Μνημόσυνο
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Γενικά μνημόσυνο ονομάζεται η τελετή και ακολουθία που γίνεται στη μνήμη νεκρών. Συνήθως είναι θρησκευτική και συνοδεύεται με σχετικές δεήσεις προς ανάπαυση της ψυχής τους.
Θρησκευτικά μνημόσυνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το θρησκευτικό μνημόσυνο έχει δύο μορφές. Είτε ψάλλεται τρισάγιο στον τάφο του νεκρού είτε ψάλλεται επιμνημόσυνη δέηση στην εκκλησία μετά τη λειτουργία (συνήθως αμέσως πριν την απόλυση). Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο («τριήμερα») και στις εννιά ημέρες («εννιάμερα») από τον θάνατο του νεκρού (στις οποίες προσμετράται η ημέρα του θανάτου)[1]. Επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο «σαρανταήμερο» ή στα «σαράντα» (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες («τρίμηνα»), στους έξι μήνες («εξάμηνα») και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία όπου γίνεται και η εκταφή (αν απαιτείται). Αναγγέλεται στις εφημερίδες, αλλά και με ειδικά αγγελτήρια που επικολλούνται στην περιοχή - γειτονιά που ζούσε ο νεκρός.
Μετά το πέρας της τελετής του μνημοσύνου ακολουθεί το μοίρασμα κολλύβων στους συμμετέχοντες (όπως και στην κηδεία). Τα κόλλυβα ή «στερνά» είναι ένα γλύκισμα με κύρια συστατικά βρασμένο σιτάρι, σταφίδες και άλλα ηδύσματα καθώς και ζάχαρη. Αυτά λέγονται και «συγχώρια» επειδή καθένας που λαμβάνει για να φάει εύχεται τη συγχώρεση του νεκρού από τον Θεό με τη φράση «Θεός συγχωρέστον». Κόλλυβα μοιράζονται στο τρισάγιο.
Ψυχοσάββατο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στον εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, η προσευχή της Εκκλησίας κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένη στους κεκοιμημένους, σε ανάμνηση της καθόδου του Χριστού στον Άδη κατά το Μ. Σάββατο.
Σύμφωνα με την ορθόδοξη εκκλησία, τα επίσημα ψυχοσάββατα είναι δύο. Το ένα είναι το Σάββατο πριν την Κυριακή των Απόκρεω και το δεύτερο, το Σάββατο πριν την Κυριακή της Πεντηκοστής. Υπάρχουν επίσης τοπικά ψυχοσάββατα όπως στη Θράκη και τη Μακεδονία, το Σάββατο προ της εορτής του Αγίου Δημητρίου.
Κάθε Ψυχοσάββατο τελούνται τα μνημόσυνα της Εκκλησίας υπέρ των κεκοιμημένων "των επ' ελπίδι αναστάσεως ζωής αιωνίου, [...] ευσεβώς ορθοδόξων, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιερομόναχων, ιεροδιακόνων, μοναχών, μοναζουσών, πατέρων, προπατόρων, πάππων, προπάππων, γονέων, συζύγων, τέκνων, αδελφών και συγγενών ημών εκ των απ' αρχής και μέχρι των εσχάτων".
Η τάξη της ημέρας υπάρχει στο Τυπικό της Εκκλησίας (βλέπε π.χ. https://web.archive.org/web/20070917011837/http://www.typikon.gr/).
Η καθιέρωση του Ψυχοσάββατου είναι μια υπόμνηση ότι το σώμα θα αναστηθεί κατά την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, για να ενωθεί με την αθάνατη ψυχή σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Το Ψυχοσάββατο στη λαογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στη γιορτή των Αγ. θεοδώρων τιμούνται μαζί, οι μεγαλομάρτυρες Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων του 3ου αιώνα και Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης του 4ου αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεόδωρος ο Τήρων που ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν στρατιώτης επί Διοκλητιανού στο τάγμα των Τηρώνων (νεοσύλλεκτων), κατά τη διάρκεια λιμού στην περιοχή των Ευχαΐτων της Γαλατίας της Μικράς Ασίας, έθρεψε τον πληθυσμό μιας πόλης με κόλλυβα. Από τότε καθιερώθηκε να προσφέρονται στους ναούς, το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας των Νηστειών (και Ψυχοσάββατο), κόλλυβα.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η καθιέρωση των κόλλυβων συνδέεται με ένα θαύμα που έκανε ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων επί Ιουλιανού, που ήταν αντίθετος στη νηστεία των χριστιανών. Ο αυτοκράτορας, διέταξε τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης, όταν πλησίαζε η πρώτη εβδομάδα των νηστειών, να εξαφανίσουν από την αγορά κάθε είδους τρόφιμα και να αφήσουν μόνο τα ειδωλόθυτα, ώστε να αναγκαστούν οι χριστιανοί να φάνε από αυτά που προέρχονταν από τις θυσίες. Τότε ο άγιος Θεόδωρος παρουσιάστηκε ως οπτασία στον πατριάρχη Ευδόξιο και του φανέρωσε το σχέδιο του Ιουλιανού, υποδεικνύοντας του συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί, αντί για άλλη τροφή, κόλλυβα.
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα μνημόσυνα είναι πανάρχαιο έθιμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν τη συγγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών (Ιλιάδα Ι 497). Υπήρχαν μάλιστα και ιερείς αγύρτες που επισκέπτονταν τις οικίες των πλουσίων, ισχυριζόμενοι πως είχαν από τους θεούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες «ζώντων και νεκρών» με κατάλληλες γι΄ αυτές ιεροτελεστίες και θυσίες (Πλάτων, Πολιτεία Β' 364).
Οι αρχαίοι Έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την 3η, την 9η και την 30ή από της ημέρας θανάτου, καλούμενο το τελευταίο «τριακάς» όπου γινόταν και νεκρόδειπνο, καθώς και κατ’έτος κατά την επέτειο των γενεθλίων του αποθανόντος. Στο Άργος το πρώτο μνημόσυνο γινόταν υπέρ του νεκρού προς τιμή όμως του Απόλλωνα, το δε της 30ης προς τιμή του Ερμή. Γενικά σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τελούνταν μνημόσυνα καλούμενα «Νεκύσια» με προσφορές οίνου, ελαίου, αρωμάτων και με θυσία κόκορα ή κότας, χρώματος όμως κατά κανόνα μαύρου.
Σε αντίθεση με τους αρχαίους Έλληνες οι Εβραίοι φαίνεται πως δεν τηρούσαν παρόμοιο έθιμο. Στη Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται μόνο μια φορά παρόμοιο γεγονός στο Β' Μακκαβαίων (12, 43) όταν ο Ιούδας φέρεται πως έστειλε από λάφυρα πολέμου το χρηματικό ποσό των περίπου 2.000 δραχμών στο ναό της Ιερουσαλήμ για τέλεση μνημοσύνου "θυσίας" για τα αμαρτήματα των νεκρών Εβραίων που σκοτώθηκαν σε μάχη επειδή προς στιγμή είχαν παραπλανηθεί στην ειδωλολατρία που γι΄ αυτόν τον λόγο και σκοτώθηκαν!.
Συνεπώς σήμερα τα μνημόσυνα των Χριστιανών φαίνεται ότι αποτελούν ιστορική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού εθίμου, τόσο κατά πεποίθηση, όσο και κατά περιόδους τέλεσης. Περί των μνημοσύνων των πρώτων χριστιανών έχουν αναφέρει οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Αυγουστίνος, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Γρηγόριος Νύσσης κ.ά.
Αντίθετα η Καθολική Εκκλησία από του 6ου αιώνος παραδέχεται στο δόγμα της το "Καθαρτήριο Πύρ" και έτσι απομακρύνθηκε των αρχών που οι Πατέρες είχαν θεσπίσει σχετικά. Από τους Βυζαντινούς χρόνους η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία τηρεί κατά παράδοση τέλεση μνημοσύνων υπέρ αναπαύσεως των νεκρών κατά τη 3η ημέρα από του θανάτου (που σχετίζεται με την Ανάσταση), την 9η, την 40η (που σχετίζεται με την Ανάληψη), στη συμπλήρωση 3 μηνών, 6 μηνών και έτους. Μετά τη συμπλήρωση έτους τελούνται μνημόσυνα υπέρ όλων των νεκρών της οικογένειας, Βασιλέων και λαϊκών κατά τον εσπερινό της Παρασκευής των Απόκρεων ενώ την Παρασκευή της Τυροφάγου μόνο για τους κληρικούς, καθώς επίσης (και για όλους) το Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων (α' Σάββατο Νηστειών), το Σάββατο του Λαζάρου ως και στον εσπερινό της Παρασκευής της προηγουμένης του Ψυχοσαββάτου της Πεντηκοστής (κοινώς του Ρουσαλιού).
Ειδικότερα η Εκκλησία της Ελλάδος καθόρισε επιπλέον τη Γ' Κυριακή των Νηστειών (ή Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως) ετήσιο μνημόσυνο των «υπέρ πίστεως και Πατρίδος αγωνισαμένων και πεσόντων…». Παλαιότερα είχε επίσης καθορισθεί και η 29η Αυγούστου ετήσιο μνημόσυνο για τους πεσόντες εναντίον των συμμοριτών.
Εκκλησιαστικό δίκαιο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύμφωνα με τους κανόνες της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας τα μνημόσυνα τελούνται από αρχιερείς (αρχιερατικά μνημόσυνα) ή ιερείς μόνο υπέρ νεκρών Χριστιανών. Απαγορεύονται ρητά σε αφορισμένους, αυτόχειρες και μονομάχους, εκτός αν μετανόησαν ειλικρινά, πριν επέλθει το τέλος, ή εάν αποδειχθεί για τους αυτόχειρες ότι ενήργησαν όχι με "σώας τας φρένας".
Άλλα μνημόσυνα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Εκτός της θρησκευτικής νεκρώσιμης ακολουθίας κάθε αναφορά σε γεγονότα της ζωής νεκρού μπορεί να χαρακτηρισθεί ως μνημόσυνο, π.χ. φιλολογικό, πολιτικό, νομικό, επιστημονικό, εθνικό μνημόσυνο.
Ιδιαίτερα το «πολιτικό μνημόσυνο» χρησιμοποιείται προς αποφυγή θρησκευτικής τελετής.
Αναγγελία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Του μνημοσύνου προηγείται ανάρτηση σχετικού αγγελτηρίου παρόμοιου με το νεκρόσημο, διά του οποίου αναγγέλλεται το μνημόσυνο στη συνοικία του αποθανόντος.
Μνημόσυνο επισκόπου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην εκκλησιαστική ορολογία, το μνημόσυνο έχει και άλλη χρήση. Πρόκειται για μια λειτουργική ευχή, που εκφωνεί ο λειτουργός κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας, αναφέροντας το όνομα του επιχωρίου επισκόπου ή του επισκόπου στου οποίου τη δικαιοδοσία υπάγεται, τον οποίο αναγνωρίζει ως κανονικό του προϊστάμενο και τον ομολογεί ως φορέα της ορθόδοξης πίστης και συνεχιστή της Αποστολικής παράδοσης της Εκκλησίας. Ανεξάρτητα από το αξίωμα, που κατέχει ο μνημονευόμενος αρχιερέας (Επίσκοπος, Μητροπολίτης, Αρχιεπίσκοπος, Πατριάρχης), η ευχή έχει ως εξής:
- «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου (καί Πατρός) ἡμῶν (δεῖνος), ὃν χάρισαι ταῖς ἁγίαις σου Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῷον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καὶ ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας».
Η παραπάνω ευχή εκφωνείται και όταν ο λειτουργός είναι επίσκοπος, μνημονεύοντας τον προϊστάμενό του (μητροπολίτη, αρχιεπίσκοπο ή πρόεδρο Συνόδου), δηλώνοντας τη συνέχεια της Εκκλησίας. Όταν τελείται Θεία λειτουργία από Προκαθήμενο Αυτοκέφαλης Εκκλησίας ή μητροπολίτη των "Παλαιών Χωρών" στην Ελλάδα, τότε το μνημόσυνο διαφοροποιείται ως εξής:
- «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῆς ὀρθοτομούσης τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας»,
ενώ όταν τελείται Θεία λειτουργία από μητροπολίτη των "Νέων Χωρών" στην Ελλάδα, τότε το μνημόσυνο προσαρμόζεται ως εξής:
- «Ἐν πρώτοις, μνήσθητι, Κύριε, τοῦ ’Αρχιεπισκόπου καί Πατριάρχου ἡμῶν (τάδε) καί τῆς Ἱερᾶς ἡμῶν Συνόδου τῶν ὀρθοτομούντων τόν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας».
Στην περίπτωση, όπου ο λειτουργός δεν αναφέρει ονομαστικά την προϊσταμένη του αρχή, τότε η ευχή τροποποιείται ως εξής:
- «Ἐν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, πάσης ἐπισκοπῆς ὀρθοδόξων, τῶν ὀρθοτομούντων τὸν λόγον τῆς σῆς ἀληθείας».
Η παραπάνω ευχή εκφωνείται, συνήθως, ύστερα από διακοπή μνημοσύνου, όπου ο υφιστάμενος λειτουργός έχει διακόψει την εκκλησιαστική κοινωνία με τον προϊστάμενο επίσκοπό του, για λόγους πίστεως και όπως ορίζουν οι Κανόνες της Εκκλησίας.
Επίσης, το όνομα του επισκόπου μνημονεύεται σε όλες τις ιεροτελεστίες, τόσο κατά την εκφώνηση της Συναπτής δέησης:
- «Ὑπὲρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (δεῖνος), τοῦ τιμίου πρεσβυτερίου, τῆς ἐν Χριστῷ διακονίας, παντὸς τοῦ κλήρου καὶ τοῦ Λαοῦ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν»,
όσο και την εκφώνηση της Εκτενούς δέησης:
- «Ἔτι δεόμεθα ὑπὲρ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ἡμῶν (τοῦ δεῖνος)».
Ωστόσο, στις δύο αυτές ευχές δεν ομολογείται η ταύτιση πίστεως του μνημονεύοντα με τον μνημονευόμενο.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Εγκυκλοπαιδικό λεξικό Ηλίου, τ.13
- Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Δρανδάκη.
- Β. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία απ' αρχής μέχρι σήμερον, Αθήναι 1948
- Ελευθερία Παπαγιάννη, "Περί «ψυχικών» και «μνημοσύνων»: το νομικό υπόβαθρο μιας ηθικής υποχρέωσης", Αντίδωρο στον Ομότιμο Καθηγητή μητροπολίτη Τυρολόης και Σερεντίου κ. Παντελεήμονα Ροδόπουλο - Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής, τ. 13, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2008, σ. 171-187
- Ιωάννης Κονιδάρης, "«Μνημόσυνα» - «Ψυχικά» και η Εξάβιβλος του Κ. Αρμενόπουλου", «Χριστιανική Θεσσαλονίκη: Ταφές και Κοιμητήρια», Πρακτικά Η΄ Επιστημονικού Συμποσίου, 6-8 Οκτωβρίου 1994, Θεσσαλονίκη 2005, σσ. 57-64
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Πρωτοπρεσβ. Παχυγιαννάκης Ευάγγελος. «Πότε γίνονται και πότε δεν γίνονται μνημόσυνα». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2017.