοινώς γνωστός με το κομματικό του ψευδώνυμο ως Τίτο, ήταν Γιουγκοσλάβος κομμουνιστής επαναστάτης και πολιτικός ηγέτης, που υπηρέτησε σε διάφορους ρόλους από το 1943 μέχρι τον θάνατό του το 1980.[10] Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ο ηγέτης των Παρτιζάνων, συχνά θεωρούμενων ως το πιο αποτελεσματικό αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη Ευρώπη[11]. Ενώ η προεδρία του έχει επικριθεί ως αυταρχική[12][13] και έχουν διατυπωθεί επικρίσεις για καταπίεση των πολιτικών του αντιπάλων, ορισμένοι ιστορικοί τον θεωρούν «καλόπιστο δικτάτορα»[14]. Ήταν δημοφιλές δημόσιο πρόσωπο τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και στο εξωτερικό.[15]. Θεωρούμενος ως ενοποιητικό σύμβολο[16], οι εσωτερικές του πολιτικές διατήρησαν την ειρηνική συνύπαρξη των εθνών της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Απέκτησε περαιτέρω σημασία διεθνώς ως αρχηγός του Κινήματος των Αδεσμεύτων, μαζί με τον Τζαβαχαρλάλ Νεχρού της Ινδίας, τον Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ της Αιγύπτου, τον Σουκάρνο της Ινδονησίας και τον Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνας.[17]

Ο Μπροζ γεννήθηκε από Κροάτη πατέρα και Σλοβένα μητέρα στο χωριό Κούμροβετς της Αυστροουγγαρίας (σήμερα Κροατία). Αφού στρατολογήθηκε διακρίθηκε, γινόμενος ο νεαρότερος επιλοχίας του Αυστρουγγρικού Στρατού εκείνης της εποχής. Αφού τραυματίστηκε σοβαρά και συνελήφθη από τους Ρώσους κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εστάλη σε στρατόπεδο εργασίας στα Ουράλια Όρη. Συμμετείχε σε μερικά γεγονότα της Ρωσικής Επανάστασης το 1917 και τον Εμφύλιο Πόλεμο που ακολούθησε. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα ο Μπροζ βρέθηκε στο νεοσύστατο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, όπου εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας (KPJ).

Ήταν Γενικός Γραμματέας (αργότερα Πρόεδρος του Προεδρείου) της Ένωσης Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας (1939-1980) και ηγήθηκε του Γιουγκοσλαβικού αντάρτικου κινήματος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, των Παρτιζάνων (1941-1945).[18] Μετά τον πόλεμο ήταν πρωθυπουργός (1944-1963), Πρόεδρος (αργότερα Ισόβιος Πρόεδρος) (1953-1980) της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (SFRY). Από το 1943 έως τον θάνατό του το 1980, κατείχε τον βαθμό του Στρατάρχη της Γιουγκοσλαβίας, υπηρετώντας ως ανώτατος διοικητής του Γιουγκοσλαβικού Λαϊκού Στρατού (JNA). Με πολύ καλή φήμη στο εξωτερικό και στα δύο μπλοκ του Ψυχρού Πολέμου, έλαβε περίπου 98 ξένα παράσημα, όπως της Λεγεώνα της Τιμής.

Ο Τίτο ήταν ο αρχιτέκτονας της δεύτερης Γιουγκοσλαβίας, μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας, που διήρκεσε από τον Νοέμβριο του 1942 έως τον Απρίλιο του 1992. Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας από τους ιδρυτές της Κομινφόρμ, έγινε το πρώτο μέλος της που αψήφησε τη σοβιετική ηγεμονία το 1948 και ο μόνος επί του Ιωσήφ Στάλιν που κατάφερε να την εγκαταλείψει και να ξεκινήσει το δικό του σοσιαλιστικό πρόγραμμα με στοιχεία σοσιαλισμού της αγοράς. Οι οικονομολόγοι της πρώην Γιουγκοσλαβίας, συμπεριλαμβανομένων του Γιάροσλαβ Βάνεκ, γεννημένου στην Τσεχία και του Μπράνκο Χόρβατ, γεννημένου στην, προήλθαν από ένα μοντέλο σοσιαλισμού της αγοράς που ονομάστηκε Ιλλυρικό, όπου οι επιχειρήσεις ανήκαν κοινωνικά στους υπαλλήλους τους και ήταν δομημένες με εργατική αυτοδιαχείριση και συναγωνίζονταν μεταξύ τους σε ανοικτές και ελεύθερες αγορές.

Πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το σπίτι όπου γεννήθηκε ο Τίτο στο χωριό Κούμροβετς της Κροατίας.

Ο Γιόσιπ Μπροζ γεννήθηκε στο Κούμροβετς, ένα χωριό στην περιοχή της βόρειας Κροατίας Χρβάτσκο Ζαγκόριε, που τότε ανήκε στο Βασίλειο Κροατίας-Σλαβονίας της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Η ακριβής ημερομηνία γέννησης του δεν είναι γνωστή. Υπάρχουν διάφορες ημερομηνίες αν και ακριβέστερη θεωρείται αυτή η οποία αναγράφεται στα μητρώα της καθολικής εκκλησίας του Κούμβροβετς και είναι η 7η Μαΐου 1892. Στη Γιουγκοσλαβία η μέρα γενεθλίων του Τίτο επίσημα γιορταζόταν την 25η Μαΐου – και ονομαζόταν «Μέρα της Νεότητας».

Ήταν το έβδομο παιδί του Φράνιο Μπροζ (1860-1936) και της Μαρίας, το γένος Γιάβερσεκ (1864-1918). Συνολικά στην οικογένεια των Μπροζ γεννήθηκαν 15 παιδιά αλλά μόνο τα 7 επέζησαν.[19][20] Βαφτίστηκε και ανατράφηκε ως Ρωμαιοκαθολικός[21]. Ο πατέρας του Φράνιο ήταν Κροάτης που η οικογένειά του είχε ζήσει για τρεις αιώνες στο χωριό, ενώ η μητέρα του Μαρία ήταν Σλοβένα από το χωριό Πότσρεντα. Τα χωριά απείχαν μόνο 16 χιλιόμετρα και οι γονείς του παντρεύτηκαν στις 21 Ιανουαρίου 1881. Ο Φράνιο Μπροζ κληρονόμησε ένα κτήμα 40 στρεμμάτων και ένα καλό σπίτι, αλλά δεν μπορούσε να τα πάει καλά με τη γεωργία. Ο Γιόσιπ πέρασε ένα σημαντικό μέρος των προσχολικών του χρόνων ζώντας με τους εκ μητρός παππούδες του στο Πότσρεντα, όπου έγινε ο αγαπημένος του παππού του Mάρτιν Γιάβερσεκ και όταν επέστρεψε στο Κούμροβετς για να αρχίσει το σχολείο, μιλούσε σλοβενικά καλύτερα από τα κροατικά[22][23] και είχε μάθει να παίζει πιάνο[24]. Παρά τη μικτή του καταγωγή ο Μπροζ συνήθως αναφερόταν στον εαυτό του ως Κροάτη[25][26][27]

Τον Ιούλιο του 1900[24], σε ηλικία οκτώ ετών, ο Μπροζ πήγε στο δημοτικό σχολείο στο Κούμροβετς, αλλά ολοκλήρωσε μόνο τέσσερα χρόνια φοίτησης[23], αποτυγχάνοντας στη 2η τάξη και στη συνέχεια το εγκατέλειψε το 1905.[22] Ως αποτέλεσμα της περιορισμένης σχολικής φοίτησής του, καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του ήταν ανορθόγραφος. Μετά την εγκατάλειψη του σχολείου εργάστηκε αρχικά για ένα θείο από τη μητέρα του και στη συνέχεια στο οικογενειακό αγρόκτημα.[23] Το 1907 ο πατέρας του ήθελε να τον στείλει να μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά δεν μπορούσε να συγκεντρώσει τα χρήματα για το ταξίδι[28]. Αντ' αυτού, σε ηλικία 15 ετών, ο Γιόσιπ έφυγε από το Κούμροβετς και ταξίδεψε περίπου 97 χιλιόμετρα νότια στο Σίσακ όπου ο εξάδελφός του Γιούρικα Μπροζ υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία. Ο Γιούρικα τον βοήθησε να βρει δουλειά σε ένα εστιατόριο, αλλά ο Μπροζ σύντομα κουράστηκε από αυτή τη δουλειά και προσέγγισε έναν Τσέχο κλειθροποιό, τον Νίκολα Κάρας, για τριετή μαθητεία, που περιλάμβανε εκπαίδευση, φαγητό και διαμονή. Καθώς ο πατέρας του δεν μπορούσε να πληρώσει για τα ρούχα της δουλειάς του ο Γιόσιπ τα πλήρωσε ο ίδιος. Λίγο αργότερα ο μικρότερος αδελφός του Στιέπαν έγινε και εκείνος μαθητευόμενος στον Κάρας[22][29].

Κατά τη διάρκεια της μαθητείας του έμαθε για την Πρωτομαγιά το 1909 και διάβαζε και πουλούσε τη Slobodna Reč (Ελεύθερος Κόσμος), μια σοσιαλιστική εφημερίδα. Αφού ολοκλήρωσε τη μαθητεία του τον Σεπτέμβριο του 1910 ο Μπροζ χρησιμοποίησε τις επαφές του για να βρει εργασία στο Ζάγκρεμπ και στην ηλικία των 18 ετών προσχώρησε στην Ένωση Μεταλλουργών και συμμετείχε στην πρώτη του εργατική διαδήλωση. Συμμετείχε επίσης στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Κροατίας και Σλαβονίας[30].

Επέστρεψε στο σπίτι του τον Δεκέμβριο του 1910 [31] και στις αρχές του 1911 άρχισε μια σειρά κινήσεων, αρχικά αναζητώντας δουλειά στη Λιουμπλιάνα, στη συνέχεια στην Τεργέστη, στο Κούμροβετς και στο Ζάγκρεμπ, όπου εργάστηκε για την επισκευή ποδηλάτων και εντάχθηκε στην πρώτη απεργία του την Πρωτομαγιά του 1911.[32] Μετά από μια σύντομη περίοδο εργασίας στη Λιουμπλιάνα,[31] μεταξύ Μαΐου 1911 και Μαΐου 1912 εργάστηκε σε εργοστάσιο στο Kάμνικ της Σλοβενίας και, όταν έκλεισε, του προσφέρθηκε μετάταξη στο Τσένκοβ της Βοημίας. Κατά την άφιξή του στο νέο του εργασιακό χώρο ανακάλυψε ότι ο εργοδότης προσπαθούσε να φέρει φθηνότερο εργατικό δυναμικό για να αντικαταστήσει τους Τσέχους εργάτες και μαζί με άλλους έκαναν απεργίες με επιτυχία για να τον αναγκάσουν να υποχωρήσει.

Με οδηγό την περιέργεια ο Μπροζ μετακόμισε στη συνέχεια στο Πίλζεν, όπου εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα στη Σκόντα και στη συνέχεια ταξίδεψε στο Μόναχο της Βαυαρίας. Εργάστηκε επίσης στο εργοστάσιο αυτοκινήτων Benz στο Μάνχαϊμ και επισκέφθηκε το Ρουρ. Τον Οκτώβριο του 1912 έφτασε στη Βιέννη όπου έμεινε με τον μεγαλύτερο αδελφό του Mάρτιν και την οικογένειά του και εργάστηκε στο Εργοστάσιο Griedl πριν βρει δουλειά στο Βίνερ Νόυστατ όπου εργάστηκε για την Austro-Daimler, όπου συχνά οδηγούσε και δοκίμαζε τα αυτοκίνητα.[33] Την περίοδο αυτή περνούσε αρκετό χρόνο με ξιφασκία και χορό,[34][35] και κατά τη μαθητεία και τα πρώτα χρόνια εργασίας του έμαθε επίσης γερμανική και μέτρια τσεχικά.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Γιόσιπ Μπροζ σε νεαρή ηλικία

Τον Μάιο του 1913[36] ο Μπροζ κατατάχθηκε στον Αυστροουγγρικό Στρατό,[37][38] για την υποχρεωτική δίχρονη θητεία του. Ζήτησε και πέτυχε να υπηρετήσει στο 25ο Σύνταγμα της Κροατικής Εθνοφρουράς (Κροατικά Domobran) στο Ζάγκρεμπ. Αφού εκπαιδεύτηκε στο σκι τον χειμώνα του 1913-1914, εστάλη σε σχολή υπαξιωματικών στη Βουδαπέστη[39], μετά από τον οποίο προήχθη σε επιλοχία και, στα 22 του χρόνια, έγινε ο νεότερος με αυτό τον βαθμό στο σύνταγμα του.[36][39] Κατά μία τουλάχιστον πηγή ήταν και ο νεότερος επιλοχίας του Αυστροουγγρικού Στρατού[40]. Μετά τη νίκη του στον διαγωνισμό ξιφασκίας του συντάγματος,[39] ο Μπροζ ήρθε δεύτερος στο πρωτάθλημα ξιφασκίας του στρατού στη Βουδαπέστη τον Μάιο του 1914.[40]

Λίγο μετά το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1914, το 25ο Σύνταγμα της Κροατικήε Εθνοφρουράς βάδισε προς τα σύνορα με τη Σερβία, αλλά ο Μπροζ συνελήφθη ως στασιαστής και φυλακίστηκε στο φρούριο Πετροβαραντίν στο σημερινό Νόβι Σαντ.[41] Ο Μπροζ έδωσε αργότερα αντιφατικές περιγραφές για τη σύλληψη αυτή, λέγοντας σε ένα βιογράφο του ότι είχε απειλήσει να λιποτακτήσει τους Ρώσους, αλλά επίσης ισχυριζόμενος ότι το όλο θέμα προέκυψε από γραφειοκρατικό λάθος[39]. Μια τρίτη εκδοχή ήταν ότι είχε ακουστεί να λέει ότι ήλπιζε την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία να ηττηθεί. Μετά την αθώωση και την απελευθέρωσή του[42], το σύνταγμά του υπηρέτησε για λίγο στο Σερβικό Μέτωπο πριν σταλεί στο Ανατολικό Μέτωπο στη Γαλικία στις αρχές του 1915 για να πολεμήσει ενάντια στη Ρωσία.[39] Σε μια περίπτωση η διμοιρία αναγνώρισης που διοικούσε πήγε πίσω από τις εχθρικές γραμμές και συνέλαβε 80 Ρώσους στρατιώτες, οδηγώντας τους στις δικές της γραμμές ζωντανούς. Το 1980 ανακαλύφθηκε ότι είχε προταθεί για ένα βραβείο για ανδραγαθία και πρωτοβουλία αναγνώρισης και σύλληψης αιχμαλώτων[43]. Στις 25 Μαρτίου 1915 τραυματίστηκε στην πλάτη με τη λόγχη από ένα Κιρκάσιο του ιππικού[44] και συνελήφθη σε ρωσική επίθεση κοντά στη Βουκοβίνα.[45]Αιχμάλωτος πολέμου πλέον, ο Μπροζ μεταφέρθηκε στα ανατολικά σε νοσοκομείο εγκατεστημένο σε ένα παλιό μοναστήρι στην πόλη Σβίγιαζκ στον ποταμό Βόλγα κοντά στο Καζάν.[39] Κατά τη διάρκεια των 13 μηνών της παραμονής του στο νοσοκομείο είχε κρίσεις πνευμονίας και τύφου και έμαθε ρωσικά με τη βοήθεια δύο μαθητριών που του έφερναν ρωσικά κλασικά έργα συγγραφέων, όπως ο Τολστόι και ο Τουργκένιεφ για να διαβάζει.[39][46][47]

Το μοναστήρι Ούσπενσκο-Μπογκορόντιτσνι, όπου ο Μπροζ ανάρρωσε από τα τραύματά του

Μετά την ανάρρωσή του, στα μέσα του 1916, μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο αιχμαλώτων Αρντάτοφ στην Περιφέρεια της Σαμάρα, όπου χρησιμοποίησε τις δεξιότητές του για να συντηρεί τον αλευρόμυλο στο κοντινό χωριό. Στο τέλος του έτους μεταφέρθηκε και πάλι, αυτή τη φορά στο στρατόπεδο αιχμαλώτων Κουνγκούρ, κοντά στο Περμ, όπου οι αιχμάλωτοι χρησιμοποιούντο για τη συντήρηση του πρόσφατα ολοκληρωμένου Υπερσιβηρικού Σιδηρόδρομου[39]. Ο Μπροζ διορίστηκε υπεύθυνος για όλους τους αιχμαλώτους του στρατοπέδου[48]. Τότε πληροφορήθηκε ότι τα δέματα του Ερυθρού Σταυρού που είχα σταλεί για τους αιχμαλώτους εκλάπησαν από το προσωπικό του στρατοπέδου. Όταν παραπονέθηκε, χτυπήθηκε και φυλακίστηκε[39]. Κατά την Επανάσταση του Φεβρουαρίου ένα πλήθος εισέβαλε στη φυλακή και επανέφερε το Μπροζ στο στρατόπεδο. Ένας Μπολσεβίκος που είχε συναντήσει όταν εργαζόταν στον σιδηρόδρομο του είπε ότι ο γιος του δούλευε σε μηχανουργείο στην Πετρούπολη, οπότε τον Ιούνιο του 1917 ο Μπροζ βγήκε από το αφύλακτο στρατόπεδο και κρύφτηκε σε ένα φορτηγό τρένο με προορισμό την πόλη αυτή, όπου έμεινε με τον γιο του φίλου του.[49][50] Ο δημοσιογράφος Ρίτσαρντ Γουέστ έχει υποστηρίξει ότι το γεγονός ότι ο Μπρόζ επέλεξε να παραμείνει σε ένα αφύλακτο στρατόπεδο αιχμαλώτων, αντί να προσφερθεί εθελοντικά να υπηρετήσει στις Γιουγκοσλαβικές λεγεώνες του Σερβικού Στρατούδείχνει ότι παρέμενε πιστός στην Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία και υπονομεύει το μετέπειτα ισχυρισμό του ότι αυτός και άλλοι Κροάτες αιχμάλωτοι ήταν συνεπαρμένοι με την προοπτική της επανάστασης και προσέβλεπαν στην ανατροπή της αυτοκρατορίας που τους κυβερνούσε.[51]

Λιγότερο από ένα μήνα μετά την άφιξη του Μπροζ στην Πετρούπολη, ξέσπασαν οι διαδηλώσεις των Ημερών του Ιούλη, στις οποίες και ο ίδιος συμμετείχε, αντιμετωπίζοντας τα πυρά των κυβερνητικών στρατευμάτων.[52][53] Στη συνέχεια προσπάθησε να διαφύγει στη Φινλανδία για να πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά τον σταμάτησαν στα σύνορα[54]. Συνελήφθη μαζί με άλλους ύποπτους Μπολσεβίκους κατά την καταστολή που ακολούθησε από τη Ρωσική Προσωρινή Κυβέρνηση υπό τον Αλεξάντρ Κέρενσκι. Φυλακίστηκε στο Φρούριο των Πέτρου και Παύλου για τρεις εβδομάδες, ισχυριζόμενος ότι ήταν ένας αθώος πολίτης του Περμ. Όταν τελικά παραδέχτηκε ότι ήταν δραπέτης αιχμάλωτο, επρόκειτο να επιστραφεί με το τρένο στο Κουνγκούρ, αλλά διέφυγε στο Γεκατερίνμπουργκ και πήρε άλλο τρένο, που έφθασε στο Ομσκ της Σιβηρίας στις 8 Νοεμβρίου μετά από ένα ταξίδι 3.200 χιλιομέτρων.[52][55] Σε κάποιο σημείο η αστυνομία ερεύνησε το τρένο αναζητώντας τον δραπέτη αιχμάλωτο, αλλά εξαπατήθηκε από τα άπταιστα Ρωσικά του Μπροζ[53].

Στο Όμσκ το τρένο το σταμάτησαν οι ντόπιοι Μπολσεβίκοι, που είπαν στο Μπροζ ότι ο Βλαντίμιρ Λένιν είχε καταλάβει τον έλεγχο της Πετρούπολης. Το στρατολόγησαν σε μια Διεθνή Ερυθροφρουρά που φρουρούσε τον Υπερσιβηρικό Σιδηρόδρομο τον χειμώνα του 1917-1918. Τον Μάιο του 1918, η αντιμπολσεβίκικη Τσεχοσλοβακική Λεγεώνα απέσπασε τον έλεγχο τμημάτων της Σιβηρίας από τις Μπολσεβίκικες δυνάμεις και η Προσωρινή Κυβέρνηση της Σιβηρίας εγκαταστάθηκε στο Όμσκ και ο Μπροζ και οι σύντροφοί του κρύφτηκαν. Τότε ο Μπροζ συναντήθηκε με μια ντόπια πανέμορφη κοπέλα ηλικίας 14 ετών, την Πελάγκια «Πόλκα» Μπελούσοβα, που τον έκρυψε και τον βοήθησε να δραπετεύσει σε ένα χωριό της Κιργιζίας 64 χιλιόμετρα από το Ομσκ.[52][56] Ο Μπροζ εργάστηκε πάλι στη συντήρηση του τοπικού μύλου μέχρι τον Νοέμβριο του 1919, όταν ο Κόκκινος Στρατός ανακατέλαβε το Ομσκ από τις δυνάμεις των Λευκών, πιστών στην Προσωρινή Πανρωσική Κυβέρνηση του Αλεξάντερ Κόλτσακ. Επέστρεψε στο Όμσκ και παντρεύτηκε την Μπελούσοβα τον Ιανουάριο του 1920..[57] Τότε ο Μπροζ ήταν 27 χρονών και εκείνη 15.[58] Το φθινόπωρο του 1920 ο ίδιος και η έγκυος σύζυγός του επέστρεψαν στην πατρίδα του, πρώτα με τρένο στη Νάρβα, με πλοίο στο Στσέτσιν και με τρένο στη Βιέννη, όπου έφθασαν στις 20 Σεπτεμβρίου. Στις αρχές Οκτωβρίου ο Μπροζ επέστρεψε στο σπίτι στο Κούμροβετς, στο πλέον Βασίλειο των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, για να διαπιστώσει ότι η μητέρα του είχε πεθάνει και ο πατέρας του είχε μετακομίσει στο Γιαστρέμπαρσκο, κοντά στο Ζάγκρεμπ[52]. Οι πηγές διαφέρουν για το αν ο Μπροζ εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα ενώ ήταν στη Ρωσία, αλλά κατά δήλωσή του η πρώτη φορά που μπήκε στο κόμμα ήταν στο Ζάγκρεμπ μετά την επιστροφή του στην πατρίδα του[59].

Μεσοπολεμική κομμουνιστική δραστηριότητα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
black and white photograph of a male in formal attire
Η δολοφονία του Μίλοραντ Ντράσκοβιτς οδήγησε στη θέση εκτός νόμου του Κομμουνιστικού Κόμματος

Κομμουνιστής ακτιβιστής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την επιστροφή του στο σπίτι του ο Μπροζ δεν μπόρεσε να εργαστεί στο μεταλλείο στο Κούμροβετς, οπότε με τη σύζυγό του μετακόμισε για λίγο στο Ζάγκρεμπ, όπου εργάστηκε ως σερβιτόρος και έλαβε μέρος σε μία απεργία σερβιτόρων. Συμμετείχε επίσης στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ).[60] Η επιρροή του ΚΚΓ στην πολιτική ζωή της Γιουγκοσλαβίας αυξανόταν ταχέως. Στις εκλογές του 1920 κέρδισε 59 έδρες και έγινε το τρίτο ισχυρότερο κόμμα.[61] Μετά τη δολοφονία του Υπουργού Εσωτερικών του κράτους Μίλοραντ Ντράσκοβιτς από τον νεαρό κομμουνιστή Αλία Αλίγιαγκιτς στις 2 Αυγούστου 1921, το ΚΚΓ κηρύχθηκε παράνομο σύμφωνα με τον Νόμο της Ασφάλειας του Γιουγκοσλαβικού Κράτους του 1921.[62]

Λόγω των φανερών σχέσεών του με τους κομμουνιστές ο Μπροζ απολύθηκε από την εργασία του[63]. Αυτός και η σύζυγός του, στη συνέχεια, μετακόμισαν στο χωριό Βέλικο Τρόιστβο όπου εργάστηκε ως μηχανικός μύλων.[64][65] Μετά τη σύλληψη της ηγεσίας του ΚΚΓ τον Ιανουάριο του 1922 τον έλεγχο των δραστηριοτήτων του ανέλαβε ο Στέβο Σάμπιτς. Αυτός επικοινώνησε με το Μπροζ, που συμφώνησε να εργαστεί παράνομα για το κόμμα, διανέμοντας φυλλάδια και δραστηριοποιούμενος μεταξύ των εργατών του εργοστασίου. Στην ιδεολογική διαμάχη μεταξύ εκείνων που ήθελαν να ακολουθήσουν μετριοπαθείς πολιτικές και εκείνων που τάσσονταν υπέρ μιας βίαιης επανάστασης, ο Μπροζ τάχθηκε με τους δεύτερους. Το 1924 ο Μπροζ εξελέγη στην τοπική επιτροπή του ΚΚΓ, αλλά μετά από μια ομιλία στην Καθολική κηδεία ενός συντρόφου του συνελήφθη όταν ο ιερέας διαμαρτυρήθηκε. Αφού μεταφέρθηκε στους δρόμους σιδηροδέσμιος κρατήθηκε για οκτώ ημέρες και τελικά κατηγορήθηκε για διατάραξη της δημόσιας ειρήνης. Με τη βοήθεια ενός Σέρβου Ορθόδοξου Εισαγγελέα που μισούσε τους Καθολικούς ο Μπροζ και ο συγκατηγορούμενος του αθωώθηκαν[66]. Η εμπλοκή του με τον νόμο τον είχε χαρακτηρίσει ως κομμουνιστή ακτιβιστή και το σπίτι του ερευνάτο σχεδόν σε εβδομαδιαία βάση. Μετά την άφιξή τους στη Γιουγκοσλαβία η Πελάγκια είχε χάσει τρία μωρά αμέσως μετά τη γέννησή τους και μια κόρη, τη Ζλάτινα, σε ηλικία δύο ετών. Ο Μπροζ πληγώθηκε βαθιά από την απώλεια της Ζλάτινα. Το 1924 η Πελάγκια γέννησε ένα αγόρι, το Ζάρκο, που επέζησε. Στα μέσα του 1925 ο εργοδότης του Μπροζ πέθανε και ο νέος μυλωνάς του έθεσε τελεσίγραφο, να εγκαταλείψει τις κομμουνιστικές του δραστηριότητες ή θα έχανε τη δουλειά του. Έτσι, στην ηλικία των 33 ετών, ο Μπροζ έγινε επαγγελματίας επαναστάτης.[67][68]

Επαγγελματίας επαναστάτης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ΚΚΓ επικέντρωσε την επαναστατική του δράση στους εργοστασιακούς εργάτες στις πιο εκβιομηχανισμένες περιοχές της Κροατίας και της Σλοβενίας, ενθαρρύνοντας απεργίες και παρόμοιες ενέργειες[69]. Το 1925 ο πλέον άνεργος Μπροζ μετακόμισε στην Κραλιέβιτσα στην ακτή της Αδριατικής, όπου άρχισε να εργάζεται σε ναυπηγείο για να προωθήσει τους στόχους του ΚΚΓ.[70] Στην Κραλιέβιτσα εργάστηκε για γιουγκοσλαβικά υορπιλοβόλα και για ένα σκάφος αναψυχής για τον πολιτικό του Λαϊκού Ριζοσπαστικού Κόμματος Μίλαν Στογιαντίνοβιτς. Ο Μπροζ δημιούργησε τη συνδικαλιστική οργάνωση στα ναυπηγεία και εκλέχτηκε εκπρόσωπός της. Ένα χρόνο αργότερα ηγήθηκε απεργίας στο ναυπηγείο και σύντομα απολύθηκε. Τον Οκτώβριο του 1926 έπιασε δουλειά σε σιδηροδρομικό έργο στη Σμεντέρεφσκα Παλάνκα κοντά στο Βελιγράδι. Τον Μάρτιο του 1927 έγραψε ένα άρθρο διαμαρτυρόμενος για την εκμετάλλευση των εργατών στο εργοστάσιο και όταν υποστήριξε έναν εργαζόμενο απολύθηκε αμέσως. Αναγνωρίστηκε από το ΚΚΓ ως άξιος προώθησης, διορίστηκε γραμματέας του τμήματος της Ένωσης Μεταλλουργών του Ζάγκρεμπ και σύντομα του τμήματος ολόκληρης της Κροατίας. Τον Ιούλιο του 1927 ο Μπροζ συνελήφθη μαζί με άλλους έξι εργαζόμενους και φυλακίστηκε στο γειτονικό Ογκουλιν.[71][72] Αφού κρατήθηκε χωρίς δίκη για κάποιο διάστημα, ξεκίνησε απεργία πείνας μέχρι να οριστεί η ημερομηνία. Η δίκη διεξήχθη μυστικά και κρίθηκε ένοχος ότι ήταν μέλος του ΚΚΓ. Καταδικάστηκε σε φυλάκιση τεσσάρων μηνών αλλά από φυλακίστηκε εν αναμονή της έφεσης. Με εντολή του ΚΚΓ δεν υπέβαλε αναφορά στο δικαστήριο για την ακρόαση της έφεσης, αντίθετα κρύφτηκε στο Ζάγκρεμπ. Φορώντας σκοτεινά γυαλιά και έχοντας πλαστά χαρτιά τοποθετήθηκε ως μεσαίας τάξης τεχνικός στη μηχανουργική βιομηχανία, δουλεύοντας μυστικά για να έρθει σε επαφή με άλλα μέλη του ΚΚΓ και να συντονίσουν τη διείσδυσή τους στα συνδικάτα[73].

a series of three black and white head and shoulders photographs
Αστυνομική φωτογραφία του Τίτο μετά τη σύλληψη για κομμουνιστική δράση το 1928

Τον Φεβρουάριο του 1928 ο Μπροζ ήταν ένας από τους 32 αντιπροσώπους στη διάσκεψη του Κροατικού τμήματος του ΚΚΓ. Κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ο Μπροζ καταδίκασε τις φράξιες στο κόμμα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν εκείνοι που υποστήριζαν την ιδέα της Μεγάλης Σερβίας εντός της Γιουγκοσλαβίας, όπως ο επί μακρόν ηγέτης του ΚΚΓ, ο Σέρβος Σίμα Μάρκοβιτς. Ο Μπροζ πρότεινε η εκτελεστική επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς να αποβάλει την ομάδα των φραξιονιστών και υποστηρίχθηκε από έναν εκπρόσωπο που είχε σταλεί από τη Μόσχα. Μετά την πρόταση αποπομπής ολόκληρης της κεντρικής επιτροπής του Κροατικού τμήματος εκλέχθηκε νέα κεντρική επιτροπή με γραμματέα τον Μπροζ[74]. Ο Μάρκοβιτς διαγράφηκε στη συνέχεια από το ΚΚΓ στο Τέταρτο Συνέδριο της Κομιντέρν και το ΚΚΓ υιοθέτησε μια πολιτική με στόχο τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας[75]. Ο Μπροζ επεχείρησε να διαλύσει μια συνάντηση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος την Πρωτομαγιά εκείνη τη χρονιά και σε μια σύρραξη έξω από τον χώρο της εκδήλωσης συνελήφθη από την αστυνομία. Δεν κατάφεραν να εξακριβώσουν την ταυτότητά του και τον κατηγόρησαν με το ψεύτικο του όνομα για παραβίαση της τάξης. Φυλακίστηκε για 14 ημέρες και στη συνέχεια απελευθερώθηκε, επιστρέφοντας στις προηγούμενες δραστηριότητές του.[76] Η αστυνομία τελικά τον παρακολούθησε με τη βοήθεια ενός πληροφοριοδότη της. Κακοποιήθηκε και κρατήθηκε για τρεις μήνες προτού προσαχθεί σε δίκη τον Νοέμβριο του 1928 για τις παράνομες κομμουνιστικές του δραστηριότητες[77], όπου ισχυρίστηκε ότι οι βόμβες που είχαν βρεθεί στην κατοικία του είχαν τοποθετηθεί από την αστυνομία[78]. Κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης πέντε ετών[79].

a black and white photograph of two men
Ο Τίτο (αριστερά) και ο ιδεολογικός του μέντορας Μόσα Πιγιάντε στη φυλακή Λεπόγκλαβα

Μετά την καταδίκη του η σύζυγός και ο γιος του επέστρεψαν στο Κούμροβετς, όπου τους φρόντισαν ντόπιοι φίλοι τους, αλλά μια μέρα έφυγαν ξαφνικά χωρίς εξήγηση και επέστρεψαν στη Σοβιετική Ένωση.[80] Εκείνη ερωτεύτηκε κάποιον άλλο και ο Ζάρκο μεγάλωσε σε ιδρύματα.[81] Μετά την άφιξή του στη φυλακή Λεπόγκλαβα ο Μπροζ εργάστηκε για τη συντήρηση του ηλεκτρικού συστήματος και επέλεξε ως βοηθό του έναν Εβραίο της μεσαίας τάξης από το Βελιγράδι, το Μόσα Πιγιάντε που εξέτιε 20ετή ποινή για τις κομμουνιστικές του δραστηριότητες. Η εργασία τους επέτρεψε στους Μπροζ και Πιγιάντε να μετακινούνται στη φυλακή, να έρθουν σε επαφή και να οργανώσουν άλλους κομμουνιστές κρατούμενους[82]. Κατά την κοινή τους κράτηση μαζί στη Λεπόγκλαβα ο Πιγιάντε έγινε ιδεολογικός μέντορας του Μπροζ.[83] Μετά από δυόμισι χρόνια εκεί ο Μπροζ κατηγορήθηκε ότι προσπάθησε να δραπετεύσει και μεταφέρθηκε στη φυλακή του Μάριμπορ, όπου κρατήθηκε σε απομόνωση για αρκετούς μήνες[84]. Μετά την ολοκλήρωση της έκτισης της ποινής του αποφυλακίστηκε, για να συλληφθεί έξω από τις πύλες της φυλακής και μεταφέρθηκε στο Ογκουλιν για να εκτίσει την τετράμηνη ποινή που είχε αποφύγει το 1927. Αποφυλακίστηκε τελικά στις 16 Μαρτίου 1934 αλλά ακόμα και τότε υπό τον όρο να ζει στο Κούμροβετς και να παρουσιάζεται στην αστυνομία καθημερινά.[85] Κατά τη διάρκεια της φυλάκισής του η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη είχε αλλάξει σημαντικά, με την άνοδο του Αδόλφου Χίτλερ στη Γερμανία και την εμφάνιση δεξιών κομμάτων στη Γαλλία και τη γειτονική Αυστρία. Επέστρεψε με ένα θερμό καλωσόρισμα στο Κούμροβετς, αλλά δεν έμεινε για πολύ. Στις αρχές Μαΐου έλαβε εντολή από το ΚΚΓ να επιστρέψει στις επαναστατικές του δραστηριότητες και έφυγε από τη γενέτειρά του στο Ζάγκρεμπ, όπου επανήλθε στην Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κροατίας[86].

Το Κροατικό τμήμα του ΚΚΓ τελούσε σε σύγχυση, κατάσταση που επιδεινώθηκε από τη διαφυγή της εκτελεστικής επιτροπής του ΚΚΓ στη Βιέννη στην Αυστρία, από την οποία διεύθυνε τις δραστηριότητες του κόμματος. Τους επόμενους έξι μήνες ο Μπροζ ταξίδεψε πολλές φορές μεταξύ Ζάγκρεμπ, Λιουμπλιάνας και Βιέννης, χρησιμοποιώντας πλαστά διαβατήρια. Τον Ιούλιο του 1934 έπεσε θύμα εκβιασμού από ένα λαθρέμπορο, αλλά πέρασε τα σύνορα και κρατήθηκε από την τοπικό Heimwehr, μια παραστρατιωτική Εθνοφρουρά. Χρησιμοποίησε την αυστριακή προφορά που είχε αναπτύξει κατά την πολεμική του θητείας για να τους πείσει ότι ήταν ένας ιδιόμορφος Αυστριακός ορειβάτης και του επέτρεψαν να προχωρήσει στη Βιέννη[87][88]. Μόλις έφτασε εκεί επικοινώνησε με τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΓ Mίλαν Γκόρκιτς, που τον έστειλε στη Λιουμπλιάνα για να οργανώσει μια μυστική διάσκεψη του ΚΚΓ στη Σλοβενία. Η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε στο καλοκαιρινό ανάκτορο του Ρωμαιοκαθολικού Επισκόπου της Λιουμπλιάνας, του οποίου ο αδελφός ήταν συμπαθών τους κομμουνιστές. Σε αυτή τη διάσκεψη ο Μπροζ συναντήθηκε για πρώτη φορά με τον Έντβαρντ Καρντέλι, ένα νεαρό Σλοβένο κομμουνιστή που πρόσφατα είχε αποφυλακιστεί. Ο Μπροζ και ο Καρντέλι στη συνέχεια έγιναν στενοί φίλοι, με τον Τίτο να τον θεωρεί μεταγενέστερα ως τον πλέον αξιόπιστο αναπληρωτή του. Καθώς καταζητείτο από την αστυνομία γιατί έπαψε να παρουσιάζεται όπως όφειλε στο Κούμροβετς, ο Μπροζ υιοθέτησε διάφορα ψευδώνυμα, όπως «Ρούντι» και «Τίτο». Χρησιμοποιούσε το τελευταίο ως ψευδώνυμο όταν έγραφε άρθρα για περιοδικά του κόμματος το 1934 και του έμεινε. Δεν αιτιολόγησε την επιλογή του ονόματος «Τίτο» εκτός από το ότι ήταν ένα κοινό ψευδώνυμο για τους άνδρες από την περιοχή όπου μεγάλωσε. Στο δίκτυο της Κομιντέρν το ψευδώνυμό του ήταν «Φρίντριχ Φρίντριχοβιτς Βάλτερ» (ρωσ. Фридрих Фридрихович Вальтер).[89][90][91]

Φυγή από τη Γιουγκοσλαβία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
two black and white mugshots
Ο Έντβαρντ Καρντέλι συνάντησε τον Τίτο το 1934 και έγιναν στενοί φίλοι

Εκείνο το διάστημα ο Τίτο έγραψε άρθρα σχετικά με τα καθήκοντα των φυλακισμένων κομμουνιστών και των συνδικάτων. Βρισκόταν στη Λιουμπλιάνα όταν ο Βασιλιάς Αλέξανδρος δολοφονήθηκε από την Κροατική εθνικιστική οργάνωση Ούστασε στη Μασσαλία στις 9 Οκτωβρίου 1934. Εν μέσω της καταστολής των αντιφρονούντων που ακολούθησαν τον θάνατό του αποφασίστηκε ότι ο Τίτο θα έπρεπε να εγκαταλείψει τη Γιουγκοσλαβία. Ταξίδεψε στη Βιέννη με πλαστό τσεχικό διαβατήριο, όπου συνάντησε το Γκόρκιτς και το υπόλοιπο Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΓ. Αποφασίστηκε ότι η Αυστριακή κυβέρνηση ήταν υπερβολικά εχθρική προς τον κομμουνισμό, οπότε το Πολιτικό Γραφείο ταξίδεψε στο Μπρνο της Τσεχοσλοβακίας και ο Τίτο τους συνόδεψε.[92] Την Ημέρα των Χριστουγέννων του 1934 πραγματοποιήθηκε στη Λιουμπλιάνα μια μυστική συνάντηση της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΓ και ο Τίτο εκλέχτηκε για πρώτη φορά ως μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Το Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε να τον στείλει στη Μόσχα για να αναφέρει την κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία και στις αρχές Φεβρουαρίου 1935 έφτασε εκεί ως υπάλληλος πλήρους απασχόλησης της Κομιντέρν.[93] Έμεινε στο κύριο κτίριο διαμονής της Κομιντέρν, το Ξενοδοχείο Λουξ στην οδό Τβέρσκαγια, και γρήγορα ήρθε σε επαφή με τον Βλάντιμιρ Κόπιτς, έναν από τους κορυφαίους Γιουγκοσλάβους μέσα στην Κομιντέρν. Σύντομα παρουσιάστηκε στις κύριες προσωπικότητες της οργάνωσης. Ο Τίτο διορίστηκε στη γραμματεία του Βαλκανικού τμήματος, υπεύθυνος για τη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα[94]. Ο Καρντέλι ήταν επίσης στη Μόσχα, όπως και ο Βούλγαρος κομμουνιστής ηγέτης Γκεόργκι Δημητρόφ.[90] Ο Τίτο έδινε διαλέξεις για τα συνδικάτα σε ξένους κομμουνιστές και παρακολούθησε μαθήματα στρατιωτικής τακτικής που διοργάνωσε ο Κόκκινος Στρατός και ενίοτε παρακολουθούσε το Θέατρο Μπολσόι. Παρακολούθησε ως ένας από τους 510 αντιπροσώπους το 7ο Παγκόσμιο Συνέδριο της Κομιντέρν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1935, όπου για πρώτη φορά είδε για λίγο τον Ιωσήφ Στάλιν. Μετά το συνέδριο ταξίδεψε στη Σοβιετική Ένωση και στη συνέχεια επέστρεψε στη Μόσχα για να συνεχίσει το έργο του. Επικοινώνησε με την Πόλκα και τον Ζάρκο, αλλά σύντομα ερωτεύτηκε μια Αυστριακή που εργαζόταν στο Ξενοδοχείο Λουξ, τη Γιοχάνα Κένιχ, γνωστή στις τάξεις των κομμουνιστών ως Λούτσια Μπάουερ. Όταν έλαβε γνώση αυτού του δεσμού η Πόλκα χώρισε τον Τίτο τον Απρίλιο του 1936. Ο Τίτο παντρεύτηκε τη Μπάουερ στις 13 Οκτωβρίου εκείνου του έτους.[95]

Μετά το Παγκόσμιο Συνέδριο ο Τίτο εργάστηκε για την προώθηση της νέας γραμμής της Κομιντέρν για τη Γιουγκοσλαβία, που ήταν ότι δεν θα εργαζόταν πλέον για να διασπάσει τη χώρα και θα υπερασπιζόταν την ακεραιότητα της Γιουγκοσλαβίας ενάντια στον Ναζισμό και τον φασισμό. Από απόσταση ο Τίτο εργάστηκε επίσης για την οργάνωση απεργιών στα ναυπηγεία της Κραλιέβιτσα και στα ανθρακωρυχεία στο Τρμπόβλιε κοντά στη Λιουμπλιάνα. Προσπάθησε να πείσει την Κομιντέρν ότι θα ήταν καλύτερα η ηγεσία του κόμματος να βρίσκεται μέσα στη Γιουγκοσλαβία. Καταλήξανε σε συμβιβασμό, όπου ο Τίτο και άλλοι θα εργάζονταν στο εσωτερικό της χώρας και ο Γκόρκιτς και το Πολιτικό Γραφείο θα συνέχιζαν να εργάζονται από το εξωτερικό. Ο Γκόρκιτς και το Πολιτικό Γραφείο μετακινήθηκαν στο Παρίσι, ενώ ο Τίτο άρχισε να ταξιδεύει μεταξύ Μόσχας, Παρισιού και Ζάγκρεμπ το 1936 και 1937 χρησιμοποιώντας πλαστά διαβατήρια.[96] Το 1936 πέθανε ο πατέρας του[22].

black and white photograph of men firing weapons
Γιουγκοσλάβοι εθελοντές πολεμούν στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο

Ο Τίτο επέστρεψε στη Μόσχα τον Αύγουστο του 1936, λίγο μετά την εκδήλωση του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου[97]. Την εποχή εκείνη ήταν σε εξέλιξη οι Μεγάλες Εκκαθαρίσεις και οι ξένοι κομμουνιστές όπως ο Τίτο και οι Γιουγκοσλάβοι συμπατριώτες του ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι. Παρά την αναφορά-εξύμνηση του Τίτο για τον βετεράνο Γιουγκοσλάβο κομμουνιστή Φίλιπ Φιλίποβιτς, ο τελευταίος συνελήφθη και εκτελέστηκε από τη Σοβιετική μυστική αστυνομία, τη НКВД[98]. Εντούτοις, πριν οι Εκκαθαρίσεις αρχίσουν πραγματικά να διαβρώνουν τις τάξεις των Γιουγκοσλάβων κομμουνιστών στη Μόσχα, ο Τίτο εστάλη πίσω στη Γιουγκοσλαβία με μια νέα αποστολή, να στρατολογήσει εθελοντές για τις Διεθνείς Ταξιαρχίες που σχηματίζονταν για να πολεμήσουν στο πλευρό των Δημοκρατικών στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Ταξιδεύοντας μέσω της Βιέννης έφθασε στο παραθαλάσσια πόλη-λιμάνι του Σπλιτ τον Δεκέμβριο του 1936.[99] Σύμφωνα με τον Κροάτη ιστορικό Ιβο Μπάνατς ο λόγος για τον οποίο ο Τίτο εστάλη στη Γιουγκοσλαβία από την Κομιντέρν ήταν για να κάνει εκκαθαρίσεις στο ΚΚΓ.[100] Μια πρώτη προσπάθεια αποστολής 500 εθελοντών στην Ισπανία με πλοίο απέτυχε εντελώς, με σχεδόν όλους τους κομμουνιστές εθελοντές να συλλαμβάνονται και να φυλακίζονται.[99] Ο Τίτο ταξίδεψε στη συνέχεια στο Παρίσι, όπου οργάνωσε το ταξίδι εθελοντών στη Γαλλία υπό την κάλυψη της παρακολούθησης της έκθεσης του Παρισιού. Από τη Γαλλία οι εθελοντές διέσχισαν απλώς τα Πυρηναία και μπήκαν στην Ισπανία. Συνολικά έστειλε 1.192 άνδρες για να πολεμήσουν στον πόλεμο, αλλά μόνο 330 προήλθαν από τη Γιουγκοσλαβία, οι υπόλοιποι ήταν απόδημοι στη Γαλλία, το Βέλγιο, τις ΗΠΑ και τον Καναδά. Λιγότεροι από τους μισούς ήταν κομμουνιστές και οι υπόλοιποι ήταν σοσιαλδημοκράτες και αντιφασίστες διαφόρων αποχρώσεων. Από το σύνολό τους 671 σκοτώθηκαν στις μάχες και άλλοι 300 τραυματίστηκαν. Ο ίδιος ο Τίτο δεν πήγε ποτέ στην Ισπανία, παρά τις μεταγενέστερες δηλώσεις του. Μεταξύ Μαΐου και Αυγούστου 1937 ταξίδεψε πολλές φορές μεταξύ Παρισιού και Ζάγκρεμπ οργανώνοντας το κίνημα των εθελοντών και δημιουργώντας ένα ξεχωριστό Κομμουνιστικό Κόμμα της Κροατίας. Το νέο κόμμα ιδρύθηκε σε συνέδριο στο Σάμομπορ στα περίχωρα του Ζάγκρεμπ στις 1-2 Αυγούστου 1937.[101]

Γενικός Γραμματέας του ΚΚΓ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούνιο του 1937 ο Γκόρκιτς κλήθηκε στη Μόσχα, όπου συνελήφθη και, μετά από αρκετούς μήνες ανάκρισης της NKVD, εκτελέστηκε.[102] Σύμφωνα με το Μπάνατς ο Γκόρκιτς εκτελέστηκε με εντολή του Στάλιν.[100] Οι Δυτικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι παρά το γεγονός ότι ανταγωνιζόταν με άνδρες όπως ο Γκόρκιτς για την ηγεσία του ΚΚΓ, δεν ήταν στον χαρακτήρα του Τίτο να στέλνει στον θάνατο αθώους ανθρώπους[103]. Ο Τίτο στη συνέχεια έλαβε ένα μήνυμα από το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΓ να τους συναντήσει στο Παρίσι. Τον Αύγουστο του 1937 έγινε γενικός γραμματέας του ΚΚΓ. Αργότερα εξήγησε ότι επέζησε από τις εκκαθαρίσεις διαμένοντας εκτός Ισπανίας, όπου δραστηριοποιείτο η NKVD, αλλά και αποφεύγοντας όσο το δυνατόν περισσότερο την επίσκεψη στη Σοβιετική Ένωση. Όταν ορίστηκε για πρώτη φορά ως γενικός γραμματέας, απέφυγε να ταξιδέψει στη Μόσχα επιμένοντας ότι έπρεπε να ασχοληθεί με κάποιες απειθαρχίες στο ΚΚΓ στο Παρίσι. Προωθούσε επίσης την ιδέα ότι τα ανώτερα κλιμάκια του ΚΚΓ θα έπρεπε να μοιράζονται τους κινδύνους της παράνομης αντίστασης μέσα στη χώρα.[104] Αναπτύχθηκε μια νέα, νεώτερη ομάδα ηγεσίας που ήταν πιστή σε αυτόν, όπως ο Σλοβένος Κσρντέλι, ο Σέρβος Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς και ο Μαυροβούνιος Μίλοβαν Τζίλας.[105] Τον Δεκέμβριο του 1937 ο Τίτο οργάνωσε διαδήλωση για να χαιρετήσει τον Γάλλο Υπουργό Εξωτερικών όταν επισκέφθηκε το Βελιγράδι, εκφράζοντας αλληλεγγύη προς τους Γάλλους κατά της Ναζιστικής Γερμανίας. Η διαδήλωση αριθμούσε 30.000 και μετατράπηκε σε διαμαρτυρία ενάντια στην πολιτική ουδετερότητας της κυβέρνησης Στογιαντίνοβιτς. Τελικά διαλύθηκε από την αστυνομία. Τον Μάρτιο του 1938 ο Τίτο επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία από το Παρίσι. Ακούγοντας μια φήμη ότι οι αντίπαλοί του στο ΚΚΓ τον είχαν προδώσει στην αστυνομία, πήγε στο Βελιγράδι αντί για το Ζάγκρεμπ και χρησιμοποίησε διαφορετικό διαβατήριο. Στο Βελιγράδι έμεινε με ένα νεαρό διανοούμενο, τον Βλάντιμιρ Ντέντιγιερ, που ήταν φίλος του Τζίλας. Φτάνοντας στη Γιουγκοσλαβία λίγες μέρες πριν από το Anschluss μεταξύ της Ναζιστικής Γερμανίας και της Αυστρίας, έκανε μια έκκληση για την καταδίκη του, στην οποία συμμετείχαν το ΚΚΓ, οι Σοσιαλδημοκράτες και τα συνδικάτα. Τον Ιούνιο ο Τίτο έγραψε στην Κομιντέρν ότι επρόκειτο να επισκεφθεί τη Μόσχα. Περίμενε στο Παρίσι δύο μήνες για τη σοβιετική του βίζα πριν ταξιδέψει στη Μόσχα μέσω της Κοπεγχάγης. Έφτασε στη Μόσχα στις 24 Αυγούστου[106].

Πλαστή καναδική ταυτότητα, «Σπυρίδων Mέκας», που χρησιμοποιήθηκε για την επιστροφή στη Γιουγκοσλαβία από τη Μόσχα

Κατά την άφιξή του στη Μόσχα διαπίστωσε ότι υπήρχαν υπόνοιες για όλους τους Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές. Σχεδόν όλοι οι σημαντικότεροι ηγέτες του ΚΚΓ συνελήφθησαν από τη NKVD και εκτελέστηκαν, συμπεριλαμβανομένων πάνω από είκοσι μελών της Κεντρικής Επιτροπής. Τόσο η πρώην σύζυγός του Πόλκα όσο και η σύζυγός του Kένιχ / Μπάουερ συνελήφθησαν ως «ιμπεριαλιστές κατάσκοποι», παρόλο που τελικά απελευθερώθηκαν, η Πόλκα μετά από 27 μήνες φυλάκισης. Ο Τίτο λοιπόν έπρεπε να ενδιαφερθεί για τον Ζάρκο, που ήταν δεκατεσσάρων. Τον τοποθέτησε σε οικοτροφείο έξω από το Χάρκοβο, στη συνέχεια σε ένα σχολείο στην Πένζα, αλλά το εγκατέλειψε δύο φορές και τελικά μαζεύτηκε από τη μητέρα ενός φίλου του. Το 1941 ο Ζάρκο εντάχθηκε στον Κόκκινο Στρατό για να πολεμήσει τους Γερμανούς εισβολείς.[107] Μερικοί από τους επικριτές του Τίτο ισχυρίζονται ότι η επιβίωσή του δείχνει ότι πρέπει να κατήγγειλε τους συντρόφους του ως τροτσκιστές. Του ζητήθηκαν πληροφορίες για πολλούς συνάδελφους του Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές, αλλά σύμφωνα με δικές του δηλώσεις και δημοσιευμένα έγγραφα, ποτέ δεν κατήγγειλε κανέναν, συνήθως λέγοντας ότι δεν τους γνώριζε. Σε μια περίπτωση τον ρώτησαν για τον Κροάτη κομμουνιστή ηγέτη Χόρβατιν, αλλά κατέθεσε διφορούμενα, λέγοντας ότι δεν ήξερε αν ήταν τροτσκιστής. Παρ 'όλα αυτά ο Χόρβατιν δεν ξανακούστηκε. Στη Μόσχα του ανατέθηκε το έργο να βοηθήσει τον Τσóπιτς να μεταφράσει την Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης (Μπολσεβίκοι) στα Σερβοκροατικά, αλλά είχαν φτάσει στο δεύτερο κεφάλαιο μόνο όταν ο Τσóπιτς συνελήφθη και εκτελέστηκε. Εργάστηκε στη συνέχεια μαζί με έναν επιζώντα Γιουγκοσλάβο κομμουνιστή, αλλά ένας Γιουγκοσλάβος κομμουνιστής Γερμανικής εθνικότητας επισήμανε την ανακριβή μετάφραση ενός εδαφίου και ισχυρίστηκε ότι έδειχνε ότι ο Τίτο ήταν τροτσκιστής. Άλλοι υψηλά ιστάμενοι κομμουνιστές εγγυήθηκαν για αυτόν και απαλλάχθηκε. Καταγγέλθηκε από ένα δεύτερο Γιουγκοσλάβο κομμουνιστή, αλλά αυτό στράφηκε εναντίον του κατηγόρου του, που συνελήφθη. Αρκετοί παράγοντες συνέβαλαν στην επιβίωσή του : η προέλευσή του από την εργατική τάξη, η έλλειψη ενδιαφέροντος για διανοουμενίστικες διαμάχες σχετικά με τον σοσιαλισμό, η ελκυστική προσωπικότητά του και η ικανότητά του να κάνει φίλους με επιρροή.[108]

Ενώ ο Τίτο απέφευγε τη σύλληψη στη Μόσχα, η Γερμανία ασκούσε πίεση στην Τσεχοσλοβακία να παραχωρήσει τη Σουδητία. Αντιδρώντας σε αυτή την απειλή ο Τίτο οργάνωσε πρόσκληση για εθελοντές από τη Γιουγκοσλαβία να αγωνιστούν για την Τσεχοσλοβακία και χιλιάδες εθελοντές πήγαν στην πρεσβεία της Τσεχοσλοβακίας στο Βελιγράδι για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους. Παρά τη Συμφωνία του Μονάχου που ακολούθησε και την αποδοχή από την Τσεχοσλοβακία της προσάρτησης και το γεγονός ότι οι εθελοντές αποχώρησαν, ο Τίτο πιστώθηκε τη γιουγκοσλαβική αντίδραση, γεγονός που λειτούργησε υπέρ του. Σε αυτό το στάδιο ο Τίτο γνώριζε καλά την πραγματικότητα στη Σοβιετική Ένωση και αργότερα δήλωσε ότι «είδε πολλές αδικίες», αλλά είχε επενδύσει πάρα πολύ στον κομμουνισμό και ήταν πολύ πιστός στη Σοβιετική Ένωση, ώστε δεν επέμεινε σε αυτό το σημείο.[109] Ο διορισμός του Τίτο ως Γενικού Γραμματέα του ΚΚΓ επικυρώθηκε επισήμως από την Κομιντέρν στις 5 Ιανουαρίου 1939[110] και άρχισε να διορίζει στην Επιτροπή συμμάχους του, όπως οι Έντβαρντ Καρντέλι, Μίλοβαν Τζίλας, Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς και Μπόρις Κίντριτς.

Τον Οκτώβριο του 1940 επιστρέφει από τη Μόσχα παράνομα στη Γιουγκοσλαβία, μέσω Κωνσταντινούπολης και Θεσσαλονίκης και συμμετέχει στο 5ο Συνέδριο του ΚΚΓ στο οποίο και καθιερώθηκε ως ΓΓ του κόμματος.

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Τίτο στο Μπίχατς το 1943

Αντίσταση στη Γιουγκοσλαβία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 6 Απριλίου 1941 οι Γερμανικές δυνάμεις, με τη βοήθεια της Ουγγαρίας και της Ιταλίας, ξεκίνησαν εισβολή στη Γιουγκοσλαβία. Στις 10 Απριλίου 1941 ο Σλάβκο Κβάτερνικ ανακήρυξε το Ανεξάρτητο Κράτος της Κροατίας και ο Τίτο αντέδρασε σχηματίζοντας μια Στρατιωτική Επιτροπή στην Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας[111]. Δεχόμενες επίθεση από όλες τις πλευρές οι ένοπλες δυνάμεις του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας γρήγορα κατέρρευσαν. Στις 17 Απριλίου 1941, αφού ο Βασιλιάς Πέτρος Β΄ και άλλα μέλη της κυβέρνησης εγκατέλειψαν τη χώρα, οι υπόλοιποι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και του στρατού συναντήθηκαν με τους Γερμανούς αξιωματούχους στο Βελιγράδι και συμφώνησαν γρήγορα να τερματίσουν τη στρατιωτική αντίσταση. Την 1η Μαΐου 1941 ο Τίτο εξέδωσε μια προκήρυξη καλώντας τον λαό να ενωθεί σε αγώνα κατά της κατοχής.[112] Στις 27 Ιουνίου 1941 η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας όρισε τον Τίτο Ανώτατο Διοικητή όλων των σχεδιαζόμενων στρατιωτικών δυνάμεων εθνικής απελευθέρωσης. Την 1η Ιουλίου 1941 η Κομιντέρν έστειλε ακριβείς οδηγίες που καλούσαν για άμεση δράση.[113]

Ο Τίτο και ο Ιβάν Ρίμπαρ στη Σούτιεσκα το 1943

Παρά τις συγκρούσεις με το αντίπαλο μοναρχικό κίνημα των Τσέτνικ οι Παρτιζάνοι του Τίτο κατάφεραν να απελευθερώσουν περιοχές, κυρίως τη «Δημοκρατία του Ούζιτσε». Την περίοδο αυτή ο Τίτο πραγματοποίησε συνομιλίες με τον ηγέτη των Τσέτνικ Ντράζα Μιχαήλοβιτς στις 19 Σεπτεμβρίου και στις 27 Οκτωβρίου 1941.[114] Λέγεται ότι ο Τίτο διέταξε τις δυνάμεις του να βοηθήσουν τους Εβραίους να διαφύγουν και ότι περισσότεροι από 2.000 Εβραίοι πολεμούσαν μαζί του.

Στις 21 Δεκεμβρίου 1941 οι Παρτιζάνοι δημιούργησαν την Πρώτη Προλεταριακή Ταξιαρχία (υπό την ηγεσία του Κοτζά Πόποβιτς) και την 1η Μαρτίου 1942 ο Τίτο δημιούργησε τη Δεύτερη Προλεταριακή Ταξιαρχία[115] Στα απελευθερωμένα εδάφη, οι Παρτιζάνοι οργάνωσαν τις Λαϊκές Επιτροπές για να ενεργούν ως πολιτική κυβέρνηση. Το Αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ) συγκλήθηκε στο Μπίχατς στις 26-27 Νοεμβρίου 1942 και στο Γιάιτσε στις 29 Νοεμβρίου 1943.[116] Στις δύο συνόδους οι αντιπρόσωποι της αντίστασης καθιέρωσαν τη βάση για τη μεταπολεμική οργάνωση της χώρας, αποφασίζοντας για μια ομοσπονδία των γιουγκοσλαβικών εθνών. Στο Γιάιτσε εξελέγη ένα 67μελές «προεδρείο» που όρισε μια ενναμελή Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης (τα πέντε μέλη κομμουνιστές) ως de facto προσωρινή κυβέρνηση[117]. Ο Τίτο ονομάστηκε Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Απελευθέρωσης.[118]

Με την αυξανόμενη πιθανότητα μιας Συμμαχικής εισβολής στα Βαλκάνια, ο Άξονας άρχισε να κατευθύνει περισσότερους πόρους για τη συντριβή της κύριας δύναμης των Παρτιζάνων και της ανώτερης διοίκησής της.[119]. Αυτό σήμαινε, μεταξύ άλλων, μια συντονισμένη προσπάθεια της Γερμανίας να συλλάβει προσωπικά τον Γιόσιπ Μπροζ Τίτο. Στις 25 Μαΐου 1944 κατόρθωσε να ξεφύγει από τους Γερμανούς μετά την Επιχείρηση στο Ντρβαρ (Unternehmen Rösselsprung), μια από αέρος επίθεση έξω από το αρχηγείο του στο Ντρβαρ της Βοσνίας.[119]

Ο Τίτο και η Ανώτατη Διοίκηση των Παρτιζάνων τον Mάιο του 1944

Αφότου οι Παρτιζάνοι κατόρθωσαν να αντέξουν και να αποφύγουν αυτές τις έντονες επιθέσεις του Άξονα από τον Ιανουάριο ως τον Ιούνιο του 1943 και η έκταση της συνεργασίας των Τσέτνικ με τους κατακτητές κατέστη προφανής, οι ηγέτες των Συμμάχων μετέστρεψαν την υποστήριξή τους από το Ντράζα Μιχαήλοβιτς στον Τίτο. Ο Βασιλιάς Πέτρος Β΄, ο Αμερικανός Πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούζβελτ και ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ουίνστον Τσώρτσιλ συνέπραξαν με τον Σοβιετικό ηγέτη Ιωσήφ Στάλιν στην επίσημη αναγνώριση του Τίτο και των Παρτιζάνων στη Διάσκεψη της Τεχεράνης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα Συμμαχική βοήθεια να ρίχνεται με αλεξίπτωτα πίσω από τις γραμμές του Αξονα για να βοηθάει τους Παρτιζάνους. Στις 17 Ιουνίου 1944 στο νησί της Δαλματίας Αλεξίπτωτο υπογράφηκε η ομώνυμη συνθήκη (Viški sporazum) σε μια προσπάθεια συγχώνευσης της κυβέρνησης του Τίτο (AVNOJ) με την εξόριστη κυβέρνηση του Βασιλιά Πέτρου Β΄.[120] Η Βαλκανική Πολεμική Αεροπορία σχηματίστηκε τον Ιούνιο του 1944 για να ελέγξει τις επιχειρήσεις που αποσκοπούσαν κυρίως να βοηθήσουν τις δυνάμεις του.[121]

Στις 12 Σεπτεμβρίου 1944 ο Βασιλιάς Πέτρος Β΄ κάλεσε όλους τους Γιουγκοσλάβους να συνενωθούν υπό την ηγεσία του Τίτο και δήλωσε ότι όσοι δεν θα το έκαναν θα ήταν «προδότες»[122] και από εκείνη τη στιγμή ο Τίτο αναγνωρίστηκε από όλες τις Συμμαχικές αρχές (συμπεριλαμβανομένης της εξόριστης κυβέρνησης) ως Πρωθυπουργός της Γιουγκοσλαβίας, όπως και ήδη αρχηγός των Γιουγκοσλαβικών δυνάμεων. Στις 28 Σεπτεμβρίου 1944 το Τηλεγραφικό Πρακτορείο της Σοβιετικής Ένωσης (TASS) ανέφερε ότι ο Τίτο υπέγραψε συμφωνία με τη Σοβιετική Ένωση επιτρέποντας την «προσωρινή είσοδο» του Κόκκινου Στρατού στη Γιουγκοσλαβία, για να συνδράμει στις επιχειρήσεις στις βορειοανατολικές περιοχές της χώρας.[123] Με τη στρατηγική τους δεξιά πλευρά εξασφαλισμένη από τη Συμμαχική προέλαση, οι Παρτιζάνοι προετοίμασαν και πραγματοποίησαν μια μαζική γενική επίθεση που οποία κατάφερε να διασπάσει τις γερμανικές γραμμές και να τους αναγκάσει σε υποχώρηση πέρα από τα σύνορα της Γιουγκοσλαβίας.

Στις 20 Οκτωβρίου 1944 ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Γιουγκοσλαβίας και οι δυνάμεις της 2ης Ουκρανικής Στρατιάς του Κόκκινου Στράτου της ΕΣΣΔ απελευθέρωσαν το Βελιγράδι και μετέπειτα ολόκληρη τη χώρα. Στις 29 Νοεμβρίου 1944 συνεδριάζει για τρίτη φορά το AVNOJ στην ελεύθερη Γιουγκοσλαβία και ο Τίτο είναι ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης της χώρας που χαίρει της εμπιστοσύνης τόσο του ομοϊδεάτη και μέντορα του Ι. Στάλιν όσο και των Δυτικών Συμμάχων.

Κατά τις τελευταίες ημέρες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στη Γιουγκοσλαβία μονάδες των Παρτιζάνων ήταν υπεύθυνες για τις φρικαλεότητες κατά των επαναπατριζόμενων (στρατιωτών και αμάχων, που είχαν συνεργαστεί με τον Άξονα και καταφύγει στην Αυστρία) και αργότερα εγέρθηκαν σχετικές κατηγορίες σε βάρος της Γιουγκοσλαβικής ηγεσίας υπό τον Τίτο. Εκείνη την εποχή, σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο επανειλημμένα έκανε εκκλήσεις για παράδοση στις υποχωρούσες φάλαγγες, προσφέροντας αμνηστία και προσπαθώντας να αποφύγει μια άτακτη παράδοση.[124]. Στις 14 Μαΐου απέστειλε ένα τηλεγράφημα στην ανώτατη έδρα Σλοβένικου Παρτιζάνικου Στρατού, που απαγόρευε την εκτέλεση αιχμαλώτων πολέμου και διέτασσε την προσαγωγή των τυχόν υπόπτων σε στρατοδικείο.[125]

Αμέσως μετά τον πόλεμο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Πανηγυρισμοί για τον Τίτο στο Ζάγκρεμπ το 1945, παρουσία των Ορθόδοξων ιεραρχών, του Καθολικού καρδινάλιου Αλοίσιους Στέπινατς και του Σοβιετικού στρατιωτικού ακολούθου

Στις 7 Μαρτίου 1945 η προσωρινή κυβέρνηση της Δημοκρατικής Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας (ДФЈ) συγκλήθηκε στο Βελιγράδι από τον Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, ενώ το προσωρινό όνομα επέτρεπε είτε τη δημοκρατία είτε τη μοναρχία. Αυτή η κυβέρνηση είχε επικεφαλής τον Τίτο ως προσωρινό Πρωθυπουργό της Γιουγκοσλαβίας και συμπεριλάμβανε εκπροσώπους της βασιλικής εξόριστης κυβέρνησης, μεταξύ άλλων τον Ιβαν Σούμπασιτς. Σύμφωνα με τη συμφωνία μεταξύ των ηγετών της αντίστασης και της εξόριστης κυβέρνησης, μετά τον πόλεμο θα διεξάγονταν εκλογές για να καθοριστεί η μορφή της κυβέρνησης. Τον Νοέμβριο του 1945 το υπέρ της δημοκρατίας Λαϊκό Μέτωπο του Τίτο, με επικεφαλής το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας, κέρδισε τις εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία, καθώς οι μοναρχικοί είχαν μποϊκοτάρει την ψηφοφορία.[126] Την περίοδο αυτή ο Τίτο ήταν φανερό ότι απολάμβανε μαζική λαϊκή υποστήριξη γιατί γενικά θεωρείτο από τις μάζες ο απελευθερωτής της Γιουγκοσλαβίας[127]. Η Γιουγκοσλαβική διοίκηση την άμεση μεταπολεμική περίοδο κατάφερε να ενώσει μια χώρα που είχε πληγεί σοβαρά από υπερεθνικιστικές αναστατώσεις και πολεμικές καταστροφές, καταστέλλοντας με επιτυχία τα εθνικιστικά αισθήματα των διαφόρων εθνοτήτων υπέρ της ανοχής και του κοινού στόχου της Γιουγκοσλαβίας. Μετά τη συντριπτική εκλογική νίκη ο Τίτο επιβεβαιώθηκε ως Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών της ДФЈ. Η χώρα σύντομα μετονομάστηκε σε Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας (που αργότερα μετονομάστηκε τελικά Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας). Στις 29 Νοεμβρίου 1945 ο Βασιλιάς Πέτρος Β΄ καταδικάστηκε επίσημα από τη Γιουγκοσλαβική Συντακτική Συνέλευση. Η Συνέλευση αμέσως μετά συνέταξε ένα νέο δημοκρατικό σύνταγμα.

Ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ το 1944 στη Νάπολη της Ιταλίας

Η Γιουγκοσλαβία οργάνωσε τον Γιουγκοσλαβικό Λαϊκό Στρατό (Jugoslavenska narodna armija ή JNA) από το Κίνημα των Παρτιζάνων, που έγινε ο τέταρτος ισχυρότερος στρατός στην Ευρώπη εκείνη την εποχή.[128] Δημιουργήθηκε επίσης η Διοίκηση Κρατικής Ασφαλείας (Uprava državne bezbednosti / sigurnosti / varnosti, UDBA) σχηματίστηκε ως νέα μυστική αστυνομία, μαζί με μια υπηρεσία ασφαλείας, το Τμήμα Λαϊκής Ασφάλειας (Organ Zaštite Naroda (Armije)', OZNA). Οι Γιουγκοσλαβικές μυστικές υπηρεσίες επιφορτίσθηκαν με τη φυλάκιση και την προσαγωγή σε δίκη μεγάλου αριθμού συνεργατών των Ναζί, συμπεριλαμβανομένων και Καθολικών κληρικών, λόγω της ευρείας συμμετοχής του Κροατικού Καθολικού κλήρου στο καθεστώς των Ούστασε. Ο Ντράζα Μιχαήλοβιτς βρέθηκε ένοχος για συνεργασία, εσχάτη προδοσία και εγκλήματα πολέμου και στη συνέχεια εκτελέστηκε τον Ιούλιο του 1946.

Ο Πρωθυπουργός Γιόσιπ Μπροζ Τίτο συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Συνόδου των (Καθολικών) Επισκοπών της Γιουγκοσλαβίας Αλοίσιους Στέπινατς στις 4 Ιουνίου 1945, δύο ημέρες μετά την απελευθέρωσή του από τη φυλάκιση. Οι δύο τους δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία για το καθεστώς της Καθολικής Εκκλησίας. Υπό την ηγεσία του Στέπινατς η σύνοδος των επισκόπων εξέδωσε μια επιστολή που καταδίκαζε τα εικαζόμενα εγκλήματα πολέμου των Παρτιζάνων τον Σεπτέμβριο του 1945. Τον επόμενο χρόνο ο Στέπινατς συνελήφθη και προσήχθη σε δίκη. Τον Οκτώβριο του 1946, στην πρώτη ειδική του σύνοδο μετά από 75 χρόνια, το Βατικανό αφόρισε τον Τίτο και τη Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση για την καταδίκη του Στέπινατς σε 16 χρόνια φυλάκισης με την κατηγορία της βοήθειας στην τρομοκρατία των Ούστασε και της υποστήριξης του αναγκαστικού προσηλυτισμού Σέρβων στον Καθολικισμό.[129] Ο Στέπινατς έτυχε προνομιακής μεταχείρισης ως προς την αναγνώριση του καθεστώτος του[130] και η ποινή σύντομα μειώθηκε και περιορίστηκε σε κατ 'οίκον περιορισμό, με την επιλογή της μετανάστευσης ανοικτή για τον αρχιεπίσκοπο. Στη συνέχεια οι μεταρρυθμίσεις κατέστησαν τη Γιουγκοσλαβία σημαντικά πιο φιλελεύθερη θρησκευτική από τις χώρες του Ανατολικού Μπλοκ.

Κατά τους πρώτους μεταπολεμικούς χρόνους ο Τίτο θεωρήθηκε ευρέως κομμουνιστής ηγέτης πολύ πιστός στη Μόσχα, πράγματι θεωρήθηκε συχνά δεύτερος μόνο μετά τον Στάλιν στο Ανατολικό Μπλοκ. Στην πραγματικότητα ο Στάλιν και ο Τίτο είχαν από την αρχή μια «δύσκολη» συμμαχία, με τον Στάλιν να θεωρεί τον Τίτο πολύ ανεξάρτητο.

Κατά την αμέσως μεταπολεμική περίοδο η Γιουγκοσλαβία του Τίτο είχε μια έντονη δέσμευση στις ορθόδοξες μαρξιστικές ιδέες. Συνηθισμένα ήταν τα σκληρά κατασταλτικά μέτρα κατά των αντιφρονούντων, μεταξύ των οποίων «συλλήψεις, σκηνοθετημένες δίκες, αναγκαστική κολεκτιβοποίηση, καταπίεση των εκκλησιών και της θρησκείας»[131].

Σχίσμα Τίτο-Στάλιν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο χαιρετά την πρώην Αμερικανίδα πρώην κυρία Έλινορ Ρούζβελτ κατά την επίσκεψή του τον Ιούλιο του 1953
Καρντέλι, Ράνκοβιτς και Τίτο το 1958
Ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο επισκέπτεται τη γενέτειρά του Κούμροβετς το 1961

Σε αντίθεση με άλλα νέα κομμουνιστικά κράτη στην ανατολική Κεντρική Ευρώπη η Γιουγκοσλαβία απελευθερώθηκε από την κυριαρχία του Άξονα με περιορισμένη άμεση στήριξη από τον Κόκκινο Στρατό. Ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Τίτο στην απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας ενίσχυσε όχι μόνο τη θέση του στο κόμμα του και μεταξύ του Γιουγκοσλαβικού λαού, αλλά τον ώθησε να επιμείνει περισσότερο ώστε η Γιουγκοσλαβία να έχει περισσότερα περιθώρια να ακολουθήσει τα δικά της συμφέροντα από ότι άλλοι ηγέτες του Μπλοκ που είχαν περισσότερους λόγους να αναγνωρίσουν τη Σοβιετική συμβολή στην απελευθέρωση των χωρών τους από τον έλεγχο του Άξονα. Παρόλο που ο Τίτο ήταν επίσημα σύμμαχος του Στάλιν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Σοβιετικοί είχαν δημιουργήσει ένα δίκτυο κατασκοπείας στο Γιουγκοσλαβικό κόμμα ήδη από το 1945, οδηγώντας σε μια «δύσκολη» συμμαχία.

Από τον Νοέμβριο του 1945 στη Γιουγκοσλαβία έχει εδραιωθεί η εξουσία του Τίτο και του ΚΚΓ. Η χώρα απόκτα νέο σύνταγμα που ουσιαστικά δεν είναι τίποτα άλλο από μία αντιγραφή του σοβιετικού συντάγματος του 1936. Στην ύπαιθρο αρχίζει κολεκτιβοποίηση, στις πόλεις οι εθνικοποιήσεις τραπεζών και μονάδων παραγωγής. Ο στρατός οργανώνεται σύμφωνα με τα σοβιετικά πρότυπα. Καμία άλλη λαϊκή δημοκρατία στην Ανατολική Ευρώπη δεν είναι τόσο κοντά στην ΕΣΣΔ όσο η Γιουγκοσλαβία του Τίτο (με εξαίρεση ίσως τη Βουλγαρία του Δημητρόβ).

Αμέσως μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σημειώθηκαν πολλά ένοπλα επεισόδια μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και των Δυτικών Συμμάχων. Μετά τον πόλεμο η Γιουγκοσλαβία απέκτησε το Ιταλικό έδαφος της Ίστριας καθώς και τις πόλεις Ζάνταρ και Ριέκα. Η Γιουγκοσλαβική ηγεσία προσπαθούσε να ενσωματώσει στη χώρα και την Τεργέστη, πράγμα στο οποίο αντιτάχθηκαν οι Δυτικοί Σύμμαχοι. Αυτό οδήγησε σε πολλά ένοπλα περιστατικά, κυρίως επιθέσεις από μαχητικά αεροσκάφη της Γιουγκοσλαβίας σε αεροσκάφη των ΗΠΑ, προκαλώντας οξείες επικρίσεις από τη Δύση. Από το 1945 έως το 1948 καταστράφηκαν τουλάχιστον τέσσερα αεροσκάφη των ΗΠΑ. Ο Στάλιν αντιτάχθηκε σε αυτές τις προκλήσεις, καθώς θεωρούσε τη Σοβιετική Ένωση ανέτοιμη να αντιμετωπίσει τη Δύση σε ανοιχτό πόλεμο τόσο σύντομα μετά τις απώλειες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ενώ οι ΗΠΑ είχαν επιχειρησιακά πυρηνικά όπλα, ενώ η ΕΣΣΔ δεν είχε πραγματοποιήσει ακόμη την πρώτη της δοκιμή. Την εποχή αυτή γεννιέται η ιδέα της ίδρυσης της Βαλκανικής Ομοσπονδίας στα πρότυπα της Σοβιετικής Ένωσης που θα συμπεριλάμβανε τη Γιουγκοσλαβία, τη Βουλγαρία, την Αλβανία, τη Ρουμανία και την Ελλάδα σε περίπτωση νίκης του ΔΣΕ. Η πρωτοβουλία αυτή των ηγετών της Βουλγαρίας Γκεόρκι Δημητρόφ και της Γιουγκοσλαβίας Τίτο δυσαρέστησε τον Ι. Στάλιν. Ο Σοβιετικός ηγέτης ζήτησε εξηγήσεις από τους Τίτο και Δημητρόβ επειδή αυτοί έδρασαν χωρίς προηγούμενη σχετική συνεννόηση με τη Μόσχα. Ο Στάλιν φοβόταν πως οποιαδήποτε ριζική αλλαγή στα Βαλκάνια θα μπορούσε να φέρει σε σύγκρουση την ΕΣΣΔ με τη Δύση. Ο Τίτο δεν ήταν διατεθειμένος να συμμορφωθεί με τις οδηγίες της Μόσχας. Έστειλε στην Αλβανία στρατιωτικές δυνάμεις με πρόφαση την υπεράσπιση των αλβανικών συνόρων σε ενδεχόμενη επίθεση του ελληνικού στρατού που κυνηγούσε στην περιοχή της Πίνδου τους μαχητές του ΔΣΕ. Αυτό εξόργισε τον Στάλιν που επ' ουδενί λόγω δεν ήθελε την περαιτέρω εμπλοκή των Σοβιετικών στην περιοχή.

Η σύγκρουση Τίτο-Στάλιν επηρέασε και την εξέλιξη του εμφυλίου στην Ελλάδα. Ο Τίτο υποστήριζε ανοιχτά την πλευρά των Κομμουνιστών στον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο, ενώ ο Στάλιν κρατούσε τις αποστάσεις του, έχοντας συμφωνήσεις με τον Τσόρτσιλ να μην επιδιώξει σοβιετικά συμφέροντα εκεί, αν και υποστήριζε πολιτικά τον αγώνα των Ελλήνων Κομμουνιστών, όπως αποδείχθηκε σε αρκετές συνεδριάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.Ο Τίτο επέτρεπε στα τμήματά του ΔΣΕ να υποχωρούν προς τη γιουγκοσλαβική επικράτεια, να βρίσκουν νοσηλεία για τους τραυματίες και να ανεφοδιάζονται. Η κωμόπολη Μπουλκές (σημερινό Μάγκλιτς) της Βοϊβοντίνας είχε παραχωρηθεί στον ΔΣΕ. Γι' αυτό τον λόγο το KKE απέφευγε για μεγάλο χρονικό διάστημα να καταγγείλει τη Γιουγκοσλαβία για τη στάση της. Προχώρησε δε σ’ αυτή την καταγγελία προς το τέλος του Εμφυλίου, με άρθρο του N. Ζαχαριάδη, που έφερε τον τίτλο: «Το στιλέτο του Τίτο χτυπά πισώπλατα τη Λαϊκοδημοκρατική Ελλάδα». Τότε το KK Γιουγκοσλαβίας άλλαξε ριζικά την τακτική του αρχίζοντας να παρεμβάλλει αργά, αλλά σταθερά, όλο και περισσότερα εμπόδια στον Δημοκρατικό Στρατό. Αποκορύφωμα όλων αυτών υπήρξε η ανακοίνωση από τον Τίτο, στις 11 Ιουλίου 1949, κατά την ομιλία του στην πόλη Πούλα της Ίστριας, για το κλείσιμο των ελληνογιουγκοσλαβικών συνόρων[132]. Το καθεστώς του στρατάρχη Τίτο υποχρέωσε τους Έλληνες που διέμεναν στη χώρα να την εγκαταλείψουν, ενώ όλες οι ακίνητες περιουσίες τους εθνικοποιήθηκαν και όλα τα ελληνικά ιδρύματα σχολεία κ.λπ. έκλεισαν. Συνέπεια αυτού ήταν η καταφυγή των Ελλήνων της Γιουγκοσλαβίας κυρίως στη Θεσσαλονίκη όπου και εγκαταστάθηκαν μόνιμα.

Το 1948, με την επιθυμία του να δημιουργήσει μια ισχυρή ανεξάρτητη οικονομία, ο Τίτο διαμόρφωσε το δικό του σχέδιο οικονομικής ανάπτυξης ανεξάρτητα από τη Μόσχα, με αποτέλεσμα μια διπλωματική κλιμάκωση ακολουθούμενη από μια οξεία ανταλλαγή επιστολών στην οποία ο Τίτο έγραψε ότι «Μελετάμε και λαμβάνουμε ως παράδειγμα το σοβιετικό σύστημα αλλά το ανέπτυξε με διαφορετική μορφή». Η σοβιετική απάντηση στις 4 Μαΐου προειδοποίησε τον Τίτο και το Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ) ότι δεν κατάφεραν να παραδεχτούν και να διορθώσουν τα λάθη τους και συνέχισε να τους κατηγορεί ότι ήταν πολύ υπερήφανοι για τις επιτυχίες τους εναντίον των Γερμανών, υποστηρίζοντας ότι ο Κόκκινος Στρατός τους είχε σώσει από την καταστροφή. Στην απάντησή του Τίτο στις 17 Μαΐου πρότεινε να διευθετηθεί το ζήτημα κατά τη συνάντηση της Κομινφόρμ που θα πραγματοποιείτο τον Ιούνιο. Ωστόσο ο Τίτο δεν παρακολούθησε τη δεύτερη αυτή συνάντηση της Κομινφόρμ, φοβούμενος ότι η Γιουγκοσλαβία θα δεχόταν ανοιχτή επίθεση. Το 1949 η κρίση κλιμακώθηκε στα όρια της ένοπλης σύγκρουσης, καθώς οι Ουγγρικές και Σοβιετικές δυνάμεις συγκεντρώνονταν στα σύνορα της βόρειας Γιουγκοσλαβίας.[133] Η ΕΣΣΔ δεν προχώρησε σε στρατιωτική επέμβαση για δύο λόγους: πρώτον ο Τίτο βασιζόμενος σχεδόν μόνο στους δικούς του αντάρτες απελευθέρωσε τη Γιουγκοσλαβία ενώ η συμμέτοχη του Κόκκινου Στρατού ήταν μικρότερη από ότι στην περίπτωση π.χ. της Πολωνίας ή της Τσεχοσλοβακίας και δεύτερο είχε αρχίσει ο πόλεμος στην Ασία και συγκεκριμένα στην Κορέα[134]. Στις 28 Ιουνίου οι άλλες χώρες-μέλη απέβαλαν τη Γιουγκοσλαβία, κάνοντας λόγο για «εθνικιστικά στοιχεία» που «κατάφεραν στο διάστημα των τελευταίων πέντε ή έξι μηνών να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση στην ηγεσία» του ΚΚΓ. Η εκτίμηση στη Μόσχα ήταν ότι, από τη στιγμή που ήταν γνωστό ότι είχε χάσει τη Σοβιετική έγκριση, ο Τίτο θα κατέρρεε. «Θα κουνήσω το μικρό μου δάκτυλο και δεν θα υπάρχει πλέον Τίτο», παρατήρησε ο Στάλιν.[135] Η αποβολή απέκλεισε τελικά τη Γιουγκοσλαβία από τη διεθνή κοινότητα των σοσιαλιστικών κρατών, ενώ άλλα σοσιαλιστικά κράτη της Ανατολικής Ευρώπης προέβησαν στη συνέχεια σε εκκαθαρίσεις υποτιθέμενων «Τιτοϊκών». Ο Στάλιν πήρε το θέμα προσωπικά και οργάνωσε αρκετές απόπειρες δολοφονίας του Τίτο, χωρίς επιτυχία. Σε μια αλληλογραφία μεταξύ των δύο ηγετών ο Τίτο έγραψε ανοιχτά :

Σταμάτα να στέλνεις ανθρώπους να με σκοτώσουν. Έχουμε ήδη συλλάβει πέντε από αυτούς, έναν από αυτούς με βόμβα και έναν άλλο με τουφέκι. [...] Αν δεν σταματήσεις να στέλνεις δολοφόνους, θα στείλω ένα στη Μόσχα και δεν θα χρειαστεί να στείλω δεύτερο.

— Γιόσιπ Μπροζ Τίτο[136]

Μια σημαντική συνέπεια της έντασης που δημιουργήθηκε μεταξύ της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης ήταν η απόφαση του Τίτο να ξεκινήσει μια μεγάλης κλίμακας καταστολή εναντίον οποιουδήποτε πραγματικού ή υποτιθέμενου αντιπάλου της δικής του άποψης για τη Γιουγκοσλαβία. Η καταστολή αυτή δεν περιοριζόταν σε γνωστούς και υποτιθέμενους σταλινικούς, αλλά περιλάμβανε και μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος ή οποιονδήποτε εξέφραζε συμπάθεια προς τη Σοβιετική Ένωση. Επιφανείς παρτιζάνοι, όπως ο Βλάντο Ντάπτσεβιτς και ο Ντράγκολιουμπ Μιτσούνοβιτς, υπήρξαν θύματα αυτής της περιόδου έντονης καταστολής που κράτησε μέχρι το 1956 και χαρακτηρίστηκε από σημαντικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[137][138] Δεκάδες χιλιάδες πολιτικοί αντίπαλοι θήτευσαν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας, όπως το Γκόλι Ότοκ[139] και εκατοντάδες πέθαναν.

Ο Τίτο με τον ηγέτη του Βόρειου Βιετνάμ Χο Τσι Μινχ στο Βελιγράδι το 1957

Η αποξένωση του Τίτο από την ΕΣΣΔ επέτρεψε στη Γιουγκοσλαβία να λάβει αμερικανική βοήθεια μέσω του Σχέδιου Μάρσαλ. Ωστόσο δεν συμφώνησε να ευθυγραμμιστεί με τη Δύση, όπως συνήθως συνεπαγόταν η αποδοχή της αμερικανικής βοήθειας εκείνη την εποχή. Μετά τον θάνατο του Στάλιν το 1953 οι σχέσεις με την ΕΣΣΔ χαλάρωσαν και ο Τίτο άρχισε να λαμβάνει βοήθεια και από την Κομεκόν. Με αυτό τον τρόπο ο Τίτο χρησιμοποίησε τον ανταγωνισμό Ανατολής-Δύσης προς όφελός του. Αντί να επιλέξει πλευρά πρωτοστάτησε στο ξεκίνημα του Κινήματος των Αδεσμεύτων, που θα λειτουργούσε ως «τρίτος δρόμος» για τις χώρες που ενδιαφέρονταν να παραμείνουν έξω από τη διαίρεση Ανατολής-Δύσης[17].

Η πρωτοβουλία αυτή ήταν σημαντική όχι μόνο για τη Γιουγκοσλαβία και τον Τίτο αλλά και για την παγκόσμια ανάπτυξη του σοσιαλισμού, καθώς ήταν ο πρώτος μεγάλος διαχωρισμός μεταξύ των Κομμουνιστικών κρατών, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τις αξιώσεις της Κομιντέρν για τον σοσιαλισμό να είναι μια ενιαία δύναμη που τελικά θα μπορούσε να ελέγξει ολόκληρο τον κόσμο, καθώς ο Τίτο έγινε ο πρώτος (και ο μόνος με επιτυχία) σοσιαλιστής ηγέτης που αψήφησε την ηγεσία του Στάλιν στην Κομινφόρμ. Αυτό το σχίσμα με τη Σοβιετική Ένωση έδωσε στον Τίτο σημαντική διεθνή αναγνώριση, αλλά προκάλεσε επίσης μια περίοδο αστάθειας. Η μορφή του κομμουνισμού του Τίτο χαρακτηρίστηκε ως «Τιτοϊσμός» της Μόσχας, που ενθάρρυνε τις εκκαθαρίσεις εναντίον των υποτιθέμενων «Τιτοϊκών» σε όλο το Ανατολικό Μπλοκ.

Ο Πρόεδρος της ΣΟΔ της Γιουγκοσλαβίας Γιόσιπ Τίτο και η πρώτη κυρία Γιοβάνκα Μπουντισάβλιεβιτς-Μπροζ το 1960 στην Ινδονησία
Ο Τίτο και ο Νικίτα Χρουστσόφ στα Σκόπια μετά τον σεισμό του 1963

Στις 26 Ιουνίου 1950 η Εθνική Συνέλευση ψήφισε ένα σημαντικότατο νόμο, που είχαν συντάξει ο Μίλοβαν Τζίλας και ο Τίτο σχετικά με την «αυτοδιαχείριση» (samoupravljanje), ένα είδος συνεταιριστικού ανεξάρτητου σοσιαλιστικού πειράματος που εισήγαγε την κατανομή των κερδών και τη δημοκρατία στον χώρο εργασίας σε πρώην κρατικές επιχειρήσεις, που τότε έγινε άμεση κοινωνική ιδιοκτησία των εργαζομένων. Στις 13 Ιανουαρίου 1953 καθιέρωσαν τον νόμο για την αυτοδιαχείριση ως βάση ολόκληρης της κοινωνικής τάξης στη Γιουγκοσλαβία. Ο Τίτο διαδέχτηκε επίσης τον Ιβάν Ρίμπαρ ως Πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας στις 14 Ιανουαρίου 1953. Μετά τον θάνατο του Στάλιν ο Τίτο απέρριψε την πρόσκληση της ΕΣΣΔ για επίσκεψη για τη συζήτηση για την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο κρατών. Ο Νικίτα Χρουστσόφ και ο Νικολάι Μπουλγκάνιν επισκέφθηκαν τον Τίτο στο Βελιγράδι το 1955 και ζήτησαν συγνώμη για τις παραβιάσεις από τη διοίκηση του Στάλιν. Ο Τίτο επισκέφθηκε την ΕΣΣΔ το 1956, γεγονός που ήταν ένα μήνυμα παγκοσμίως ότι η εχθρότητα μεταξύ Γιουγκοσλαβίας και ΕΣΣΔ εξομαλυνόταν.[140] Ωστόσο η σχέση θα φτάσει σε νέο χαμηλό στα τέλη της δεκαετίας του 1960.[141]

Το σχίσμα Τίτο-Στάλιν είχε μεγάλες επιπτώσεις για χώρες εκτός της ΕΣΣΔ και της Γιουγκοσλαβίας. Παρουσιάστηκε, για παράδειγμα, ως ένας από τους λόγους της δίκης Σλάνσκυ στην Τσεχοσλοβακία, όπου εκκαθαρίστηκαν 14 ανώτατοι Κομμουνιστές αξιωματούχοι, εκ των οποίων 11 εκτελέστηκαν. Ο Στάλιν άσκησε πίεση στην Τσεχοσλοβακία να διεξάγει εκκαθαρίσεις για να αποθαρρύνει την εξάπλωση της ιδέας ενός «εθνικού δρόμου προς τον σοσιαλισμό», που είχε υιοθετήσει ο Τίτο[142].

Το διπλωματικό διαβατήριο του Τίτο, 1973
Συνάντηση κορυφής ΗΠΑ-Γιουγκοσλαβίας, 1978

Παράλληλα ο Τίτο αναζητεί νέους συμμάχους. Στρέφεται προς τη Δύση και προς τα καπιταλιστικά βαλκανικά κράτη. Το 1953 εκλέγεται από τη βουλή της Γιουγκοσλαβίας στο αξίωμα του Προέδρου και την ίδια χρονιά υπογράφει συμφωνία συνεργασίας με την Ελλάδα, οπότε και οι σχέσεις των δύο γειτονικών κρατών ομαλοποιούνται. Ένα χρόνο αργότερα παρόμοιο σύμφωνο υπογράφτηκε και με την Τουρκία. Συγχρόνως ο Τίτο εκπροσωπώντας τη Γιουγκοσλαβία αρχίζει να ταξιδεύει σε μία σειρά χώρες, τόσο του δυτικού όσο και του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Υπό την ηγεσία του Τίτο η Γιουγκοσλαβία έγινε ιδρυτικό μέλος του Κινήματος των Αδεσμεύτων. Το 1961 ο Τίτο συνίδρυσε το κίνημα με τον Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ της Αιγύπτου, τον Τζαβαχαρλάλ Νεχρού της Ινδίας, τον Σουκάρνο της Ινδονησίας και τον Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνας, με μια ενέργεια που ονομάστηκε Η Πρωτοβουλία των Πέντε (Τίτο, Νεχρού, Νάσερ, Σουκάρνο, Νκρούμαχ), εγκαθιστώντας έτσι στενούς δεσμούς με τις χώρες του τρίτου κόσμου. Αυτή η κίνηση συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση της διπλωματικής θέσης της Γιουγκοσλαβίας. Την 1η Σεπτεμβρίου 1961 ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο έγινε ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του Κινήματος των Αδεσμεύτων.

Η εξωτερική πολιτική του Τίτο οδήγησε σε σχέσεις με αρκετές κυβερνήσεις, όπως η ανταλλαγή επισκέψεων (1954 και 1956) με τον Αυτοκράτορα Χαϊλέ Σελασιέ της Αιθιοπίας, όπου ονομάστηκε ένας δρόμος προς τιμήν του.

Ο Τίτο χαρακτηρίστηκε από την άσκηση μιας εξωτερικής πολιτικής ουδετερότητας κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και για την εδραίωση στενών δεσμών με τις αναπτυσσόμενες χώρες. Η έντονη πίστη του Τίτο στην αυτοδιάθεση προκάλεσε το ρήγμα του 1948 με τον Στάλιν και κατά συνέπεια με το Ανατολικό Μπλοκ. Στις δημόσιες ομιλίες του συχνά επαναλάμβανε ότι η πολιτική της ουδετερότητας και της συνεργασίας με όλες τις χώρες θα ήταν αυτονόητη όσο οι χώρες αυτές δεν χρησιμοποιούσαν την επιρροή τους για να πιέσουν τη Γιουγκοσλαβία να ταχθεί με το μέρος τους. Οι σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης ήταν γενικά εγκάρδιες.

Η Γιουγκοσλαβία είχε μια φιλελεύθερη ταξιδιωτική πολιτική, επιτρέποντας στους ξένους να ταξιδεύουν ελεύθερα μέσα στη χώρα και στους πολίτες της να ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο[143], πράγμα που είχε περιορισμούς στις περισσότερες κομμουνιστικές χώρες. Πολλοί Γιουγκοσλάβοι πολίτες εργάζονταν σε όλη τη Δυτική Ευρώπη. Ο Τίτο συναντήθηκε με πολλούς ξένους ηγέτες κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του, όπως οι Σοβιετικοί ηγέτες Ιωσήφ Στάλιν, Νικίτα Χρουστσόφ και Λεονίντ Μπρέζνιεφ, ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ της Αιγύπτου, οι Ινδοί πολιτικοί Τζαβαχαρλάλ Νεχρού και Ίντιρα Γκάντι, οι Βρετανοί Πρωθυπουργοί Ουίνστον Τσώρτσιλ, Τζέιμς Κάλαχαν και Μάργκαρετ Θάτσερ, οι πρόεδροι των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, Τζον Φ. Κένεντι, Ρίτσαρντ Νίξον, Τζέραλντ Φορντ και Τζίμι Κάρτερ. Αλλοι πολιτικοί ηγέτες, αξιωματούχοι και αρχηγοί κρατών που ο Τίτο συνάντησε τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του, ήταν μεταξύ άλλων οι Τσε Γκεβάρα, Φιντέλ Κάστρο, Γιάσερ Αραφάτ, Βίλλυ Μπραντ, Χέλμουτ Σμιτ, Ζωρζ Πομπιντού, Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄, Χούα Γκουοφέγκ, Κιμ Ιλ Σουνγκ, Σέιχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν, Σουκάρνο, Ιντί Αμίν, Χαϊλέ Σελασιέ, Κένεθ Καούντα, Καντάφι, Έριχ Χόνεκερ, Νικολάε Τσαουσέσκου, Γιάνος Κάνταρ, Ούρο Κέκονεν και τον Ελληνα Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Συναντήθηκε επίσης με πολλές διασημότητες.

Το 1953 ο Τίτο ταξίδεψε στη Βρετανία για επίσημη επίσκεψη και συναντήθηκε με τον Ουίνστον Τσώρτσιλ. Ταξίδεψε επίσης στο Κέιμπριτζ και επισκέφτηκε τη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου.[144]

Ο Τίτο επισκέφθηκε την Ινδία από τις 22 Δεκεμβρίου 1954 μέχρι τις 8 Ιανουαρίου 1955.[145] Μετά την επιστροφή του ήρε πολλούς περιορισμούς σε εκκλησίες και πνευματικά ιδρύματα στη Γιουγκοσλαβία.

Ο Τίτο ανέπτυξε επίσης θερμές σχέσεις με τη Βιρμανία υπό τον Ου Νου, ταξιδεύοντας στη χώρα το 1955 και πάλι το 1959, αν και δεν έτυχε της ίδιας μεταχείρισης το 1959 από τον νέο ηγέτη Νε Ουίν.

Στην Ελλάδα επισκέφτηκε την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη το 1954 και το 1956 την Κέρκυρα, οπότε συναντήθηκε και με τον Έλληνα Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Κάρτα του Τίτο του 1967

Στο εσωτερικό της Γιουγκοσλαβίας λαμβάνει χώρα ένα πρωτόγνωρο κοινωνικό πείραμα. Ο Τίτο και οι συνεργάτες τους (κυρίως ο Έντβαρντ Καρντέλι) εγκαταλείπουν το σταλινικό μοντέλο ανάπτυξης και εξέλιξης του σοσιαλισμού. Εφαρμόζουν τη λεγόμενη Σοσιαλιστική Αυτοδιαχείριση. Ένα πολύπλοκο αλλά ελαστικότερο σύστημα κεντροποιημένης οικονομίας όπου οι εργάτες των βιομηχανικών μονάδων εκλέγουν τη διοίκηση της μονάδας τους και συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων. Το Κόμμα περιοριζόταν στην κεντρική κρατική διοίκηση και τον Γιουγκοσλαβικό Λαϊκό Στρατό. Το 1952 το ΚΚΓ αλλάζει το όνομά του σε Ένωση Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών (ΕΓΚ) ονομασία που παραπέμπει στα πρώτα μαρξιστικά σχέδια κόμματος.

Το επίπεδο ζωής στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 ήταν υψηλότερο από ότι στις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και μπορούσε να συγκριθεί με το επίπεδο των χωρών της Δυτικής Ευρώπης. Ο χαλαρός κεντρικός έλεγχος της παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία να υπάρχει το φαινόμενο της ανεργίας. Σε συνδυασμό με την ελεύθερη μεταναστευτική πολιτική του Τίτο, χιλιάδες νέοι πολίτες της Γιουγκοσλαβίας (κυρίως από τις φτωχές δημοκρατίες) αναζήτησαν καλύτερη τύχη στο εξωτερικό, στη Δυτ. Γερμανία, στην Ολλανδία και στην Αυστραλία. Το γεγονός αυτό, μαζί με την παράλληλη αύξηση της τουριστικής κίνησης αποφέρουν τεράστια συναλλαγματικά αποθέματα στα κεντρικά ταμεία τα οποία και υποθηκεύονται για τη λήψη δανείων. Η Γιουγκοσλαβία του Τίτο από μια αγροτική χώρα προπολεμικά μετατρέπεται σε μια βιομηχανική δύναμη. Τα γιουγκοσλαβικά προϊόντα είχαν εξαιρετική ζήτηση στην Αν. Ευρώπη και λόγω της τιμής ήταν ανταγωνιστικά στη Δύση.

Τον Ιούνιο του 1965, ο γραμματέας του ΚΚΣΕ και νέος ισχυρός άνδρας της ΕΣΣΔ, Λεονίντ Μπρέζνιεφ, και ο Αναστάς Μικογιάν υποδέχθηκαν με σπάνιες τιμές τον Γιουγκοσλάβο πρόεδρο, στρατάρχη Τίτο. Η λαμπρότητα της υποδοχής δεν ήταν τυχαία καθώς επρόκειτο για την πρώτη επίσκεψη του Τίτο στη Σοβιετική Ένωση μετά την ανατροπή του Νικίτα Χρουστσόφ[146].

Στις 7 Απριλίου 1963 η χώρα άλλαξε το επίσημο της όνομα σε Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας. Οι μεταρρυθμίσεις ενθάρρυναν τις ιδιωτικές επιχειρήσεις και χαλάρωσαν σημαντικά τους περιορισμούς στη θρησκευτική έκφραση.[143] Στη συνέχεια ο Τίτο έκανε μια περιοδεία στην Αμερικανική ήπειρο. Στη Χιλή δύο υπουργοί της κυβέρνησης παραιτήθηκαν λόγω της επίσκεψής του στη χώρα αυτή[147][148]. Το φθινόπωρο του 1960 ο Τίτο συναντήθηκε με τον πρόεδρο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ στη σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών. Ο Τίτο και ο Αϊζενχάουερ συζήτησαν μια σειρά ζητημάτων από τον έλεγχο των εξοπλισμών ως την οικονομική ανάπτυξη. Όταν ο Αϊζενχάουερ παρατήρησε ότι η ουδετερότητα της Γιουγκοσλαβίας ήταν «ουδέτερη ως προς την πλευρά του», ο Τίτο απάντησε ότι η ουδετερότητα δεν συνεπαγόταν παθητικότητα αλλά σήμαινε «ότι δεν παίρνει την πλευρά κανενός»[149].

Το 1966 μια συμφωνία με το Βατικανό, που ενθαρρύνθηκε εν μέρει από τον θάνατο του αντικομμουνιστή αρχιεπισκόπου του Ζάγκρεμπ Αλοίσιους Στέπινατς το 1960 και από τη μεταστροφή στην προσέγγιση της εκκλησίας για την αντίθεση στον κομμουνισμό που προήλθε από τη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού, προσέδωσε νέα ελευθερία στη Γιουγκοσλαβική Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, ιδιαίτερα στην κατήχηση και την ίδρυση θεολογικών σχολών. Η συμφωνία άμβλυνε επίσης τις εντάσεις, που είχαν εμποδίσει τη χειροτονία νέων επισκόπων στη Γιουγκοσλαβία από το 1945. Ο νέος σοσιαλισμός του Τίτο συνάντησε την αντιπολίτευση των παραδοσιακών κομμουνιστών με αποκορύφωμα συνωμοσία με επικεφαλής τον Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς[150]. Τον ίδιο χρόνο ο Τίτο δήλωσε ότι οι κομμουνιστές πρέπει πλέον να ορίσουν τη πορεία της Γιουγκοσλαβίας με τη δύναμη των επιχειρημάτων τους (υπονοώντας την εγκατάλειψη της λενινιστικής ορθοδοξίας και την ανάπτυξη του φιλελεύθερου κομμουνισμού)[151]. Η ισχύς της Υπηρεσίας Κρατικής Ασφάλειας (UDBA) περιορίστηκε και το προσωπικό της μειώθηκε σε 5000.

Την 1η Ιανουαρίου 1967 η Γιουγκοσλαβία ήταν η πρώτη κομμουνιστική χώρα που άνοιξε τα σύνορά της σε όλους τους ξένους επισκέπτες και κατάργησε την υποχρέωση βίζας[152]. Την ίδια χρονιά ο Τίτο δραστηριοποιήθηκε στην προώθηση μιας ειρηνικής επίλυσης της αραβοϊσραηλινής σύγκρουσης. Το σχέδιό του κάλεσε τους Άραβες να αναγνωρίσουν το κράτος του Ισραήλ με αντάλλαγμα τα εδάφη που είχε καταλάβει το Ισραήλ[153].

Το 1968 ο Τίτο προσφέρθηκε στον Τσεχοσλοβάκο ηγέτη Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ να πετάξει στην Πράγα μέσα σε τρεις ώρες αν χρειαζόταν βοήθεια για να αντιμετωπίσει τους Σοβιετικούς. Τον Απρίλιο του 1969 ο Τίτο απομάκρυνε τους στρατηγούς Ιβάν Γκόσνιακ και Ράντε Χάμοβιτς μετά την εισβολή στην Τσεχοσλοβακία εξαιτίας της ανετοιμότητας του Γιουγκοσλαβικού στρατού να ανταποκριθεί σε παρόμοια εισβολή στη Γιουγκοσλαβία[154].

Το 1971 ο Τίτο εκλέχτηκε εκ νέου Πρόεδρος της Γιουγκοσλαβίας από την Ομοσπονδιακή Συνέλευση για έκτη φορά. Στην ομιλία του ενώπιον της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης εισήγαγε 20 σαρωτικές συνταγματικές τροποποιήσεις που παρείχαν ένα επικαιροποιημένο πλαίσιο στο οποίο θα βασίζεται η χώρα. Οι τροποποιήσεις προέβλεπαν ένα συλλογικό προεδρείο, ένα 22μελές όργανο αποτελούμενο από εκλεγμένους αντιπροσώπους των έξι δημοκρατιών και των δύο αυτόνομων επαρχιών. Το προεδρείο είχε έναν πρόεδρο προερχόμενο εναλλάξ από τις έξι δημοκρατίες. Όταν η Ομοσπονδιακή Συνέλευση δεν κατέληγε σε συμφωνία στη νομοθέτηση το συλλογικό προεδρείο είχε την εξουσία να αποφασίζει με διάταγμα. Οι τροποποιήσεις προέβλεπαν επίσης ενισχυμένο υπουργικό συμβούλιο με σημαντική εξουσία να εισάγει και να απορρίπτει νόμους ανεξάρτητα από το Κομμουνιστικό Κόμμα. Πρωθυπουργός εξελέγη ο Τζέμαλ Μπίγεντιτς. Οι νέες τροπολογίες αποσκοπούσαν στην αποκέντρωση της χώρας, παρέχοντας μεγαλύτερη αυτονομία στις δημοκρατίες και τις επαρχίες. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση διατηρούσε την εξουσία μόνο για τις εξωτερικές υποθέσεις, την άμυνα, την εσωτερική ασφάλεια, τις νομισματικές υποθέσεις, το ελεύθερο εμπόριο εντός της Γιουγκοσλαβίας και τα αναπτυξιακά δάνεια σε φτωχότερες περιοχές. Ο έλεγχος της εκπαίδευσης, της υγειονομικής περίθαλψης και της στέγασης θα ασκείτο εξ ολοκλήρου από τις κυβερνήσεις των δημοκρατιών και των αυτόνομων επαρχιών[155].

Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Τίτο, στα μάτια των κομμουνιστών της Δύσης,[156] ήταν η καταστολή των εθνικιστικών εξεγέρσεων και η διατήρηση της ενότητας σε ολόκληρη τη χώρα. Ήταν η έκκληση του Τίτο για ενότητα και οι αντίστοιχες μεθοδεύσεις, που συγκρατούσαν ενωμένο τον λαό της Γιουγκοσλαβίας[157]. Αυτή η ικανότητα δοκιμάστηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του, κυρίως κατά τη διάρκεια της Κροατικής Άνοιξης (που αναφέρεται επίσης και ως Masovni pokret, maspok, που σημαίνει «Μαζικό Κίνημα»), όταν η κυβέρνηση κατέστειλε τόσο τις δημόσιες διαδηλώσεις όσο και τις αποκλίνουσες απόψεις στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Παρά την καταστολή αυτή μεγάλο μέρος των αιτημάτων του Maspok αργότερα έγινε δεκτό με το νέο σύνταγμα, που υποστήριξε έντονα ο ίδιος ο Τίτο κόντρα στην αντιπολίτευση του Σερβικού τμήματος του κόμματος. Στις 16 Μαΐου 1974 ψηφίστηκε το νέο Σύνταγμα και ο γηραιός Τίτο ονομάστηκε ισόβιος πρόεδρος για τη ζωή, καθεστώς που θα απολάμβανε για πέντε χρόνια.

Οι επισκέψεις του Τίτο στις Ηνωμένες Πολιτείες απέφευγαν τις περισσότερες βορειοανατολικές πολιτείες εξαιτίας των μεγάλων μειονοτήτων Γιουγκοσλάβων μεταναστών που ήταν αντίθετοι με τον κομμουνισμό στη Γιουγκοσλαβία.[158] Τα μέτρα ασφάλειας στις επίσημες επισκέψεις ήταν συνήθως δρακόντεια, για να κρατηθεί μακριά από διαδηλωτές, που συχνά έκαιγαν τη Γιουγκοσλαβική σημαία[159]. Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στα Ηνωμένα Έθνη στα τέλη της δεκαετίας του 1970 οι μετανάστες φώναζαν «δολοφόνο Τίτο» έξω από το ξενοδοχείο του στη Νέα Υόρκη, προκαλώντας τη διαμαρτυρία του στις αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών.[160]

Ο Ντομινίκ Μαγκόλντρικ γράφει ότι, ως επικεφαλής ενός «ιδιαίτερα συγκεντρωτικού και καταπιεστικού» καθεστώτος, ο Τίτο χειρίσθηκε τεράστια εξουσία στη Γιουγκοσλαβία, με την αυταρχική του κυβέρνηση να ασκείται από μια περίπλοκη γραφειοκρατία που κατέστελλε οργανωμένα τα ανθρώπινα δικαιώματα[13]. Τα κυριότερα θύματα αυτής της καταστολής ήταν κατά τα πρώτα χρόνια γνωστοί και υποτιθέμενοι σταλινικοί, όπως ο Ντράγκοσλαβ Μιχαήλοβιτς και ο Ντράγκολιουμπ Μικούνοβιτς, αλλά κατά τα επόμενα χρόνια ακόμη και μερικοί από τους σημαντικότερους συνεργάτες του Τίτο συνελήφθησαν. Στις 19 Νοεμβρίου 1956 ο Μίλοβαν Τζίλας, ίσως ο στενότερος συνεργάτης του Τίτο και ευρέως θεωρούμενος ως πιθανός διάδοχός του, συνελήφθη λόγω της κριτικής του κατά του καθεστώτος του. Από την καταστολή δεν εξαιρέθηκαν διανοούμενοι και συγγραφείς, όπως ο Βένκο Μάρκοβσκι, που συνελήφθη και φυλακίστηκε τον Ιανουάριο του 1956 για τη συγγραφή ποιημάτων που θεωρήθηκαν αντιτιτοϊκά.

Ακόμη και αν μετά τις μεταρρυθμίσεις του 1961 η προεδρία του Τίτο είχε γίνει συγκριτικά πιο φιλελεύθερη από άλλα κομμουνιστικά καθεστώτα, το Κομμουνιστικό Κόμμα συνέχισε να ταλαντεύεται μεταξύ φιλελευθερισμού και καταπίεσης[161]. Η Γιουγκοσλαβία κατόρθωσε να παραμείνει ανεξάρτητη από τη Σοβιετική Ένωση και το είδος του σοσιαλισμού της ήταν από πολλές απόψεις αντικείμενο φθόνου στην Ανατολική Ευρώπη, αλλά η Γιουγκοσλαβία του Τίτο παρέμεινε ένα αυστηρά ελεγχόμενο αστυνομικό κράτος.[162] Σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Μέιτς, εκτός από τη Σοβιετική Ένωση, η Γιουγκοσλαβία είχε περισσότερους πολιτικούς κρατουμένους από ό, τι το σύνολο της υπόλοιπης Ανατολικής Ευρώπης.[163]

Η μυστική αστυνομία του Τίτο ήταν κατά το πρότυπο της Σοβιετικής Κα Γκε Μπε, τα μέλη της ήταν πανταχού παρόντα και συχνά ενεργούσαν εξωδικαστικά[164] με θύματα, μεταξύ άλλων, διανοούμενους της μεσαίας τάξης, φιλελεύθερους και δημοκράτες.[165] Γενικότερα, ακόμη και αν η Γιουγκοσλαβία είχε υπογράψει τη Διεθνή Σύμβαση για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, ελάχιστα είχαν ληφθεί υπόψη του ορισμένες από τις διατάξεις του[166].

Η Γιουγκοσλαβία του Τίτο βασιζόταν στον σεβασμό των εθνοτήτων, αν και ο Τίτο απάλειψε αδίστακτα κάθε ανάδυση εθνικισμού που απειλούσε τη Γιουγκοσλαβική ομοσπονδία[167]. Ωστόσο ήταν αιχμηρή η αντίθεση ανάμεσα στον σεβασμό προς ορισμένες εθνοτικές ομάδες και τη σοβαρή καταπίεση άλλων. Ο Γιουγκοσλαβικός νόμος εγγυόταν στις εθνότητες τη χρήση της γλώσσα τους, αλλά για τους Αλβανούς η διεκδίκηση της εθνοτικής ταυτότητας ήταν πολύ περιορισμένη. Σχεδόν οι μισοί πολιτικοί κρατούμενοι στη Γιουγκοσλαβία ήταν Αλβανοί φυλακισμένοι για τη διεκδίκηση της εθνοτικής τους ταυτότητας.[168]

Η μεταπολεμική ανάπτυξη της Γιουγκοσλαβίας υπό τον Τίτο ήταν σημαντική, αλλά κατώτερη από αυτή οποιασδήποτε ευρωπαϊκής χώρας, που είχε υιοθετήσει πρότυπα περισσότερο βασισμένα στην αγορά και ακριβώς παρόμοια με την οικονομική ανάπτυξη που επέδειξαν χώρες που υιοθετούσαν παρόμοια συστήματα με εκείνα της Γιουγκοσλαβίας, όπως η Ουγγαρία ή η Βουλγαρία. Από οικονομική άποψη το μοντέλο που εφάρμοσε ο Τίτο στηρίχθηκε στον δανεισμό και δεν οικοδομήθηκε σε σταθερά θεμέλια. Μετά το 1970 τα δάνεια δεν συνάπτονταν πλέον για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων, αλλά για την κάλυψη των τρεχουσών δαπανών. Η χώρα έπεσε σε βαθιά οικονομική κρίση, που χαρακτηρίστηκε από υψηλή ανεργία και πληθωρισμό.[169]. Το γεγονός ότι η ευρωστία της οικονομίας της Γιουγκοσλαβίας ήταν μια ψευδαίσθηση εμφανίστηκε αμέσως μετά τον θάνατο του Τίτο, όταν η χώρα δεν μπορούσε να εξοφλήσει το μαζικό χρέος που συσσωρεύτηκε μεταξύ του 1961 και του 1980.[170] Μεταξύ του 1961 και του 1980 το εξωτερικό χρέος της Γιουγκοσλαβίας αυξήθηκε εκθετικά με μη βιώσιμο ρυθμό άνω του 17% ετησίως. Η δομή της οικονομίας είχε διαμορφωθεί κατά τρόπο ώστε η μελλοντική επιβίωση της οικονομίας να βασίζεται στην αποκλειστική προϋπόθεση της μελλοντικής διεύρυνσης του χρέους.

Αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA δείχνουν ότι ήδη από το 1967 ήταν σαφές ότι το οικονομικό μοντέλο του Τίτο είχε επιτύχει αύξηση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος με το κόστος υπερβολικών και συχνά ανεπιτυχών βιομηχανικών επενδύσεων και χρόνιου ελλείμματος στο ισοζύγιο πληρωμών.[171]

Όταν ο Τίτο πέθανε ο Ρουάιρι ο Μπρέντι, τότε Πρόεδρος του Σιν Φέιν δήλωσε στην (εφημερίδα) An Phoblacht ότι «Ο θάνατος του Προέδρου Τίτο στερεί τον κόσμο από ένα αφοσιωμένο σοσιαλιστή και σθεναρό διεθνιστή. Ο Τίτο καθιέρωσε ένα ομοσπονδιακό δημοκρατικό και σοσιαλιστικό καθεστώς βασισμένο στο μοίρασμα της εξουσίας και ήταν πρωτοπόρος ενός οικονομικού και πολιτικού συστήματος βασισμένου στον εργατικό έλεγχο και στις αρχές της αποκεντρωμένης αυτοδιαχείρισης ... [Είχε μια] φωτισμένη και προοδευτική διεθνιστική πολιτική της μη δέσμευσης και της απόρριψης και των δύο μεγάλων μπλοκ δυνάμεων »[172].

Ο Όρσον Γουέλς τον αποκάλεσε κάποτε «τον μεγαλύτερο άνθρωπο στον κόσμο σήμερα.»[173]

Τα τελευταία χρόνια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το μαυσωλείο του του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο στο Βελιγράδι, Σερβία
«Το Σπίτι των Λουλουδιών»

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 η υγεία του γηραιού Τίτο είναι καταπονημένη. Οι δημόσιες εμφανίσεις περιορίζονται στο ελάχιστο. Στις αρχές του 1980 ο Τίτο αναχωρεί από το Βελιγράδι για το Κλινικό Κέντρο της Λιουμπλιάνας για νοσηλεία.

Η καρδιά του στρατάρχη Τίτο σταμάτησε να χτυπάει στις 15:05 της 4ης Μαΐου 1980 λίγες μέρες πριν από τα 88 γενέθλια του. Στην ανακοίνωση του θανάτου του η χώρα παγώνει. Η Γιουγκοσλαβία βυθίζεται σε βαθύ πένθος. Η σορός του ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας μεταφέρεται με το προεδρικό τρένο στο Βελιγράδι και εκτίθεται σε λαϊκό προσκύνημα στο κτίριο της Λαϊκής Συνέλευσης.

Ο Γιόσιπ Μπροζ Τίτο κηδεύεται στον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου στο μαυσωλείο που ονομάζεται «Σπίτι των Λουλουδιών». Η κηδεία του Τίτο ήταν η μεγαλύτερη στην ιστορία του 20 αιώνα. Παραβρέθηκαν 209 αποστολές κυβερνήσεων, διεθνών οργανισμών, κομμάτων, κινημάτων και βασιλικών οίκων, από 127 χώρες (σε σύνολο 150 μελών του ΟΗΕ το 1980).

Μετά τις συνταγματικές αλλαγές του 1974 ο Τίτο άρχισε να περιορίζει τον ρόλο του στην καθημερινή λειτουργία του κράτους. Συνέχισε να ταξιδεύει στο εξωτερικό και να δέχεται ξένους επισκέπτες, πηγαίνοντας στο Πεκίνο το 1977, όπου και συμφιλιώθηκε με την Κινεζική ηγεσία που κάποτε τον χαρακτήριζε ρεβιζιονιστή. Με τη σειρά του ο πρόεδρος Χούα Γκουοφέγκ επισκέφθηκε τη Γιουγκοσλαβία το 1979. Το 1978 ο Τίτο ταξίδεψε στις ΗΠΑ. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης πάρθηκαν δρακόντεια μέτρα ασφάλειας στην Ουάσινγκτον, λόγω των διαμαρτυριών Κροατικών, Σερβικών και Αλβανικών αντικομουνιστικών ομάδων[174].

Ο Τίτο αρρώσταινε όλο και περισσότερο κατά τη διάρκεια του 1979. Την περίοδο αυτή χτίστηκε για λογαριασμό του, σε περίπτωση ανάρρωσής του, η Βίλα Σρνα κοντά στο Μόροβιτς, στα σύνορα Κροατίας-Σερβίας.[175] Στις 7 Ιανουαρίου και πάλι στις 11 Ιανουαρίου 1980, ο Τίτο εισήχθη στο Ιατρικό Κέντρο της Λιουμπλιάνας, πρωτεύουσας της ΣΔ Σλοβενίας, με κυκλοφοριακά προβλήματα στα πόδια του. Το αριστερό του πόδι ακρωτηριάστηκε λίγο αργότερα λόγω αρτηριακών εμπλοκών και πέθανε από γάγγραινα στο Ιατρικό Κέντρο στις 4 Μαΐου 1980, τρεις ημέρες πριν τα 88α γενέθλιά του. Στην κηδεία του παρέστησαν πολλοί πολιτικοί από όλο τον κόσμο.[176]

Με βάση τον αριθμό των πολιτικών και των επίσημων αντιπροσωπειών που την παρακολούθησαν ήταν η μεγαλύτερη μέχρι τότε επίσημη κηδεία στην ιστορία, που ξεπεράστηκε μεταγενέστερα μόνο από εκείνες του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β΄ το 2005 και του Νέλσον Μαντέλα το 2013.[177] Την παρακολούθησαν μεταξύ άλλων τέσσερις βασιλιάδες, 31 πρόεδροι, έξι πρίγκιπες, 22 πρωθυπουργοί και 47 υπουργοί εξωτερικών, και από τις δύο πλευρές του Ψυχρού Πολέμου, από 128 διαφορετικές χώρες, από τα 154 μέλη του ΟΗΕ την εποχή εκείνη.[178] Από την Ελλάδα παρέστησαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος και οι αρχηγοί των κομμάτων ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Παπανδρέου, ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης και ΚΚΕ εσωτ. Μπάμπης Δρακόπουλος.

Αναφερόμενοι στον θάνατό του, οι New York Times σχολίασαν:

Ο Τίτο προσπάθησε να βελτιώσει τη ζωή. Σε αντίθεση με άλλους που ανέβηκαν στην εξουσία στο κομμουνιστικό κύμα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τίτο δεν απαιτούσε από τον λαό του να υποφέρει για ένα μακρινό όραμα μιας καλύτερης ζωής. Μετά από μια αρχική θλιβερή σοβιετικού τύπου περίοδο ο Τίτο προχώρησε σε ριζική βελτίωση της ζωής στη χώρα. Η Γιουγκοσλαβία σταδιακά έγινε ένα φωτεινό σημείο εν μέσω του γενικού γκρίζου της Ανατολικής Ευρώπης, The New York Times, 5 Μαΐου 1980.[179]

Ο Τίτο ετάφη σε μαυσωλείο στο Βελιγράδι, που αποτελεί μέρος ενός μνημειακού συγκροτήματος στον χώρο του Μουσείου της Γιουγκοσλαβίας (στο παρελθόν αποκαλούμενο «Μουσείο 25ης Μαΐου» και «Μουσείο της Επανάστασης»). Το πραγματικό μαυσωλείο ονομάζεται Σπίτι των Λουλουδιών (Kuća Cveća) και πολλοί άνθρωποι το επισκέπτονται ως τόπο προσκυνήματος για τις «καλύτερες εποχές». Το μουσείο περιέχει τα δώρα που έλαβε ο Τίτο κατά τη διάρκεια της προεδρίας του. Η συλλογή περιλαμβάνει επίσης τα πρωτότυπα χαρακτικά Los Caprichos του Φρανθίσκο Γκόγια και πολλών άλλων..[180]

Η Κυβέρνηση της Σερβίας σχεδίαζε να το συγχωνεύσει με το Μουσείο Ιστορίας της Σερβίας.[181].

Αγαλμα του Τίτο στη γενέτειρά του Κούμροβετς
«Ζήτω ο Τίτο», γκράφιτι στο Μόσταρ, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, 2009
Η Οδός Στρατάρχη Τίτο στα Σκόπια (26 Ιουλίου 1963, η ομάδα υποστήριξης για τον σεισμό του Γιουγκοσλαβικού Λαϊκού Στρατού)

Η σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία έζησε κάτι περισσότερο από 10 χρόνια μετά τον θάνατο του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο. Διαλύθηκε στα εξ ων συνετέθη σπαρασσόμενη από εθνικισμούς που οδήγησαν στις αιματηρές συγκρούσεις κυρίως στην Κροατία, στη Βοσνία & Ερζεγοβίνη και στο Κόσοβο και στον βομβαρδισμό της «μικρής» Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ το 1999.

Η ιδεολογία της αυτοδιαχείρισης εξαφανίσθηκε μαζί με όλα τα συγγενή συστήματα της Αν. Ευρώπης. Στοιχεία θεωρητικής αυτοδιαχείρισης μπορούν να αναζητηθούν στο «Γιούχτσε», το σύστημα της Βορείου Κορέας.

Ποιήματα, τραγούδια, θεατρικά και φυσικά κινηματογραφικές ταινίες δόξασαν τον Τίτο. Χαρακτηριστική είναι η επική ταινία «Η Μάχη της Σούτιεσκα» του σκηνοθέτη Στίπε Ντέλιτς του 1973. Τον ρόλο του Τίτο ερμήνευσε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον συνοδευμένος από την Ειρήνη Παππά, ενώ τη μουσική για την ταινία συνέθεσε ο Μίκης Θεοδωράκης.

Το «Σπίτι των Λουλουδιών» στο Βελιγράδι είναι μέρος προσκυνήματος για χιλιάδες πολίτες της πρώην Γιουγκοσλαβίας κυρίως τις μέρες μνήμης (γενέθλια και ημερ. θανάτου κτλ).

Η μορφή του Τίτο είναι ένα από τα σύμβολα που χρησιμοποιούν εκτενώς οι «Γιουγκονοσταλγοί». Το κίνημα της «Γιουγκονοσταλγίας» είναι υπαρκτό σε όλες τις γιουγκοσλαβικές δημοκρατίες αλλά και του εξωτερικού και συσπειρώνει νοσταλγούς της ΣΟΔ Γιουγκοσλαβίας.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του και ιδιαίτερα κατά το πρώτο έτος μετά τον θάνατό του πολλά μέρη πήραν το όνομά τους από τον Τίτο. Αρκετά από αυτά τα μέρη έχουν ξαναπάρει έκτοτε την αρχική τους ονομασία, όπως η Ποντγκόριτσα, πρώην Τίτογκραντ (παρόλο που το διεθνής αεροδρόμιο της Ποντγκόριτσα εξακολουθεί να έχει τον κωδικό TGD), και το Ούζιτσε, παλαιότερα γνωστό ως Tίτοβο Ούζιτσε, που ξαναπήρε το αρχικό του όνομα το 1992. Οι δρόμοι στο Βελιγράδι, την πρωτεύουσα, έχουν όλα ξαναπάρει τα αρχικά προ του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και προκομμουνιστικά τους ονόματα. Το 2004 το άγαλμα του Μπροζ, έργο του Αντουν Αουγκούστιντσιτς, στη γενέτειρά του Κούμροβετς, αποκεφαλίστηκε σε έκρηξη,[182] αλλά στη συνέχεια επισκευάστηκε. Δύο φορές το 2008 έγιναν διαδηλώσεις στην τότε Πλατεία Στρατάρχη Τίτο στο Ζάγκρεμπ (από το 2017 Πλατεία Δημοκρατίας της Κροατίας), που διοργανώθηκαν από την ομάδα «Κύκλος για την Πλατεία» (Krug za Trg), με στόχο να αναγκάσει την κυβέρνηση της πόλης να της ξαναδώσει το προηγούμενο όνομά της, ενώ μια αντίθετη διαδήλωση από την Πρωτοβουλία Πολιτών κατά του Ουστασισμού (Građanska inicijativa protiv ustaštva) κατηγόρησε τον «Κύκλο για την Πλατεία» για ιστορικό αναθεωρητισμό και νεοφασισμό.[183] Ο Πρόεδρος της Κροατίας Στιέπαν Μέσιτς επέκρινε τη διαδήλωση υπέρ της αλλαγής του ονόματος.[184] Στην παραλιακή πόλη της Κροατίας Οπάτιγια ο κεντρικός (και μακρύτερος) δρόμος εξακολουθεί να φέρει το όνομα του Στρατάρχη Τίτο, όπως και δρόμοι σε πολλές πόλεις της Σερβίας, κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας.[185] Ένας από τους κεντρικούς δρόμους στο κέντρο του Σαράγεβο ονομάζεται Οδός Στρατάρχη Τίτο και το άγαλμα του Τίτο σε ένα πάρκο μπροστά από την πανεπιστημιούπολη (πρώην στρατόπεδο του JNA "Maršal Tito") στο Mάριγιν Ντβορ είναι ένας τόπος όπου κάτοικοι του Σαράγεβο και όλης της Βοσνίας εξακολουθούν και σήμερα να τιμούν τη μνήμη του και να αποτίουν φόρο τιμής στον Τίτο (εικόνα στα δεξιά). Το μεγαλύτερο μνημείο του Τίτο στον κόσμο, ύψους περίπου 10 μ. βρίσκεται στην Πλατεία Τίτο (σλοβενικά: Titov trg), στην κεντρική πλατεία του Βελένιε της Σλοβενίας.[186][187] Μία από τις κύριες γέφυρες στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Σλοβενίας, το Μάριμπορ, είναι η Γέφυρα Tίτο (Titov most).[188] Η κεντρική πλατεία του Κόπερ, του μεγαλύτερου λιμανιού της Σλοβενίας, ονομάζεται επίσης Πλατεία Τίτο[189]. Στη Μόσχα υπάρχει από το 1981 η Πλατεία Γιόσιπ Μπροζ Τίτο όπως επίσης μία οδός στην πόλη Όμσκ. Ο αστεροειδής της κύριας ζώνης 1550 Τίτο, που είχε ανακαλυφθεί από τον Σέρβο αστρονόμο Mίλοραντ Πλότιτς στο Αστεροσκοπείο του Βελιγραδίου το 1937, ονομάστηκε μεταγενέστερα προς τιμήν του [191].

Κάθε χρόνο διοργανώνεται σε Μαυροβούνιο, πΓΔΜ και Σερβία μια σκυταλοδρομία «Αδελφοσύνης και Ενότητας», που τερματίζει στις 25 Μαΐου στο «Σπίτι των Λουλουδιών» στο Βελιγράδι - την τελευταία κατοικία του Τίτο. Ταυτόχρονα δρομείς στη Σλοβενία, την Κροατία και τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη ξεκινούν για το Κούμροβετς, γενέτειρα του Τίτο στη βόρεια Κροατία. Η σκυταλοδρομία είναι ένα απομεινάρι της Σκυταλοδρομία της Νεολαίας της εποχής της Γιουγκοσλαβία, όταν νέοι πραγματοποιούσαν ένα παρόμοιο ετήσιο ταξίδι με τα πόδια μέσα από τη Γιουγκοσλαβία, που κατέληγε στο Βελιγράδι με μαζικό εορτασμό[190].

Το 1992 κυκλοφόρησε Ο TITO ΚΑΙ ΕΓΩ (Σερβικά: Тито и ја, Tito i ja), μια κωμική γιουγκοσλαβική ταινία του Σέρβου σκηνοθέτη Γκόραν Μάρκοβιτς.

Τα χρόνια που ακολούθησαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας ορισμένοι ιστορικοί ανέφεραν ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα κατεστάλησαν στη Γιουγκοσλαβία υπό τον Τίτο,[13][191] ιδιαίτερα κατά την πρώτη δεκαετία μέχρι το Σχίσμα Τίτο-Στάλιν. Στις 4 Οκτωβρίου 2011 το Συνταγματικό Δικαστήριο της Σλοβενίας χαρακτήρισε την ονομασία το 2009 ενός δρόμου στη Λιουμπλιάνα με το όνομα του Τίτο αντισυνταγματική[192]. Ενώ αρκετοί δημόσιοι χώροι στη Σλοβενία φέρουν ήδη το όνομα του Τίτο (από την εποχή της Γιουγκοσλαβίας) στο θέμα της μετονομασίας ενός ακόμη δρόμου το δικαστήριο αποφάσισε ότι:

Το όνομα «Τίτο» δεν συμβολίζει μόνο την απελευθέρωση της επικράτειας της σημερινής Σλοβενίας από τη φασιστική κατοχή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπως ισχυρίζεται ο διάδικος, αλλά και σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των βασικών ελευθεριών, τη δεκαετία μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.[193]

Το δικαστήριο, ωστόσο, κατέστησε σαφές ότι ο σκοπός της επανεξέτασης ήταν «όχι μια ετυμηγορία για την εικόνα του Τίτο ή για τις συγκεκριμένες ενέργειές του, ούτε ιστορική αποτίμηση γεγονότων και περιστάσεων»[192]. Η Σλοβενία έχει διάφορους δρόμους και πλατείες με το όνομα του Τίτο, κυρίως την πλατεία Τίτο στο Βέλενιε, που περιλαμβάνει ένα άγαλμα 10 μέτρων.

Ο Τίτο έχει επίσης χαρακτηριστεί υπεύθυνος για τη συστηματική εξάλειψη του γερμανικού πληθυσμού (Σουηβοί του Δούναβη) στη Βοϊβοντίνα με απελάσεις και μαζικές εκτελέσεις μετά την κατάρρευση της Γερμανικής κατοχής στη Γιουγκοσλαβία στο τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε αντίθεση με τη συμπεριφορά του προς άλλες Γιουγκοσλαβικές εθνότητες[194].

Οικογένεια και προσωπική ζωή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τίτο είχε πολλές σχέσεις και παντρεύτηκε αρκετές φορές. Το 1918 μεταφέρθηκε στο Ομσκ της Ρωσίας ως αιχμάλωτος πολέμου. Εκεί συναντήθηκε με την Πελαγία Μπελούσοβα που ήταν τότε δεκατεσσάρων ετών. Την παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα και μετακόμισε μαζί του στη Γιουγκοσλαβία, στο Βέλικο Τρόϊνστβο. Η Πελαγία έκανε μαζί του πέντε παιδιά, αλλά μόνο ο γιος τους Ζάρκο Λέον[195] (γεννημένος στις 4 Φεβρουαρίου,[195] 1924) επέζησε[196]. Όταν ο Τίτο φυλακίστηκε το 1928 εκείνη επέστρεψε στη Ρωσία. Μετά το διαζύγιό τους το 1936 στη συνέχεια ξαναπαντρεύτηκε. Κατά τη σταλινική περίοδο η Πελαγία φυλάκίστηκε και εξορίστηκε. Μετά τον θάνατο του Στάλιν οι σχέσεις της Πελαγίας και του Τίτο εν μέρει αποκαταστάθηκαν και σύμφωνα με το Μπόρισλαβ Μιλόσεβιτς – ακόλουθο της γιουγκοσλαβικής πρεσβείας στη Μόσχα αντάλλασσαν και δώρα.

Το 1936, όταν ο Τίτο διέμενε στο Ξενοδοχείο Λουξ στη Μόσχα, συναντήθηκε με την Αυστριακή κομμουνίστρια Λούτσια Μπάουερ. Παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1936, αλλά η καταγραφή αυτού του γάμου διεγράφη αργότερα.[197]

Η επόμενη σχέση του ήταν με τη Χέρτα Χάας, Σλοβένα φοιτήτρια, την οποία παντρεύτηκε το 1940.[198] Ο Μπροζ έφυγε για το Βελιγράδι μετά τη Γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία, αφήνοντας τη Χάας έγκυο. Τον Μάιο του 1941 γεννήθηκε ο γιος τους, Αλεξάνταρ «Μίσκο» Μπροζ. Σε όλη τη διάρκεια της σχέσης του με τη Χάας ο Τίτο διήγε έκλυτο βίο και είχε παράλληλη σχέση με την Νταβοριάνκα Παούνοβιτς, Σέρβα, που με την κωδική ονομασία «Ζντένκα» υπηρετούσε ως αγγελιαφόρος στην αντίσταση και στη συνέχεια έγινε προσωπική γραμματέας του. Η Χάας και ο Τίτο χώρισαν ξαφνικά το 1943 στο Γιάιτσε κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνόδου του Αντιφασιστικού Συμβούλιου Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ), όταν σύμφωνα με πληροφορίες τον έπιασε επ' αυτοφόρω με την Νταβοριάνκα [199]. Την τελευταία φορά που είδε η Χάας τον Μπροζ ήταν το 1946.[200] Η Χέρτα Χάας έζησε στο Βελιγράδι και πέθανε σε βαθιά γεράματα το 2010. Η Νταβοριάνκα πέθανε από φυματίωση το 1946 και ο Τίτο επέμεινε να ταφεί στην αυλή του Μπέλι Ντβορ (Λευκό Ανάκτορο), της κατοικίας του στο Βελιγράδι.[201]

Η Γιοβάνκα Μπροζ και ο Τίτο στην Ποστόινα το 1960

Η πιο γνωστή σύζυγός του ήταν η Γιοβάνκα Μπουντισάβλιεβιτς, Σέρβα. Ο Τίτο είχε τα 59α γενέθλιά του, ενώ εκείνη ήταν 27 ετών, όταν τελικά παντρεύτηκαν τον Απρίλιο του 1952, με κουμπάρο τον επικεφαλής της κρατικής ασφάλειας Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς. Ο γάμος τους έγινε τελικά κάπως απροσδόκητα, καθώς ο Τίτο την είχε απορρίψει μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν του τη γνώρισε αρχικά ο έμπιστός του Ιβάν Κράγιατσιτς. Τότε αυτή είχε μόλις περάσει τα 20 και ο Τίτο, αντιπαθώντας τη δυναμική της προσωπικότητα, επέλεξε αντ 'αυτής την πιο ώριμη τραγουδίστρια της όπερας Zίνκα Κουντς. Μη αποθαρρυνόμενη εύκολα η Γιοβάνκα συνέχισε να δουλεύει στο Μπέλι Ντβορ, όπου διεύθυνε το προσωπικό και τελικά άρπαξε άλλη μια ευκαιρία όταν τέλειωσε η παράξενη σχέση του Τίτο με τη Zίνκα. Η σχέση τους όμως δεν ήταν ευτυχισμένη. Πέρασε πολλά, συχνά δημόσια, σκαμπανεβάσματα με επεισόδια απιστίας, ακόμη και ισχυρισμούς απόπειρας πραξικοπήματος από εκείνη. Ορισμένες ανεπίσημες πηγές ισχυρίζονται ότι ο Τίτο και η Γιοβάνκα χώρισαν ακόμη και επίσημα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, λίγο πριν από τον θάνατό του. Ωστόσο κατά τη διάρκεια της κηδείας του Τίτο ήταν επίσημα παρούσα ως σύζυγός του και αργότερα διεκδίκησε κληρονομικά δικαιώματα. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά. Η Γιοβάνκα Μπροζ, απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών, τον Οκτώβριο του 2013[202] και ενταφιάστηκε δίπλα στον Τίτο.

Ο Τίτο ήταν πατέρας – επίσημα – δύο γιων:

  • Ζάρκο Μπροζ (1924-1995) – Συνταγματάρχης του Κόκκινου και του Γιουγκοσλαβικού Στρατού γιός από τον γάμο του με την Πελαγία.
  • Αλεξάνταρ Μίσο Μπροζ (1941) – Διπλωμάτης, πρέσβης της Κροατίας στη Ρωσία και την Ινδονησία από τον γάμο με τη Χέρτα Χάας.

Από τα πολλά εγγόνια του Τίτο που ζουν σε όλες τις δημοκρατίες της πρωην Γιουγκοσλαβίας σημαντικό είναι να αναφερθούν η Σβετλάνα, ο Γιόσιπ και η Αλεξάνδρα.

  • Η Σβετλάνα Μπροζ είναι καρδιολόγος. Την εποχή του εμφυλίου στη Βοσνία ζούσε στο Σαράγεβο αρνούμενη να το εγκαταλείψει παρέχοντας τις ιατρικές της υπηρεσίες στους πολιορκημένους πολίτες της πόλης χωρίς εθνική διάκριση. Ιδρυτής της Gariwo (Gardens of Righteous Worlwide), της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που ως στόχο έχει να διδάξει στους νέους ανθρώπους την αξία του πολιτικού θάρρους (civil courage).[203]
  • Ο Γιόσιπ ή Γιόσκα Μπροζ, ζει στη Σερβία, ήταν αξιωματικός της αστυνομίας και σωματοφύλακας του παππού του, σήμερα είναι πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σερβίας, ενός μικρού κόμματος με ποσοστό, στις τελευταίες εκλογές, μόλις 0,74%. Σήμερα είναι βουλευτής στο Σερβικό Κοινοβούλιο συνεργαζόμενος με το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Σερβίας.
  • Η Αλεξάνδρα Μπροζ ζει στην Κροατία και είναι ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης.

Ως Πρόεδρος ο Τίτο είχε πρόσβαση σε εκτεταμένη (κρατική) ιδιοκτησία, συνδεόμενη με το αξίωμά του και ζούσε με πολυτέλεια. Στο Βελιγράδι κατοικούσε στην επίσημη κατοικία του, το Μπέλι Ντβορ, και διατηρούσε ξεχωριστή ιδιωτική κατοικία. Τα Νησιά Μπριούνι ήταν ο τόπος της Επίσημης Θερινής Κατοικίας από το 1949. Το θέρετρο σχεδιάστηκε από τον Γιόζε Πλέτσνικ και περιλάμβανε ζωολογικό κήπο. Περίπου 100 ξένοι αρχηγοί κρατών επισκέφθηκαν τον Τίτο στη νησιωτική κατοικία του και κινηματογραφικοί αστέρες όπως οι Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Σοφία Λόρεν, Κάρλο Πόντι και Τζίνα Λολομπρίτζιτα.

Μια άλλη κατοικία διατηρούσε στη Λίμνη Μπλεντ, ενώ η περιοχή του Καρατζόρτζεβο ήταν η περιοχή των «διπλωματικών κυνηγιών». Το 1974 ο Γιουγκοσλάβος Πρόεδρος είχε στη διάθεσή του 32 επίσημες κατοικίες, μεγαλύτερες και μικρότερες,[204] το γιοτ Γκάλεμπ («γλάρος»), ένα Boeing 727 ως προεδρικό αεροπλάνο και το Γαλάζιο Τρένο.[205] Μετά τον θάνατο του Τίτο το προεδρικό Boeing 727 πωλήθηκε στην Aviogenex (αεροπορική εταιρεία τσάρτερ), το Γκάλεμπ παρέμεινε αγκυροβολημένο στο Μαυροβούνιο, ενώ το Γαλάζιο Τρένο αποθηκεύτηκε σε ένα σιδηροδρομικό υπόστεγο για πάνω από 20 χρόνια[206][207]. Ενώ ο Τίτο ήταν το πρόσωπο που κατείχε το αξίωμα του προέδρου επί μακράν τη μεγαλύτερη περίοδο, τα συνδεόμενα με αυτό ακίνητα δεν ήταν ιδιωτικά και μεγάλο μέρος τους εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από τα διάδοχα της Γιουγκοσλαβίας κράτη ως δημόσια περιουσία ή να είναι στη διάθεση των υψηλόβαθμων αξιωματούχων.

Όσον αφορά τη γνώση γλωσσών ο Τίτο απάντησε ότι μιλούσε Σερβοκροατικά, Γερμανικά, Ρωσικά και λίγο Αγγλικά.[208] Ο επίσημος βιογράφος του Μπροζ και τότε σύντροφος μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Βλαντιμίρ Ντέντιγερ δήλωσε το 1953 ότι μιλούσε «Σερβοκροατικά... Ρωσικά, Τσεχικά, Σλοβενικά ... Γερμανικά (με βιεννέζικη προφορά) ... κατανοούσε και διάβαζε Γαλλικά και Ιταλικά... [και] μιλούσε επίσης Κιργιζικά. "[209]

Νέος ο Τίτο παρακολούθησε Καθολικό κατηχητικό και αργότερα ήταν παπαδοπαίδι. Μετά από ένα περιστατικό όπου τον χαστούκισε και του φώναξε ένας ιερέας όταν δυσκολεύτηκε να τον βοηθήσει να βγάλει τα άμφια του, ο Τίτο δεν ξαναπήγε ποτέ σε εκκλησία. Ως ενήλικας αυτοπροσδιοριζόταν ως άθεος.[210] Χόρευε εκπληκτικό βαλς. Επαιζε πιάνο τον οποίο - σύμφωνα με τον βιογράφο Βλαντιμίρ Ντέντιγερ- έμαθε όταν ήταν αιχμάλωτος στη Ρωσία. Ήταν επίσης λάτρης του αλκοόλ (κυρίως το ουίσκι) και του κυνηγιού.

Κάθε μια από τις ομοσπονδιακές δημοκρατίες μετονόμασε μια πόλη με ιστορική σημασία από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με το όνομα του Τίτο. Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν το Τίτογκραντ, σήμερα Ποντγκόριτσα, πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου. Με εξαίρεση το Τίτογκραντ οι πόλεις μετονομάστηκαν απλώς με την προσθήκη του επίθετου «του Τίτο» ("Titov"). Οι πόλεις ήταν:

Δημοκρατία
Πόλη
Αρχικό όνομα
Βοσνία και Ερζεγοβίνη Τίτοβ Ντρβαρ Ντρβαρ
Κροατία Τίτοβα Κορένιτσα Κορένιτσα
Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας Τίτοβ Βέλες Βέλες
Μαυροβούνιο Τίτογκραντa Ποντγκόριτσαa
Σερβία
Κοσσυφοπέδιο
Βοϊβοδίνα
Τίτοβο Ούζιτσε
Τίτοβα Μιτρόβιτσα
Τίτοβ Βρμπας
Ούζιτσε
Μιτρόβιτσα
Βρμπας
Σλοβενία Τίτοβο Βέλενιε Βέλενιε
aπρωτεύουσα του Μαυροβούνιου.

Αμφισβήτηση γλώσσας και ταυτότητας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα χρόνια μετά τον θάνατο του Τίτο μέχρι σήμερα υπήρξε κάποια δημόσια συζήτηση ως προς την ταυτότητά του. Ο προσωπικός γιατρός του Τίτο, Αλεξάνταρ Ματούνοβιτς, έγραψε ένα βιβλίο [211] σχετικά με τον Τίτο, στον οποίο αμφισβήτησε την πραγματική του προέλευση, σημειώνοντας ότι οι συνήθειες και ο τρόπος ζωής του Τίτο δεν μπορεί παρά να σημαίνουν ότι ήταν από αριστοκρατική οικογένεια.[212]. Ο Σέρβος δημοσιογράφος Βλάνταν Ντίνιτς στο Ο Τίτο, δεν είναι ο Τίτο περιέλαβε διάφορες πιθανές εναλλακτικές ταυτότητες του Τίτο, υποστηρίζοντας ότι τρεις ξεχωριστοί άνθρωποι είχαν αναγνωριστεί ως Τίτο[213].

Μετά τον θάνατο του Τίτο γράφτηκαν πολλές εναλλακτικές βιογραφίες. Ανάμεσα τους υπάρχει μία που υποστηρίζει πως ο Γιόσιπ Τίτο ήταν στην πραγματικότητα γυναίκα, σε ένα άλλο βεβαιώνεται πως ο Τίτο ήταν στην πραγματικότητα ένας ουγγροεβραίος ονόματι Γιοσίπ Άμπροζ, γι' αυτό και μιλούσε άσχημα όλες τις σλαβικές γλώσσες. Άλλες εκδοχές είναι πως ο Τίτο ήταν σοβιετικός πράκτορας ή ακόμη και παιδί ενός υψηλόβαθμου αξιωματικού του αυστρουγγρικού στρατού[214].

Το 2013 δόθηκε ευρεία κάλυψη από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μιας αποχαρακτηρισμένης μελέτης της NSA στο Cryptologic Spectrum που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι ο Τίτο δεν είχε τη σερβοκροατική ως μητρική του γλώσσα. Η έκθεση ανέφερε ότι η ομιλία του είχε χαρακτηριστικά άλλων σλαβικών γλωσσών (ρωσικά και πολωνικά). Η υπόθεση ότι «ένας μη Γιουγκοσλάβος, ίσως Ρώσος ή Πολωνός» προσέλαβε την ταυτότητα του Τίτο συμπεριλήφθηκε με μια σημείωση ότι αυτό είχε συμβεί κατά τη διάρκεια πριν ή κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[215].[216] Η έκθεση επισημαίνει τις εντυπώσεις του Ντράζα Μιχαήλοβιτς σχετικά με τη ρωσική προέλευση του Τίτο όταν είχε προσωπικά μιλήσει μαζί του.

Ωστόσο η έκθεση της NSA εανατράπηκε πλήρως από Κροάτες εμπειρογνώμονες, καθώς αγνοούσε ότι ο Τίτο είχε μητρική του την πολύ ξεχωριστή τοπική διάλεκτο Καϊκάβιαν του Ζαγκόριε. Η έντονη προφορά του, που παρουσιάζεται μόνο στις κροατικές διαλέκτους, είναι η ισχυρότερη απόδειξη για την προέλευσή του από το Ζαγκόριε.[217]

Προέλευση του ονόματος «Τίτο»

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν απαγορευμένο στη Γιουγκοσλαβία από τις 30 Δεκεμβρίου 1920, ο Γιόσιπ Μπροζ πήρε πολλά ονόματα κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς του στο Κόμμα, συμπεριλαμβανομένων των «Ρούντι», «Βάλτερ» και «Τίτο».[218] Ο ίδιος ο Μπροζ εξηγεί:

Ήταν κανόνας στο Κόμμα εκείνη την εποχή να μη χρησιμοποιεί κανείς το πραγματικό του όνομα, προκειμένου να μειώσει τις πιθανότητες αποκάλυψης. Για παράδειγμα αν κάποιος συνεργαζόμενος μαζί μου συλλαμβανόταν και εκβιαζόταν να αποκαλύψει το πραγματικό μου όνομα, η αστυνομία θα με εντόπιζε εύκολα. Αλλά η αστυνομία δεν ήξερε ποτέ το πραγματικό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από ένα υποτιθέμενο όνομα, που είχα στο Κόμμα. Φυσικά ακόμη και τα υποτιθέμενα ονόματα έπρεπε συχνά να αλλάζουν. Ακόμη και πριν πάω στη φυλακή, πήρα το όνομα Γκλιγκορίεβιτς και Ζάγκορακ, δηλαδή του «ανθρώπου από το Ζαγκόριε». Με το δεύτερο υπέγραψα ακόμη και μερικά άρθρα εφημερίδων.

Τώρα έπρεπε να πάρω ένα νέο όνομα. Υιοθέτησα πρώτα το όνομα Ρούντι, αλλά ένας άλλος σύντροφος είχε το ίδιο όνομα και γι'αυτό υποχρεώθηκα να το αλλάξω υιοθετώντας το όνομα Τίτο. Αρχικά σπανίως χρησιμοποιούσα το Τίτο. Το υιοθέτησα αποκλειστικά το 1938, όταν άρχισα να υπογράφω άρθρα με αυτό. Γιατί πήρα αυτό το όνομα «Τίτο» και έχει ιδιαίτερη σημασία; Το πήρα όπως θα έπαιρνα οποιοδήποτε άλλο, γιατί έτυχε εκείνη τη στιγμή. Εκτός αυτού αυτό το όνομα είναι αρκετά συνηθισμένο στην περιοχή μου. Ο γνωστότερος συγγραφέας από το Ζαγκόριε του τέλους του δέκατου όγδοου αιώνα ονομαζόταν Τίτο Μπρεζόβατσκι. οι πνευματώδεις κωμωδίες του εξακολουθούν να παίζονται στο κροατικό θέατρο μετά από εκατό και πλέον χρόνια. Ο πατέρας του Κσάβερ Σάντορ Γκιάλσκι, ένας από τους μεγαλύτερους Κροάτες συγγραφείς, ονομαζόταν επίσης Τίτο[219].

Διακρίσεις και παράσημα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Τίτο με τη στραταρχική στολή

Ο Στρατάρχης Τίτο ήταν ένας από τους πλέον παρασημοφορημένους ηγέτες του κόσμου. Έλαβε συνολικά 119 παράσημα και μετάλλια από 60 χώρες σε όλο τον κόσμο (59 ξένες και Γιουγκοσλαβία). 21 προέρχονταν από την ίδια τη Γιουγκοσλαβία, 18 από μία φορά και το Παράσημο του Εθνικού Ήρωα σε τρεις περιπτώσεις. Από τα 98 παράσημα και μετάλλια 92 ελήφθησαν μία φορά και τρία από δύο φορές (του Λευκού Λέοντος, της Αναγέννησης της Πολωνίας και του Καρλ Μαρξ). Τα σημαντικότερα ήταν το Γαλλικό της Λεγεώνας της Τιμής, το Βρετανικό του Λουτρού, το Σοβιετικό του Λένιν, το Ιαπωνικό του Χρυσάνθεμου, το Ομοσπονδιακό της Γερμανίας και το Ιταλικό.

Ωστόσο τα παράσημα σπάνια εμφανίζονταν. Μετά το σχίσμα Τίτο-Στάλιν το 1948 και την εγκατάστασή του ως προέδρου το 1953 ο Τίτο φορούσε σπάνια τη στολή του, εκτός από την παρουσία του σε στρατιωτικές τελετές, και στη συνέχεια (με σπάνιες εξαιρέσεις) φορούσε τις γιουγκοσλαβικές ταινίες του μόνο για προφανείς πρακτικούς λόγους. Τα παράσημα εκτέθηκαν όλα μόνο στην κηδεία του το 1980. Η φήμη του Τίτο ως ενός από τους Συμμαχικούς ηγέτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, μαζί με τη διπλωματική του θέση ως ιδρυτή του Κινήματος των Αδεσμεύτων, ήταν πρωτίστως η αιτία της ευρείας διεθνούς αναγνώρισης[220].

Ακολουθεί σύντομος κατάλογος που περιλαμβάνει μερικά από τα σημαντικότερα ξένα παράσημα και μετάλλια του Τίτο.

Παράσημο ή μετάλλιο Χώρα Ημερομηνία Τόπος Παρατηρήσεις Ref
του Νότιου Σταυρού Βραζιλία 19 Σεπτεμβρίου 1963 Μπραζίλια Το ανώτερο παράσημο της Βραζιλίας. [221]
του Λεοπόλδου Βέλγιο 6 Οκτωβρίου 1970 Βρυξέλλες Ένα από τα τρία εθνικά ιπποτικά Βελγικά μετάλλια του, το ανώτερο του Βελγίου. [220]
του Λευκού Λέοντος
(απονεμήθηκε δυο φορές)
Τσεχοσλοβακία 22 Μαρτίου 1946
26 Σεπτεμβρίου 1964
Πράγα
Μπριούνι
Το ανώτερο παράσημο της Τσεχοσλοβακίας. [220]
του Ελέφαντος Δανία 29 Οκτωβρίου 1974 Κοπεγχάγη Το ανώτερο παράσημο της Δανίας. [222]
του Ογιάσουι Ραγιάνια Νεπάλ 1974 [223]
της Λεγεώνας της Τιμής Γαλλία 7 Μαίου 1956 Παρίσι Το ανώτερο παράσημο της Γαλλίας, του απονεμήθηκε «για εξαιρετική συνεισφορά στον αγώνα για ειρήνη». [220]
Εθνικό Παράσημο Γαλλία 6 Δεκεμβρίου 1976 Βελιγράδι Παράσημο που απονεμήθηκε από τον Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας. [220]
Ομοσπονδιακός Σταυρός Δυτική Γερμανία 24 Ιουνίου 1974 Βόννη Η ανώτερη τάξη του μόνου γενικού κρατικού παράσημου της Δυτικής Γερμανίας (και της σύγχρονης Γερμανίας). [220]
Μεγαλόσταυρος του Τάγματος του Σωτήρος Ελλάδα 2 Ιουνίου 1954 Αθήνα Το ανώτερο βασιλικό μετάλλιο της Ελλάδας. [220]
της Ιταλικής Δημοκρατίας Ιταλία 2 Οκτωβρίου 1969 Βελιγράδι .Το ανώτερο παράσημο της Ιταλίας [220]
Ανώτερο Παράσημο του Χρυσανθέμου Ιαπωνία 8 Απριλίου 1968 Tόκιο Το ανώτερο Ιαπωνική παράσημο για ζώντα άτομα. [220]
του Αετού των Αζτέκων Μεξικό 30 Μαρτίου 1963 Βελιγράδι Το ανώτερο παράσημο που απονέμεται σε ξένους στο Μεξικό [220]
του Ολλανδικού Λέοντα Ολλανδία 20 Οκτωβρίου 1970 Αμστερνταμ Ολλανδικό παράσημο που καθιερώθηκε από τον πρώτο Βασιλιά της Ολλανδίας Γουλιέλμο Α΄. [220]
Βασιλικό Νορβηγικό του Αγίου Ολαφ Νορβηγία 13 Μαίου 1965 Όσλο Ανώτερο Νορβηγικό παράσημο. [220]
Στρατιωτικής Αρετής Πολωνία 16 Μαρτίου 1946 [Βαρσοβία Το ανώτερο στρατιωτικό παράσημο, για το θάρρος στην αντιμετώπιση του εχθρού. [220]
Αναγέννησης της Πολωνίας
(απονεμήθηκε δυο φορές)
Πολωνία 25 Ιουνίου 1964
4 Μαίου 1973
Βαρσοβία
Κάστρο Μπρντό
Ενα από τα ανώτερά στρατιωτικά παράσημα της Πολωνίας. [220]
του Αγίου Ιακώβου του Ξίφους Πορτογαλία 23 Οκτωβρίου 1975 Βελιγράδι Πορτογαλικό παράσημο ιπποτικού τάγματος, ιδρυθέντος το 1171. [220]
του Λένινa Σοβιετική Ένωση 5 Ιουνίου 1972 Mόσχα Το ανώτερο εθνικό παράσημο της Σοβιετικής Ενωσης. [220]
Παράσημο της Νίκηςa Σοβιετική Ένωση 9 Σεπτεμβρίου 1945 Βελιγράδι Το ανώτερο στρατιωτικό παράσημο της Σοβιετικής Ένωσης, ένας από τους μόνο 5 ξένους που του απονεμ΄γηθηκε. [224]
του Βασιλικού Τάγματος του Σεραφείμ Σουηδία 11 Μαρτίου 1976 Στοκχόλμη Σουηδικό Βασιλικό Τάγμα, ιδρυθέν από τον Βασιλιά Φρειδερίκο Α΄ στις 23 Φεβρουαρίου 1748. [220]
Ανώτατο του Λουτρού Ηνωμένο Βασίλειο 17 Οκτωβρίου 1972 Βελιγράδι Απονεμήθηκε από τη Βασίλισσα Ελισάβετ Β΄. [220]
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 24  Ιουνίου 2015.
  2. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/79236. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  3. «Nuremberg Trials Project». Nuremberg Trials Project.
  4. Ανακτήθηκε στις 26  Ιουνίου 2019.
  5. «Вручение товарищу И. Броз Тито ордена Октябрьской Революции» (Ρωσικά) d:Q96575715. 17  Αυγούστου 1977. σελ. 1.
  6. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969.
  7. Ανακτήθηκε στις 14  Μαρτίου 2021.
  8. Ανακτήθηκε στις 9  Ιανουαρίου 2022.
  9. Antti Matikkala: «Suomen Valkoisen Ruusun ja Suomen Leijonan ritarikunnat» (Φινλανδικά) Edita. Ελσίνκι. 2017. σελ. 497. ISBN-13 978-951-37-7005-1.
  10. «Josip Broz Tito». Encyclopædia Britannica Online. Ανακτήθηκε στις 27 Απριλίου 2010. 
  11. Rhodri Jeffreys-Jones (13 Ιουνίου 2013). In Spies We Trust: The Story of Western Intelligence. OUP Oxford. σελ. 87. ISBN 978-0-19-958097-2. 
  12. Andjelic, Neven (2003). Bosnia-Herzegovina: The End of a Legacy. Frank Cass. σελ. 36. ISBN 0-7146-5485-X. 
  13. 13,0 13,1 13,2 McGoldrick 2000, σελ. 17.
  14. Shapiro, Susan· Shapiro, Ronald (2004). The Curtain Rises: Oral Histories of the Fall of Communism in Eastern Europe. McFarland. ISBN 0-7864-1672-6. 
    "...All Yugoslavs had educational opportunities, jobs, food, and housing regardless of nationality. Tito, seen by most as a benevolent dictator, brought peaceful co-existence to the Balkan region, a region historically synonymous with factionalism."
  15. Melissa Katherine Bokovoy, Jill A. Irvine, Carol S. Lilly, State-society relations in Yugoslavia, 1945–1992; Palgrave Macmillan, 1997 p. 36 (ISBN 0-312-12690-5)
    "...Of course, Tito was a popular figure, both in Yugoslavia and outside it."
  16. Martha L. Cottam, Beth Dietz-Uhler, Elena Mastors, Thomas Preston, Introduction to political psychology, Psychology Press, 2009 p. 243 (ISBN 1-84872-881-6)
    "...Tito himself became a unifying symbol. He was charismatic and very popular among the citizens of Yugoslavia."
  17. 17,0 17,1 Peter Willetts, The non-aligned movement: the origins of a Third World alliance (1978) p. xiv
  18. Bremmer, Ian (2007). The J Curve: A New Way to Understand Why Nations Rise and Fall. Simon & Schuster. σελ. 175. ISBN 0-7432-7472-5. 
  19. Vinterhalter 1972, σελ. 44.
  20. Ridley 1994, σελ. 44.
  21. Ridley 1994, σελ. 45.
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 Vinterhalter 1972, σελ. 49.
  23. 23,0 23,1 23,2 Swain 2010, σελ. 5.
  24. 24,0 24,1 Ridley 1994, σελ. 46.
  25. Minahan 1998, σελ. 50.
  26. Lee 1993, σελ. 9.
  27. Laqueur 1976, σελ. 218.
  28. West 1995, σελ. 32.
  29. Swain 2010, σελίδες 5–6.
  30. Dedijer 1952, σελ. 25.
  31. 31,0 31,1 Ridley 1994, σελ. 54.
  32. Swain 2010, σελ. 6.
  33. Ridley 1994, σελίδες 55–56.
  34. Vinterhalter 1972, σελ. 55.
  35. Swain 2010, σελίδες 6–7.
  36. 36,0 36,1 West 1995, σελ. 33.
  37. Vinterhalter 1972, σελ. 58.
  38. Ridley 1994, σελ. 43.
  39. 39,0 39,1 39,2 39,3 39,4 39,5 39,6 39,7 39,8 Swain 2010, σελ. 7.
  40. 40,0 40,1 Ridley 1994, σελ. 59.
  41. Ridley 1994, σελ. 62.
  42. Ridley 1994, σελίδες 62–63.
  43. West 1995, σελίδες 41–42.
  44. Gilbert 2004, σελ. 138.
  45. Frankel 1992, σελ. 331.
  46. West 1995, σελ. 42.
  47. Ridley 1994, σελ. 64.
  48. Ridley 1994, σελ. 65.
  49. Swain 2010, σελίδες 7–8.
  50. Ridley 1994, σελίδες 66–67.
  51. West 1995, σελ. 43.
  52. 52,0 52,1 52,2 52,3 Swain 2010, σελ. 8.
  53. 53,0 53,1 Ridley 1994, σελ. 67.
  54. West 1995, σελ. 44.
  55. Ridley 1994, σελίδες 67–68.
  56. Ridley 1994, σελ. 71.
  57. West 1995, σελ. 45.
  58. Ridley 1994, σελ. 76.
  59. Ridley 1994, σελ. 77.
  60. Ridley 1994, σελίδες 77–78.
  61. Vucinich 1969, σελ. 7.
  62. Trbovich 2008, σελ. 134.
  63. Swain 2010, σελ. 9.
  64. West 1995, σελ. 51.
  65. Vinterhalter 1972, σελ. 84.
  66. Ridley 1994, σελίδες 80–82.
  67. West 1995, σελ. 54.
  68. Ridley 1994, σελίδες 83–85.
  69. Ridley 1994, σελ. 87.
  70. Auty 1970, σελ. 53.
  71. West 1995, σελ. 56.
  72. Ridley 1994, σελίδες 88–89.
  73. Ridley 1994, σελίδες 90–91.
  74. Ridley 1994, σελίδες 95–96.
  75. Ridley 1994, σελ. 96.
  76. Ridley 1994, σελίδες 96–97.
  77. Ridley 1994, σελίδες 98–99.
  78. West 1995, σελ. 57.
  79. Ridley 1994, σελ. 101.
  80. Ridley 1994, σελίδες 102–103.
  81. West 1995, σελ. 59.
  82. Ridley 1994, σελίδες 103–104.
  83. Barnett 2006, σελίδες 36–39.
  84. Ridley 1994, σελ. 106.
  85. Ridley 1994, σελίδες 107–108 & 112.
  86. Ridley 1994, σελίδες 109–113.
  87. Ridley 1994, σελ. 113.
  88. Vinterhalter 1972, σελ. 147.
  89. Ridley 1994, σελίδες 114–115.
  90. 90,0 90,1 West 1995, σελ. 62.
  91. Ramet 2006, σελ. 151.
  92. Ridley 1994, σελίδες 116–117.
  93. Ridley 1994, σελίδες 117–118.
  94. Ridley 1994, σελ. 120.
  95. Ridley 1994, σελίδες 121–122.
  96. Ridley 1994, σελίδες 122–123.
  97. Ridley 1994, σελ. 124.
  98. Ridley 1994, σελίδες 126–127.
  99. 99,0 99,1 Ridley 1994, σελ. 129.
  100. 100,0 100,1 Banac 1988, σελ. 64.
  101. Ridley 1994, σελίδες 131–133.
  102. Ridley 1994, σελ. 134.
  103. West 1995, σελ. 63.
  104. Ridley 1994, σελίδες 134–135.
  105. West 1995, σελίδες 63–64.
  106. Ridley 1994, σελίδες 136–137.
  107. Ridley 1994, σελ. 137.
  108. Ridley 1994, σελίδες 138–140.
  109. Ridley 1994, σελίδες 140–141.
  110. Ridley 1994, σελ. 135.
  111. Tomasevich 2001, p. 52.
  112. Kocon 1988, p. 84.
  113. Roberts 1987, p. 24.
  114. Kurapovna, Marcia (2009). Shadows on the Mountain: The Allies, the Resistance, and the Rivalries That Doomed WWII Yugoslavia. John Wiley and Sons. σελ. 87. ISBN 0-470-08456-1. 
  115. Ramet 2006, p. 152–153.
  116. Richard C. Hall, War in the Balkans: An Encyclopedic History from the Fall of the Ottoman Empire to the Breakup of Yugoslavia (ABC-CLIO, 2014) p36, p350
  117. Ramet 2006, p. 157.
  118. «Rebirth In Bosnia». Time Magazine. 19 December 1943. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2009-05-04. https://web.archive.org/web/20090504080113/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,791223,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  119. 119,0 119,1 Tomasevich 2001, p. 104.
  120. Banac 1988, p. 44.
  121. Roberts 1987, p. 229.
  122. Ramet 2006, p. 158.
  123. Tomasevich 1969, p. 157.
  124. Dizdar, Zdravko; An Addition to the Research of the Problem of Bleiburg and the Way of the Cross
  125. Ramet, Sabrina P.· Matić, Davorka (2007). Democratic Transition in Croatia: Value Transformation, Education, and Media. Texas A&M University Press. σελ. 274. ISBN 1-58544-587-8. 
  126. Brunner, Borgna (1997). 1998 Information Please Almanac. Houghton Mifflin. σελ. 342. ISBN 0-395-88276-1. 
  127. Nolan, Cathal (2002). The Greenwood Encyclopedia of International Relations: S-Z. Greenwood Press. σελ. 1668. ISBN 0-313-32383-6. 
  128. Leffler, Melvyn P. (2009). The Cambridge History of the Cold War. Cambridge University Press. σελ. 201. ISBN 0-521-83719-7. 
  129. «Excommunicate's Interview». Time Magazine. 21 October 1946. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-02-19. https://web.archive.org/web/20110219224255/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,855498,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  130. «The Silent Voice». Time Magazine. 22 February 1966. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-10-08. https://web.archive.org/web/20101008075829/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,939610,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  131. Forsythe 2009, σελ. 47.
  132. «Ο ρόλος του Τίτο στον Εμφύλιο». 
  133. «No Words Left?». Time Magazine. 22 August 1949. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-10-29. https://web.archive.org/web/20101029204503/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,800593,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  134. Матонин, Евгений (2012). Иосип Броз Тито. Москва: Молодая гвардия. σελ. 125. ISBN ISBN 978-5-235-03531-7 Check |isbn= value: invalid character (βοήθεια). 
  135. Laar, M. (2009). The Power of Freedom. Central and Eastern Europe after 1945 (PDF). Centre for European Studies. σελ. 44. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 11 Νοεμβρίου 2013. 
  136. Medvedev, Zhores A.· Medvedev, Roy A.· Jeličić, Matej· Škunca, Ivan (2003). The Unknown Stalin. Tauris. σελίδες 61–62. ISBN 978-1-58567-502-9. 
  137. Tierney, Stephen (2000). Accommodating National Identity: New Approaches in International and Domestic Law - Page 17. Martinus Nijhoff Publishers. σελ. 17. ISBN 90-411-1400-9. 
    "Human rights were routinely suppressed..."
  138. No More: The Battle Against Human Rights Violations - Page 37, D. Matas, Canada, 1994. 
    "Human rights violations were observed in silence... It was not only that the wide list of verbal crimes flouted international human rights law and international obligations Yugoslavia had undertaken. Yugoslavia, a signatory to the International Covenant on Civil and Political Rights, paid scant regard to some of its provisions."
  139. Café Europa: Life After Communism, Slavenka Drakulic. Hachette. 
    "He was responsible for the massacre of war prisoners at Bleiburg and forced labour camps such as Goli Otok, for political prisoners and the violation of human rights"
  140. «Discrimination in a Tomb». Time. 18 June 1956. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-04. https://web.archive.org/web/20110604074048/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,862216,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  141. Broz Tito, Josip· Christman, Henry M. (1970). The Essential Tito. St. Martin's Press. σελ. 69. 
    "The truth is that it is, at best, disloyal and unobjective behavior towards our party and the country. The result of a terrible blunder. Now the whole issue has been blown up to monstrous proportions: in order to destroy the respect enjoyed by our party and its leaders and to strip the Yugoslav nations of their glory in their heroic struggle, in order to trample under foot all the great things our peoples have achieved by the tremendous sacrifices and by the rivers of blood they have shed, in order to destroy the unity of our party, which is the guarantor for the successful building of Socialism in our country and the creation of a happier life for our people." Josip Broz Tito, 18 August 1948
  142. «Film, discussion to focus on 1952 Slansky trials». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2013. 
  143. 143,0 143,1 «Socialism of Sorts». Time Magazine. 10 June 1966. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-23. https://web.archive.org/web/20110623051605/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,942012,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
    "Today, as the rest of Eastern Europe begins to catch on, Yugoslavia remains the most autonomous, open, idiosyncratic and unCommunist Communist country anywhere on earth. ...Families are being encouraged by the Communist government to indulge in such capitalist practices as investing in restaurants, inns, shoe-repair shops and motels. ...Alone among Red peoples, Yugoslavs may freely travel to the West. ...Belgrade and the Vatican announced that this month they will sign an agreement according new freedom to the Yugoslav Roman Catholic Church, particularly to teach the catechism and open seminaries."
  144. «Pathe News films of state visit». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2013. 
  145. «Josip Broz Tito Chronology». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Νοεμβρίου 2000. 
  146. Ιστορικό Λεύκωμα 1965, σελ. 102-103, Καθημερινή (1997)
  147. «Protests Mark Tito's Chile». Toledo Blade. Toledo, Ohio, USA. 23 September 1963. https://news.google.com/newspapers?nid=1350&dat=19630923&id=S7FOAAAAIBAJ&sjid=PQEEAAAAIBAJ&pg=7241,3185693. 
  148. Lučić, Ivica (2008). «Komunistički progoni Katoličke crkve u Bosni i Hercegovini 1945–1990». National Security and the Future. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2010. 
  149. Lees, Lorraine M. (2010). Keeping Tito Afloat: The United States, Yugoslavia, and the Cold War, 1945–1960. Penn State Press. σελίδες 233, 234. ISBN 0271040637. 
  150. «Unmeritorious Pardon». Time Magazine. 16 December 1966. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-02-01. https://web.archive.org/web/20110201193700/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,836660,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  151. Payne, Stanley (2011). Spain: A Unique History. Univ of Wisconsin Press. σελ. 227. ISBN 0299249336. 
  152. «Beyond Dictatorship». Time. 20 January 1967. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-04. https://web.archive.org/web/20110604074138/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,843306,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  153. «Still a Fever». Time. 25 August 1967. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-10-15. https://web.archive.org/web/20071015155726/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,841036,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  154. Binder, David (16 April 1969). «Tito Orders Quiet Purge of Generals». Dayton Beach Morning Journal. 
  155. «Tito's Daring Experiment». Time. 9 August 1971. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-06-04. https://web.archive.org/web/20110604074244/http://www.time.com/time/magazine/article/0,9171,903055-1,00.html. Ανακτήθηκε στις 27 April 2010. 
  156. Mitchell, Laurence (2010). Serbia. Bradt Travel Guides. σελ. 23. ISBN 1841623261. 
  157. Rogel, Carole (1998). The Breakup of Yugoslavia and the War in Bosnia. Greenwood Publishing Group. σελ. 16. ISBN 0313299188. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2013. 
  158. «Tito Greeted By Kennedy as Pickets March Outside». Spokane Daily Chronicle. Associated Press: σελ. 1. 17 October 1963. 
  159. «AMichener greets Tito on arrival in Canada». The Leader Post. Canadian Press: σελ. 46. 3 November 1971. 
  160. «Anti-Tito Protest Planned». Herald-Journal. Associated Press: σελ. A8. 5 March 1978. 
  161. Matas 1994, σελ. 34.
  162. Tell it to the world, Eliott Behar. Dundurn Press. 2014. ISBN 978-1-4597-2380-1. 
  163. Matas 1994, σελ. 36.
  164. Corbel 1951, σελίδες 173–174.
  165. Cook 2001, σελ. 1391.
  166. Matas 1994, σελ. 37.
  167. Finlan 2004.
  168. Matas 1994, σελ. 39.
  169. Frank N. Magill (1999). The 20th Century O-Z: Dictionary of World Biography, page 3694. Routledge. 
  170. «The Economy of Tito's Yugoslavia: Delaying the Inevitable Collapse». Ludwig von Mises Institute Canada. 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2018. 
  171. Yugoslavia: From "national Communism" to National Collapse: US Intelligence, page 312. National Intelligence Council. 2006. 
  172. Death of President Tito", An Phoblacht-Republican News (vol.2 n.19) 10 May 1980, p.9)
  173. Macnab, Geoffrey (2015-06-17). «Orson Welles centenary: A mix of reverence and disapproval». The Independent. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2015-09-06. https://web.archive.org/web/20150906030846/http://www.independent.co.uk/arts-entertainment/films/features/orson-welles-centenary-britain-has-tended-to-regard-the-citizen-kane-star-with-a-mix-of-reverence-and-disapproval-10324625.html. Ανακτήθηκε στις 2017-02-17. 
  174. «Carter Gives Tito Festive Welcome». Associated Press. 7 March 1978. 
  175. «Raj u koji Broz nije stigao». Blic. 2 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2010. 
  176. Jimmy Carter (4 Μαΐου 1980). «Josip Broz Tito Statement on the Death of the President of Yugoslavia». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2010. 
  177. Vidmar, Josip· Rajko Bobot· Miodrag Vartabedijan· Branibor Debeljaković· Živojin Janković· Ksenija Dolinar (1981). Josip Broz Tito – Ilustrirani življenjepis. Jugoslovenska revija. σελ. 166. 
  178. Ridley, Jasper (1996). Tito: A Biography. Constable. σελ. 19. ISBN 0-09-475610-4. 
  179. Anderson, Raymond H. (5 May 1980). «Giant Among Communists Governed Like a Monarch». The New York Times. http://graphics8.nytimes.com/packages/pdf/topics/tito-obit.pdf. 
  180. «Hallan un grabado de Goya en la casa de Tito y Milosevic en Belgrado». Terra. 28 Νοεμβρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Ιανουαρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2010. 
  181. «Status Muzeja istorije Jugoslavije». B92. 23 Απριλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2010. 
  182. «Bomb Topples Tito Statue». The New York Times. 28 Δεκεμβρίου 2004. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2010. 
  183. «Spremni smo braniti antifašističke vrijednosti RH». Dalje. 13 Δεκεμβρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2010. 
  184. «Thousands of Croats demand Tito Square be renamed». SETimes. 11 Φεβρουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Απριλίου 2010. 
  185. Online map of Serbia (search string: Maršala Tita)
  186. Bartulovič, Alenka. «Spomenik Josipu Brozu Titu v Velenju». Στο: Šmid Hribar, Mateja; Golež, Gregor; Podjed, Dan και άλλοι, επιμ (στα Slovenian). Enciklopedija naravne in kulturne dediščine na Slovenskem – DEDI [Encyclopedia of Natural and Cultural Heritage in Slovenia]. http://www.dedi.si/dediscina/325-spomenik-josipu-brozu-titu-v-velenju. Ανακτήθηκε στις 12 March 2012.  «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2018. CS1 maint: Unfit url (link)
  187. «Monument of Josip Broz». Tourist Information and Promotion Center Velenje. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2012. 
  188. «Slovenia-Maribor: Tito's Bridge (Titov most)». Maribor. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Απριλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2012. 
  189. «Saša S: Tito square smile in Koper». Pano. 8 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2012. 
  190. «Relay for Tito leaves montenegro en route to Belgrade». Balkan Insights. Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου 2013. 
  191. Cohen, Bertram D.· Ettin, Mark F.· Fidler, Jay W. (2002). Group Psychotherapy and Political Reality: A Two-Way Mirror. International Universities Press. σελ. 193. ISBN 0-8236-2228-2. 
  192. 192,0 192,1 «Naming Street After Tito Unconstitutional». Slovenia Times. 5 October 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-12-21. https://web.archive.org/web/20181221230506/http://www.sloveniatimes.com/naming-street-after-tito-unconstitutional. Ανακτήθηκε στις 2018-12-27. 
  193. «Text of the decision U-I-109/10 of the Constitutional Court of Slovenia, issued on 3 October 2011, in Slovenian language». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2018. 
  194. John R. Schindler: "Yugoslavia’s First Ethnic Cleansing: The Expulsion of the Danubian Germans, 1944–1946", pp 221–229, Steven Bela Vardy and T. Hunt Tooley, eds. Ethnic Cleansing in Twentieth-Century Europe (ISBN 0-88033-995-0).
  195. 195,0 195,1 Koprivica-Oštrić, Stanislava (1978). Tito u Bjelovaru. Koordinacioni odbor za njegovanje revolucionarnih tradicija. σελ. 76. 
  196. Barnett 2006, p. 39.
  197. Barnett 2006, p. 44.
  198. «Tito's ex wife Hertha Hass dies». Monsters and Critics. 9 Μαρτίου 2010. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2010. 
  199. «Titova udovica daleko od očiju javnosti». Blic. 28 Δεκεμβρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Δεκεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2010. 
  200. «U 96. godini umrla bivša Titova supruga Herta Haas». Večernji list. 9 Μαρτίου 2010. Ανακτήθηκε στις 29 Απριλίου 2010. 
  201. Borneman 2004, p. 160.
  202. «Γιοβάνκα Μπροζ: ξανά δίπλα στον στρατάρχη Τίτο». 
  203. ««Ο παππούς μου ο Τίτο δεν θα επέμενε ποτέ στο όνομα 'Μακεδονία'»». In.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2016. 
  204. Barnett 2006, p. 138.
  205. Draskovic, Milorad (1982). East Central Europe. Hoover Institution Press. σελ. 371. ISBN 0313299188. 
  206. «Titov avion leti za Indonežane». Blic. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2013. 
  207. Andric, Gordana. «The Blue Train». Balkan Insight. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2013. 
  208. Socialist Thought and Practice 11–12. 
  209. Dedijer 1953, p. 413.
  210. Sherwood 2013, p. 129.
  211. Aleksandar Matunović (1997). Enigma Broz – ko ste vi druže predsedniče?. Belgrade. 
  212. Vladimir Jokanović (3 Μαΐου 2010). «Titov život ostaje enigma». NSPM. 
  213. Vladan Dinić. «BILA SU TRI TITA». Svedok. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2019. 
  214. Πέταν, Ζαρκο (1996). Ο εύθυμος δικτάτορας. Αθήνα: Αστάρτη. σελίδες 15–16. ISBN 960-363-039-6 Check |isbn= value: checksum (βοήθεια). 
  215. «Is Yugoslav President Tito Really a Yugoslav?» (PDF). Cryptologic Spectrum. NSA. (b) (3)-P.L. 86-36. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 11 Μαΐου 2009. 
  216. «Ρώσος, Πολωνός ή Γιουγκοσλάβος ο Τίτο;». 19 Αυγούστου 2013. 
  217. Jozić, Željko (24 August 2013). «Tajna služba nije znala samo jednu sitnicu – da postoje kajkavci» (στα Croatian). Jutarnji list. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-04-29. https://web.archive.org/web/20160429233038/http://www.jutarnji.hr/tajna-sluzba-nije-znala-samo-jednu-sitnicu---da-postoje-kajkavci/1121913/. Ανακτήθηκε στις 2013-08-24. 
  218. Vladimir Dedijer, Tito Speaks, 1953, p. 80.
  219. Dedijer, p. 81
  220. 220,00 220,01 220,02 220,03 220,04 220,05 220,06 220,07 220,08 220,09 220,10 220,11 220,12 220,13 220,14 220,15 220,16 220,17 Badurina, Berislav· Saračević, Sead· Grobenski, Valent· Eterović, Ivo· Tudor, Mladen (1980). Bilo je časno živjeti s Titom. Vjesnik. σελ. 102. 
  221. «Diário Oficial da União» (στα Πορτογαλικά). Jusbrasil. 19 Σεπτεμβρίου 1963. Ανακτήθηκε στις 10 Νοεμβρίου 2012. 
  222. Recipients of Order of the Elephant Αρχειοθετήθηκε 12 June 2008 στο Wayback Machine.
  223. Omsa.org
  224. «Decorated with the Supreme Military Victory Order». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]