Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ρωμαϊκό ημερολόγιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Museum of the Roman Theater of Caesaraugusta in Zaragoza, Spain
Μία αναπαραγωγή τoy Μεγάλoυ Ημερολογίου από το Άντιον (Fasti Antiates Maiores), ένα ζωγραφισμένο στον τοίχο ημερολόγιο από την ύστερη Ρωμαϊκή Δημοκρατία.
Άλλη μία αναπαραγωγή ενός (αποσπασματικού) Fasti Antiates Maiores (π.  60 BC), με τον 7ο και τον 8ο μήνα να εξακολουθούν να ονομάζονται Quintilis ("QVI") και Sextilis ("SEX") και ένας ενδιάμεσος μήνας (intercalaris, "INTER") στην άκρα δεξιά στήλη.

Το ρωμαϊκό ημερολόγιο ήταν το ημερολόγιο που χρησιμοποιούσε το ρωμαϊκό Βασίλειο και η Δημοκρατία. Ο όρος συχνά περιλαμβάνει το Ιουλιανό ημερολόγιο, που καθιερώθηκε από τις μεταρρυθμίσεις του δικτάτορα Ιουλίου Καίσαρα και του αυτοκράτορα Αυγούστου στα τέλη της 1ου αι. π.Χ. και μερικές φορές περιλαμβάνει οποιοδήποτε σύστημα, που χρονολογείται με περιεκτική μέτρηση για τις καλένδες, νόνες και ειδούς των μηνών, με τον ρωμαϊκό τρόπο. Ο όρος συνήθως αποκλείει το Αλεξανδρινό ημερολόγιο της Ρωμαϊκής Αιγύπτου, το οποίο συνέχιζε τους ιδιαίτερους μήνες του προηγούμενου ημερολογίου αυτής της χώρας, το Βυζαντινό ημερολόγιο της μεταγενέστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το οποίο συνήθως χρονολογούσε τους ρωμαϊκούς μήνες με την απλή καταμέτρηση των αρχαίων ελληνικών ημερολογίων, και το Γρηγοριανό ημερολόγιο, το οποίο βελτίωσε το Ιουλιανό σύστημα, για να το φέρει σε ακόμη πιο ακριβή ευθυγράμμιση με το τροπικό έτος.

Οι ρωμαϊκές ημερομηνίες μετρώντο περιεκτικά (δηλ. η πρώτη ημέρα πριν την εορτή μετράτο ως 2η ημέρα) και αριθμούσε πόσες ημέρες είμαστε πριν από τις τρεις κύριες ημέρες: την πρώτη του μήνα (καλένδες), μια ημέρα λίγο πριν από τα μέσα του μήνα (ειδοί) και οκτώ ημέρες -εννέα, μετρώντας περιεκτικά- πριν από αυτήν (νόνες). Το αρχικό ημερολόγιο αποτελείτο από δέκα μήνες, που ξεκινούσαν την άνοιξη με τον Μάρτιο, ενώ ο χειμώνας έμενε ως ένα αδιάθετο διάστημα ημερών. Το έτος απετελείτο από 38 εννεαήμερα (nundinal), καθένα από τα οποία σχημάτιζε μια οκταήμερη "εβδομάδα" (εννέα ημέρες μετρώντας περιεκτικά, εξ ου και το όνομα) που τελείωνε με θρησκευτικές τελετουργίες και μια λαϊκή αγορά. Η χειμερινή περίοδος χωρίστηκε αργότερα σε δύο μήνες, τον Januarius και τον Februarius. Στους μυθικούς πρώιμους βασιλείς Ρωμύλο και Νουμά Πομπίλιο αποδόθηκε από την παράδοση η καθιέρωση αυτού του πρώιμου σταθερού ημερολογίου, το οποίο φέρει ίχνη της προέλευσής του ως σεληνιακού ημερολογίου. Ειδικότερα οι καλένδες, οι νόνες και οι ειδοί φαίνεται, ότι προήλθαν από το πρώτο φως της σελήνης, του πρώτου τετάρτου και της πανσελήνου αντίστοιχα. Το σύστημα απέκλινε πολύ από το ηλιακό έτος και χρειαζόταν συνεχή παρεμβολή ημερών, για να κρατήσει τις θρησκευτικές εορτές και άλλες δραστηριότητες στην κατάλληλη εποχή. Αυτό είναι ένα τυπικό στοιχείο των σεληνιακών ημερολογίων. Αρχικά για δεισιδαιμονικούς λόγους, μια τέτοια παρέμβαση συνέβαινε μέσα στον μήνα Φεβρουάριο, και παρέμεινε ακόμη και όταν δεν θεωρούνταν πλέον ο τελευταίος μήνας. 

Μετά την ίδρυση της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, τα χρόνια άρχισαν να χρονολογούνται από τις υπατείες και ο έλεγχος της παρεμβολής παραχωρήθηκε στους αρχιερείς (pontifex), οι οποίοι τελικά έκαναν κατάχρηση της εξουσίας τους, επιμηκύνοντας τα χρόνια που ελέγχοντo από τους πολιτικούς τους συμμάχους και συντομεύοντας τα χρόνια της θητείας των αντιπάλων τους.  Έχοντας κερδίσει τον εμφύλιο πόλεμo με τον Πομπήιο, ο Ιούλιος Καίσαρας χρησιμοποίησε τη θέση του ως επικεφαλής αρχιερέας της Ρώμης, για να θεσπίσει μια ημερολογιακή μεταρρύθμιση το 46 π.Χ., κάνοντας συμπτωματικά το έτος της τρίτης του υπατείας να διαρκέσει 446 ημέρες. Προκειμένου να αποφευχθεί η αλλοίωση στις θρησκευτικές τελετές της Ρώμης, η μεταρρύθμιση πρόσθεσε όλες τις ημέρες της προς το τέλος των μηνών και δεν προσάρμοσε καμία νόνα ή ειδούς, ακόμη και σε μήνες που έφτασαν να έχουν 31 ημέρες. Το Ιουλιανό ημερολόγιο υποτίθεται ότι είχε μια δίσεκτη ημέρα (δύο φορές 6η) στις 24 Φεβρουαρίου (μια διπλή a. d. VI Kal. Mart. ή ante diem bis sextum Kalendas Martias) κάθε τέταρτο χρόνο, αλλά μετά τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα, οι ιερείς νόμιζαν ότι έπρεπε να χρησιμοποιήσουν περιεκτική μέτρηση και κατά λάθος πρόσθεταν τη δίσεκτη (bis sextum) ημέρα κάθε τρίτο χρόνο. Για να επαναφέρει το ημερολόγιο στη σωστή του θέση, ο Οκταβιανός Αύγουστος αναγκάστηκε να αναστείλει την παρεμβολή για μία ή δύο δεκαετίες. Το αναθεωρημένο ημερολόγιο παρέμεινε ελάχιστα μεγαλύτερο από το ηλιακό έτος. Όμως τον 16ο αι. η ημερομηνία του Πάσχα είχε μετατοπιστεί τόσο πολύ από την εαρινή ισημερία, που ο πάπας Γρηγόριος ΙΓ΄ διέταξε την προσαρμογή του ημερολογίου, με αποτέλεσμα το Γρηγοριανό ημερολόγιο.

Πίνακας του Ημερολογίου της Πραινέστης (Fasti Praenestini), που περιέχει τους μήνες Ιανουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο και Δεκέμβριο και ένα μέρος του Φεβρουαρίου.

Προϊστορικό σεληνιακό ημερολόγιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το αρχικό ρωμαϊκό ημερολόγιο πιστεύεται, ότι ήταν ένα σεληνιακό ημερολόγιο παρατήρησης των φάσεων της Σελήνης [1], του οποίου οι μήνες ξεκινούσαν από το πρώτο φως μετά από μια νέα σελήνη. Επειδή πρόκειται για σεληνιακό κύκλο διάρκειας 29 12 ημερών, τέτοιοι μήνες θα κυμαίνονταν μεταξύ 29 και 30 ημερών. Δώδεκα τέτοιοι μήνες θα ήταν 11 ημέρες λιγότερο από το ηλιακό έτος. Χωρίς προσαρμογή, ένα τέτοιο έτος θα αποκλίνει γρήγορα από την ευθυγράμμιση με τις εποχές, όπως συμβαίνει με το ισλαμικό ημερολόγιο. Δεδομένων των εποχικών πτυχών του μεταγενέστερου ημερολογίου και των σχετικών θρησκευτικών εορτών, αυτό προφανώς αποφευγόταν μέσω κάποιας μορφής παρεμβολής ή της αναστολής του ημερολογίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Το 8ήμερο (η "εβδομάδα") της Ρώμης (nundial), ήταν κοινό με τους Ετρούσκους, οι οποίοι το χρησιμοποιούσαν ως πρόγραμμα των βασιλικών ακροάσεων. Πιθανώς ήταν μέρος του πρώιμου ημερολογίου και αποδίδεται από τη ρωμαϊκή μυθολογία ποικιλοτρόπως στον Ρωμύλο και τον Σέρβιο Τούλλιο.

Μυθικό ημερολόγιο 10 μηνών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ίδιοι οι Ρωμαίοι περιέγραψαν το πρώτο τους οργανωμένο έτος, ως έτος με δέκα σταθερούς μήνες, ο καθένας από 30 ή 31 ημέρες . [2] [3] Μια τέτοια χρονική διαίρεση ταίριαζε στη γενική ρωμαϊκή πρακτική. [1] Οι τέσσερις μήνες των 31 ημερών ονομάζοντο «πλήρεις» (pleni) και οι έξι «μειωμένοι» (cavi).[4] Συνολικά είναι 304 ημέρες, που κάνουν ακριβώς 38 8ήμερα. Το σύστημα συνήθως λέγεται, ότι άφηνε τις υπόλοιπες 50 αδιάθετες ημέρες του έτους ως ανοργάνωτο "χειμώνας", αν και η χαμένη ιστορία του Λικίνιου Μάκερ προφανώς ανέφερε, ότι το παλαιότερο ρωμαϊκό ημερολόγιο χρησιμοποιούσε παρεμβολή [2] [3] και ο Μακρόβιος ισχυρίζεται, ότι το ημερολόγιο των 10 μηνών αφέθηκε να αποκλίνει, έως ότου οι καλοκαιρινοί και οι χειμερινοί μήνες δεν αντιστοιχούσαν με τις εποχές του έτους, οπότε εισήχθησαν πρόσθετες ημέρες στο ημερολόγιο, που δεν ανήκαν σε κανένα μήνα, έως ότου φάνηκε ότι τα πράγματα είχαν αποκατασταθεί στη σωστή τους θέση. [2] [3]

Αργότερα Ρωμαίοι συγγραφείς απέδωσαν αυτό το ημερολόγιο στον Ρωμύλο, [2] [3] τον πρώτο τους μυθικό βασιλιά και πολιτιστικό ήρωα, αν και αυτό ήταν κοινό με άλλες πρακτικές και παραδόσεις, των οποίων η προέλευση είχε χαθεί. Μερικοί μελετητές αμφιβάλλουν τελείως για την ύπαρξη αυτού του ημερολογίου, καθώς επιβεβαιώνεται μόνο στις ύστερες δημοκρατικές και αυτοκρατορικές πηγές και υποστηρίζεται μόνο από τα αταίριαστα ονόματα των μηνών από τον Σεπτέμβριο (= 7ος) έως τον Δεκέμβριο (= 10ος).[5] Ο Ρούπκε βρίσκει επίσης ύποπτη τη σύμπτωση της διάρκειας του υποτιθέμενου έτους του Ρωμύλου με τη διάρκεια των πρώτων δέκα μηνών του Ιουλιανού ημερολογίου.  [5]

Ημερολόγιο του Ρωμύλου
Ελληνικά Λατινικά Σημαίνει πλήθος
ημερών
[6][7]
Mάρτιος Mensis Martius μήνας του Mars (Άρη) 31
Απρίλιος Mensis Aprilis μήνας της Apru (Αφροδίτης)[8] 30 0
Μάιος Mensis Maius μήνας της Maia (Μαίας)[9] 31
Ιούνιος Mensis Iunius μήνας της Juno (Ήρας) 30
Ιούλιος Mensis Quin(c)tilis[10] 5ος μήναςh 31
Αύγουστος Mensis Sextilis 6ος μήνας 30
Σεπτέμβριος Mensis September 7ος μήνας 30
Οκτώβριος Mensis October 8ος μήνας 31
Νοέμβριος Mensis November 9ος μήνας 30
Δεκέμβριος Mensis December 10ος μήνας 30
σύνολο ημερών έτους: 304

Ωστόσο, παράλληλα με αυτήν υπήρχαν και άλλες παραδόσεις. Οι Παράλληλοι Βίοι του Πλουτάρχου αφηγούνται, ότι το ημερολόγιο του Ρωμύλου ήταν ηλιακό, αλλά τηρούσε τη γενική αρχή, ότι το έτος έπρεπε να διαρκέσει 360 μέρες. Οι μήνες τοποθετήθηκαν δευτερευόντως και τυχαία, με κάποιους να έχουν 20 ημέρες και άλλοι 35 ή περισσότερες.[11][12]

Δημοκρατικό ημερολόγιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το τεκμηριωμένο ημερολόγιο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας ήταν αρκετά διαφορετικό. Ακολούθησε το ελληνικό ημερολόγιο, υποθέτοντας έναν σεληνιακό κύκλο των 29 12 ημερών και ένα ηλιακό έτος με 12 12 συνοδικούς μήνες (συνολικά 368 34 ημέρες), το οποίο ευθυγραμμίζεται κάθε τέταρτο χρόνο μετά την προσθήκη δύο ενδιάμεσων μηνών.[4] Έτσι δύο μήνες προστέθηκαν στο τέλος των 10 μηνών, για να ενσωματωθεί και ο χειμώνας στο έτος, ο Ιανουάριος και ο Φεβρουάριος, πριν από έναν ενδιάμεσο μήνα, που εισαγόταν κάθε δύο χρόνια. Ο ενδιάμεσος μήνας ήταν μερικές φορές γνωστός ως Mercedonius.[4]

Η ανισότητα μεταξύ του σεληνιακού έτους των 12 συνοδικών μηνών (355 ημερών) και του τροπικού έτους των 365 14 ημερών οδηγούσαν κάθε τέσσερα χρόνια σε έλλειμα 10 14 × 4 = 41 ημερών.[4] Θεωρητικά, σε έναν 4ετή κύκλο, θα εισάγοντο 22 ημέρες στο 2ο έτος και 23 ημέρες στο 4ο.[4] Αυτό θα παρήγαγε ένα πλεόνασμα 4 ημερών κατά τη διάρκεια του 4ετούς κύκλου, δηλ. πλεόνασμα μίας ημέρας κάθε έτος.

Η μέθοδος διόρθωσης ήταν κάθε δεύτερο έτος να περικοπεί ο Φεβρουάριος κατά πέντε ημέρες και να τον ακολουθήσει ένας μήνας εμβόλιμος (mensis intercalaris) ο οποίος άρχιζε έτσι την επομένη της 23ης Φεβρουαρίου, και είχε 27 (εναλλάξ 28) ημέρες. Απέκτησε δικό του όνομα, Mercedonius, στους μετακλασικούς χρόνους. Στις 23 Φεβρουαρίου ήταν τα Terminalia (εορτή για τη λήξη του έτους) και σε μια κανονική χρονιά ήταν a.d. VII Kal. Mart. Έτσι, οι ημερομηνίες των εορτών των τελευταίων πέντε ημερών του Φεβρουαρίου διατηρήθηκαν [13], επειδή όντως ονομάζοντο και υπολογίζοντο συνολικά σε ημέρες πριν από τις καλένδες (την 1η) του Μαρτίου και αποτελούσαν παραδοσιακά μέρος της εορτής για το νέο έτος. Υπήρχε περιστασιακά μια καθυστέρηση μιας ημέρας (dies intercalaris), που εισαγόταν μεταξύ 23ης Φεβρουαρίου και της έναρξης του εμβόλιμου μήνα, για να αποφευχθεί μια σύγκρουση μεταξύ μίας συγκεκριμένης εορτής και μιας συγκεκριμένης ημέρας της εβδομάδας (για ένα άλλο παράδειγμα, βλ. Εβραϊκό ημερολόγιο § Κανόνες αναβολής του Ρος Χασανάχ). Οι ρωμαϊκές προλήψεις σχετικά με την αρίθμηση και τη σειρά των μηνών, φαίνεται ότι προέκυψαν από τις πυθαγόρειες αντιλήψεις σχετικά με το ότι οι μονοί αριθμοί έφερναν τύχη,[4] πχ οι 29 ή 31, όχι το 30.

Αυτές οι αλλαγές που προέρχονται από Πυθαγόρειες αντιλήψεις στο ρωμαϊκό ημερολόγιο, αποδίδονται γενικά από τους Ρωμαίους στον Νουμά Πομπίλιο, τον διάδοχο του Ρωμύλου και τον δεύτερο από τους επτά βασιλείς της αρχαίας Ρώμης, όπως και οι δύο νέοι μήνες του ημερολογίου. [2] [3] Οι περισσότερες πηγές πίστευαν, ότι είχε δημιουργήσει την παρεμβολή μαζί με το υπόλοιπο ημερολόγιό του.  Αν και ο Νουμάς του Λίβιου καθιέρωσε ένα σεληνιακό ημερολόγιο, ο συγγραφέας ισχυρίζεται, ότι ο βασιλιάς είχε θεσπίσει ένα 19χρονο σύστημα παρεμβολής, ισοδύναμο με τον Μετωνικό κύκλο, [14] αιώνες πριν από την ανάπτυξή του από Βαβυλώνιους και Έλληνες αστρονόμος. [α] Ο Πλούταρχος ισχυρίζεται, ότι ο Νουμάς έβαλε τέλος στο προηγούμενο χάος του ημερολογίου, χρησιμοποιώντας 12 μήνες με συνολικά 354 ημέρες -είναι η διάρκεια των σεληνιακών και ελληνικών ετών- και ανά δύο έτη ενδιάμεσους μήνες των 22 ημερών.[11][12]

Σύμφωνα με το έργο Περιοχαί του Λίβιου, η αρχή του υπατικού έτους άλλαξε το 153 π.Χ. από τον Μάρτιο στις 1 Ιανουαρίου, για να αντιμετωπιστεί μια εξέγερση στην Ισπανία.[16] Ο Πλούταρχος πίστευε, ότι ο Νουμάς ήταν υπεύθυνος για την τοποθέτηση του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου στο ημερολόγιο.[11][12] Ο Οβίδιος αναφέρει, ότι ο Ιανουάριος ήταν ο πρώτος μήνας και ο Φεβρουάριος ο τελευταίος, με τη σημερινή τους σειρά να οφείλεται στους Δέκα άνδρες (Decemviri). [17] [18] Ο Β. Βάρντε Φάουλερ πιστεύει, ότι οι Ρωμαίοι ιερείς συνέχισαν να αντιμετωπίζουν τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο ως τους τελευταίους μήνες του ημερολογίου σε όλη τη Δημοκρατική περίοδο. [19]

Ρωμαϊκό Ημερολόγιο Δημοκρατικής εποχής (π. 700 π.Χ. ή 450 π.Χ. – 46 π.Χ.)
Αγγλικά Λατινικά Σημαίνει πλήθος ημερών[2][3][11][12]
1ο
έτος
(κοινό)
2ο
έτος
(δίσεκτο)
3ο
έτος
(κοινό)
4ο
έτος
(δίσεκτο)
1. Ιανουάριος I. Mensis Ianuarius μήνας του Janus (Iανού)
29
29
29
29
2. Φεβρουάριος II. Mensis Februarius μήνας της Februa
28
23
28
24
  εμβόλιμος μήνας   Intercalaris Mensis (Mercedonius)   μήνας μισθοδοσίας  
27
 
27
3. Μάρτιος III. Mensis Martius μήνας του Mars (Άρη)
31
31
31
31
4. Απρίλιος IV. Mensis Aprilis μήνας της Αφροδίτης, από την οποία μπορεί να προέρχεται η Ετρουστική Apru
29
29
29
29
5. Μάιος V. Mensis Maius μήνας της Maia (Μαίας)
31
31
31
31
6. Ιούνιος VI. Mensis Iunius μήνας της Juno (Ήρας)
29
29
29
29
7. Ιούλιος VII. Mensis Quintilis 5ος μήνας του αρχαϊκού ημερολογίου
31
31
31
31
8. Αύγουστος VIII. Mensis Sextilis 6ος μήνας
29
29
29
29
9. Σεπτέμβριος IX. Mensis September 7ος μήνας
29
29
29
29
10. Οκτώβριος X. Mensis October 8ος μήνας
31
31
31
31
11. Νοέμβριος XI. Mensis November 9ος μήνας
29
29
29
29
12. Δεκέμβριος XII. Mensis December 10ος μήνας
29
29
29
29
Σύνολο ημερών έτους: 355 377 355 378

Σύμφωνα με τους μεταγενέστερους συγγραφείς Κενσορίνο και Mακρόβιο, για να διορθωθεί η αναντιστοιχία μεταξύ μηνών και εποχών λόγω της υπέρβασης μιας ημέρας του ρωμαϊκού μέσου έτους σε σχέση με το τροπικό έτος, η εισαγωγή του ενδιάμεσου μήνα τροποποιήθηκε σύμφωνα με έναν κύκλο 24 ετών: κοινό έτος (355 ημέρες), δίσεκτο έτος 23 ημέρες Φεβρουαρίου ακολουθούμενο από Μercedonius 27 ημερών (377 ημέρες), κοινό έτος, δίσεκτο έτος με 23 ημέρες Φεβρουαρίου ακολουθούμενο από Mερκεδόνιο 28 ημερών (378 ημέρες) και αυτό τέσσερις φορές, για τα πρώτα 16 χρόνια. Τα άλλα 8 χρόνια του κύκλου, η παρεμβολή κάθε 2ο έτος γινόταν με μήνα Μercedonius 27 ημερών, εκτός από το τελευταίο έτος, που δεν γινόταν παρεμβολή, δηλ. έτη με 355-377-355-377 και 355-377-355-355 ημέρες. Ως εκ τούτου, θα υπήρχε ένα τυπικό κοινό έτος, που ακολουθείται από ένα δίσεκτο έτος 377 ημερών για τα επόμενα 6 χρόνια και τα υπόλοιπα 2 χρόνια θα είναι διαδοχικά κοινά έτη. Το αποτέλεσμα αυτού του κύκλου 24 ετών ήταν μεγάλης ακρίβειας για την εποχή: 365,25 ημέρες, όπως φαίνεται από τον ακόλουθο υπολογισμό:

Η θητεία των υπάτων δεν ήταν πάντα ένα σύγχρονο ημερολογιακό έτος, αλλά οι κανονικοί ύπατοι εκλέγονταν ή διορίζονταν ετησίως. Ο παραδοσιακός κατάλογος των Ρωμαίων υπάτων που χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι για να χρονολογούν τα έτη τους, ξεκίνησε το 509 π.Χ..[20]

Η μεταρρύθμιση του Φλάβιου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γναίος Φλάβιος, γραμματέας (scriba) του τιμητή (censor) Αππ. Κλαύδιου Καίκου, εισήγαγε μια σειρά μεταρρυθμίσεων το 304 π.Χ.. [21] Η ακριβής φύση τους είναι αβέβαιη, αν και πιστεύεται ότι έτσι άρχισε η συνήθεια να δημοσιεύεται το ημερολόγιο ένα μήνα πριν, στερώντας από τους ιερείς μέρος της εξουσίας τους, αλλά επιτρέποντας ένα πιο συνεπές ημερολόγιο για τις επίσημες εργασίες. [22]

Η μεταρρύθμιση του Ιουλίου Καίσαρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιούλιος Καίσαρας, μετά τη νίκη του στον εμφύλιο πόλεμο και στη θέση του ως pontifex maximus, διέταξε μια αναμόρφωση του ημερολογίου το 46 π.Χ.. Αυτό ανέλαβε μια ομάδα λογίων, που προφανώς περιελάμβανε τον Σωσιγένη από την Αλεξάνδρεια[23] και τον Ρωμαίο Μ. Φλάβιο. [2] [3] Οι κύριες γραμμές του περιελάμβαναν την εισαγωγή δέκα επιπλέον ημερών σε όλο το ημερολόγιο και την τακτική παρεμβολή μιας δίσεκτης ημέρας κάθε τέταρτο έτος, για να φέρει το ρωμαϊκό ημερολόγιο σε ακριβή συμφωνία με το ηλιακό έτος. Το έτος 46 π.Χ. ήταν το τελευταίο του παλαιού συστήματος και περιελάμβανε 3 ενδιάμεσους μήνες, ο πρώτος που εισήχθη τον Φεβρουάριο και δύο ακόμη -Intercalaris Prior και Posterior- πριν τις καλένδες του Δεκεμβρίου.

Μεταγενέστερες μεταρρυθμίσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη δολοφονία του Καίσαρα, ο Μάρκος Αντώνιος έκανε τον μήνα γέννησης του Καίσαρα Quintilius (Πέμπτος) να μετονομαστεί σε Ιούλιο (Iulius) προς τιμήν του. Μετά την ήττα του Αντώνιου στο Άκτιο, ο Αύγουστος ανέλαβε τον έλεγχο της Ρώμης και, βρίσκοντας ότι οι ιερείς (λόγω της περιεκτικής καταμέτρησής τους) παρενέβαιναν κάθε τρίτο χρόνο αντί για κάθε τέταρτο, ανέστειλε την προσθήκη δίσεκτων ημερών στο ημερολόγιο για μία ή δύο δεκαετίες, έως ότου είχε αποκατασταθεί η σωστή θέση. Δείτε Ιουλιανό ημερολόγιο: σφάλμα δίσεκτου έτους. Στο 8 π.Χ. το δημοψήφισμα Νόμος του Πεκούβιου για τον μήνα Αύγουστο (Lex Pacuvia de Mense Augusto) μετονόμασε τον Sextilis σε Aύγουστο (Augustus) προς τιμήν εκείνου. [24] [2] [3] [β]

Σε μεγάλο βαθμό, αυτό το ημερολόγιο συνεχίστηκε αμετάβλητο υπό τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. (Οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν το σχετικό αλεξανδρινό ημερολόγιο, το οποίο ο Αύγουστος είχε προσαρμόσει από το περιπλανώμενο αρχαίο ημερολόγιο, για να διατηρήσει την ευθυγράμμισή του με αυτό της Ρώμης.) Μερικοί αυτοκράτορες άλλαξαν τα ονόματα των μηνών μετά τους ίδιους ή την οικογένειά τους, αλλά τέτοιες αλλαγές εγκαταλείφθηκαν από τους διαδόχους τους. Ο Διοκλητιανός ξεκίνησε τους 15ετείς κύκλους ινδικτιώνων (indictio) ξεκινώντας από την απογραφή του 297 [20] και αυτό έγιναν η απαιτούμενη μορφή για την επίσημη χρονολόγηση από τον Ιουστινιανό. Ο Κωνσταντίνος Α΄ καθιέρωσε επίσημα το 7ήμερο (εβδομάδα), καθιστώντας την Κυριακή επίσημη αργία το 321.  Η υπατική χρονολόγηση έγινε παρωχημένη μετά την εγκατάλειψη του διορισμού μη αυτοκρατόρων ως υπάτων το 541.[20] Η ρωμαϊκή μέθοδος αρίθμησης των ημερών του μήνα δεν έγινε ποτέ ευρέως διαδεδομένη στις εξελληνισμένες ανατολικές επαρχίες και τελικά εγκαταλείφθηκε από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία στο ημερολόγιό της.

Οι ρωμαϊκές ημερομηνίες καταμετρώντο περιεκτικά και δήλωναν πόσες ημέρες είμαστε πριν από τις τρεις κύριες ημέρες κάθε μήνα:[25]

  • Kαλένδαι (Kalendae, Kal.), η 1η ημέρα κάθε μήνα [25].
  • Νόναι (Nonae, Non.), η 7η ημέρα των "πλήρων μηνών" [26] [γ] και η 5η ημέρα των "μειωμένων μηνών",[25] 8η ημέρα (9η [nona] κατά τον περιεκτικό υπολογισμό των Ρωμαίων) πριν από τις ειδούς κάθε μήνα.
  • Ειδοί (Eidus ή Idus, Eid. ή Id.), η 15η ημέρα των "πλήρων μηνών" [26] και η 13η ημέρα των "μειωμένων μηνών",[25] μία ημέρα πριν από τα μέσα κάθε μήνα.

Αυτά πιστεύεται ότι αντικατοπτρίζουν ένα προϊστορικό σεληνιακό ημερολόγιο, με τις καλένδες να είναι η ημέρα της θέασης του πρώτου φωτός της νέας σελήνης, δηλ. μία ή δύο ημέρες μετά τη νέα σελήνη, τις νόνες να είναι η ημέρα του πρώτου τετάρτου της σελήνης και οι ειδοί η ημέρα της πανσελήνου. Η ημέρα των καλενδών κάθε μήνα ήταν ιερή, αφιερωμένη στη Juno (Ήρα) και η ημέρα των ειδών στον Jupiter (Δία). [17] [18] Την προηγούμενη ημέρα αυτών ήταν γνωστή ως παραμονή (pridie). Η επόμενη (postridie) εθεωρείτο ιδιαίτερα άτυχη.

Οι ημέρες του μήνα εκφράστηκαν στα πρώιμα λατινικά χρησιμοποιώντας την αφαιρετική του χρόνου, που δηλώνει χρονικά σημεία, στη συμβολική μορφή "η 6η προς τις Καλένδες του Δεκεμβρίου» (VI Kalendas Decembres).[26] Στα κλασικά λατινικά, αυτή η χρήση συνεχίστηκε για τις τρεις κύριες ημέρες του μήνα [27], αλλά οι άλλες ημέρες εκφράστηκαν ιδιωματικά στην αιτιατική, το οποίο συνήθως εξέφραζε μια χρονική διάρκεια, και πήρε τη μορφή "6η ημέρα πριν από τις Καλένδες του Δεκεμβρίου" (ante diem VI Kalendas Decembres). Αυτή η ανωμαλία μπορεί να ακολούθησε την αντιμετώπιση των ημερών στα ελληνικά, [28] αντανακλώντας την αυξανόμενη χρήση τέτοιων φράσεων ημερομηνίας ως απόλυτης φράσης ικανή να λειτουργήσει ως αντικείμενο άλλης πρόθεσης [26] ή απλώς προήλθε από μια λανθασμένη συμφωνία των dies με την πρόθεση ante μόλις μετακινήθηκε στην αρχή της έκφρασης.[26] Στα ύστερα λατινικά, αυτό το ιδίωμα μερικές φορές εγκαταλείφθηκε, για να χρησιμοποιηθεί ξανά η αφαιρετική του χρόνου.

Οι καλένδες ήταν η ημέρα πληρωμής των χρεών και τα λογιστικά βιβλία (kalendaria) που κρατούσαν οι Ρωμαίοι γι' αυτά έδωσε στα αγγλικά τη λέξη ημερολόγιο. Τα δημόσια ρωμαϊκά ημερολόγια ήταν τα fasti, τα οποία καθόριζαν τις θρησκευτικές εορτές και τις ημέρες που επιτρεπόταν τα δικαστήρια ή οι συνελεύσεις, για κάθε μήνα. Οι Ρωμαίοι σημείωναν κάθε ημέρα τέτοιων ημερολογίων με τα γράμματα: [29]

  • F (fastus, "επιτρέπεται") τις ημέρες κατά τις οποίες ήταν νόμιμη η κίνηση αγωγής στα δικαστήρια αστικού δικαίου (dies fasti , "επιτρεπόμενες ημέρες").
  • C (comitialis, "συνέλευσης") ημέρες fasti, κατά τις οποίες ο ρωμαϊκός λαός μπορούσε να κάνει συνελεύσεις (dies comitiales).
  • N (nefastus) τις ημέρες που απαγορεύονταν οι πολιτικές και δικαστικές δραστηριότητες (dies nefasti).
  • NP (αβέβαιο) [δ] σε επίσημες αργίες (feriae).
  • QRCF (αβέβαιο) [ε] τις ημέρες που ο "βασιλιάς" (rex sacrorum) μπορούσε να συγκαλέσει μια συνέλευση.
  • EN (endotercissus , μια αρχαϊκή μορφή intercissus , "μειώθηκε στο μισό") τις ημέρες που οι περισσότερες πολιτικές και θρησκευτικές δραστηριότητες απαγορεύονταν το πρωί και το βράδυ λόγω της προετοιμασίας ή της προσφοράς θυσιών, αλλά ήταν αποδεκτές για μια περίοδο στη μέση της ημέρας.

Κάθε ημέρα σημειωνόταν επίσης με ένα γράμμα από το 1ο (Α) έως το 8ο (Η) για να υποδείξει τη θέση της εντός του 8ημέρου (nundinal) των ημερών της αγοράς.

Ένα απόσπασμα του Ημερολογίου της Πραινέστης (Fasti Praenestini) για τον μήνα Απρίλιο (Απρίλης/Aprilis), που δείχνει τα γράμματα του 8ημέρου (nundial) στην αριστερή πλευρά.

Το 8ήμερο (nundinae) είχε επτά καθημερινές (εργάσιμες) ημέρες και μία ημέρα λαϊκής αγοράς (σαββατοκύριακου) στη Ρώμη, την Ιταλία και σε ορισμένα άλλα μέρη της ρωμαϊκής επικράτειας. Με τη ρωμαϊκή περιεκτική μέτρηση, η ημέρα αγοράς υπολογιζόταν ως "ένατη ημέρα" (nona dies > nundinae) αν και στην πραγματικότητα ήταν η όγδοη ημέρα. Επειδή τα δημοκρατικά και τα ιουλιανά χρόνια δεν διαιρούνταν ομοιόμορφα σε περιόδους οκτώ ημερών, τα ρωμαϊκά ημερολόγια περιλάμβαναν μια στήλη, που είχε για κάθε ημέρα του έτους ένα γράμμα για το 8ήμερο από το Α έως το Η, που σηματοδοτούσε τη θέση της στον κύκλο των 8 ημερών. Κάθε χρόνο, το γράμμα που χρησιμοποιείτο για τις λαϊκές αγορές μετατοπιζόταν 2-5 γράμματα κατά μήκος του κύκλου. Καθώς ήταν μία ημέρα που η πόλη γέμιζε από πληβείους της υπαίθρου, που επιτηρούντο από τους αγορανόμους (aediles) και είχαν σημαντικό ρόλο στη ρωμαϊκή νομοθεσία, η οποία υποτίθεται, ότι θα ανακοινωνόταν για τρία 8ήμερα (μεταξύ 17 και 24 ημερών) πριν από την έλευσή τους για να ψηφίσουν. Οι πατρίκιοι και οι πελάτες τους μερικές φορές εκμεταλλεύονταν αυτό το γεγονός ως ένα είδος κωλυσιεργίας, αφού οι τριβούνοι των πληβείων έπρεπε να περιμένουν άλλες τρεις εβδομάδες, εάν οι προτάσεις τους δεν μπορούσαν να ψηφιστούν πριν από τη δύση την ημέρα που ανακοινώνοντο. Προλήψεις προέκυψαν σχετικά με την κακή τύχη, που ακολουθούσε ένα 8ήμερο στις νόνες ενός μήνα ή, αργότερα, στην πρώτη μέρα του Ιανουαρίου. Η παρεμβολή υποτίθεται ότι χρησιμοποιήθηκε για να αποφευχθούν τέτοιες συμπτώσεις, ακόμη και μετά την Ιουλιανή μεταρρύθμιση του ημερολογίου.

Το 7ήμερο (εβδομάδα) άρχισε να τηρείται στην Ιταλία στην πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο, [31] καθώς οι ασκούμενοι και οι προσήλυτοι στις ανατολικές θρησκείες εισήγαγαν την ελληνιστική και βαβυλωνιακή αστρολογία, το εβραϊκό sabbath του Σαββάτου και τη Χριστιανική Ημέρα του Κυρίου (Κυριακή). Το σύστημα αρχικά χρησιμοποιήθηκε για ιδιωτική λατρεία και αστρολογία, αλλά αντικατέστησε το 8ήμερο, από τη στιγμή που ο Κωνσταντίνος έκανε την ημέρα του Ήλιου (dies Solis) επίσημη ημέρα ανάπαυσης το 321. Η εβδομάδα υπολογίστηκε επίσης ως ένας κύκλος γραμμάτων από το Α έως το Ζ. Αυτά προσαρμόστηκαν για χριστιανική χρήση ως κυριακά γράμματα.

Τα ονόματα των ρωμαϊκών μηνών αρχικά λειτουργούσαν ως επίθετα (π.χ. Januarius calendae, Ιανουαριανές καλένδες) προτού αντιμετωπιστούν ως ουσιαστικά από μόνα τους (π.χ. calendae Januarius, καλένδες του Ιανουαρίου). Μερικές από τις ετυμολογίες τους είναι γνωστές: ο Ιανουάριος και ο Μάρτιος τιμούν τους θεούς Janus (Ιανό) [32] και Mars (Άρη).[33] Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος τιμούν τον Ιούλιο Καίσαρα [34] και τον διάδοχό του Οκταβιανό Αύγουστο.[35] Οι μήνες Quintilis,[36] Sextilis,[37] September,[38] Οctober,[39] Νovember,[40] και December [41] είναι αρχαϊκά επίθετα, που σχηματίζονται από τους τακτικούς αριθμούς από το 5 ως τo 10, με βάση τη θέση τους στο ημερολόγιο, όταν αυτό ξεκινούσε από την εαρινή ισημερία του Μαρτίου.[38] Άλλες είναι αβέβαιοι. Ο Φεβρουάριος μπορεί να προέρχεται από την εορτή Februa ή το ομώνυμο februa («καθαρμοί, εξιλαστήριες προσφορές»), το όνομα του οποίου μπορεί να ήταν Sabine ή μια αρχαϊκή λέξη για το sulphur [42] Ο Απρίλιος μπορεί να σχετίζεται με την ετρουσκική θεά Apru ή το ρήμα aperire ("ανοίγω") με την έννοια του ανθίζω. Ο Μάιος και ο Ιούνιος μπορεί να τιμούν τη Maia [43] και την Juno [44] ή να προέρχονται από αρχαϊκούς όρους για το "senior" και "junior". Μερικοί αυτοκράτορες προσπάθησαν να προσθέσουν στο ημερολόγιο το όνομά τους όπως ο Αύγουστος, αλλά χωρίς επιτυχία.

Στα κλασικά λατινικά, οι ημέρες κάθε μήνα συνήθως υπολογίζονταν ως:[27]

Hμέρα Αρχικοί μήνες
31 ημερών
Μαρ. Μάι. Ιούλ. Οκτ.[45]
Νέοι Ιουλιανοί μήνες
31 ηερών
Ιαν. Αυγ. Δεκ.[ζ]
Νέοι Ιουλιανοί μήνες
30 ημερών
Απρ. Ιούν. Σεπ. Νοε.[η]
Αρχικοί μήνες
29 ημερών
Ιαν. Απρ. Ιούν. Αύγ. Σεπ. Νοε. Δεκ.[θ]
Φεβρουάριος
1 Kal. Καλένδες
Kalendis
Kal. Kal. Kal. Feb.
2 a.d. VI Non. 4η ημέρα πριν τις νόνες
ante diem quartum Nonas
a.d. IV Non. a.d. IV Non. a.d. IV Non. Feb.
3 a.d. V Non. 3η ημέρα πριν τις νόνες
ante diem tertium Nonas
a.d. III Non. a.d. III Non. a.d. III Non. Feb.
4 a.d. IV Non. παραμονή των νονών
Pridie Nonas
Prid. Non. Prid. Non. Prid. Non. Feb.
5 a.d. III Non. Νόνες
Nonis
Non. Non. Non. Feb.
6 Prid. Non. 8η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem octavum Idus
a.d. VIII Eid. a.d. VIII Eid. a.d. VIII Eid. Feb.
7 Non. 7η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem septimum Idus
a.d. VII Eid. a.d. VII Eid. a.d. VII Eid. Feb.
8 a.d. VIII Eid. 6η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem sextum Idus
a.d. VI Eid. a.d. VI Eid. a.d. VI Eid. Feb.
9 a.d. VII Eid. 5η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem quintum Idus
a.d. V Eid. a.d. V Eid. a.d. V Eid. Feb.
10 a.d. VI Eid. 4η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem quartum Idus
a.d. IV Eid. a.d. IV Eid. a.d. IV Eid. Feb.
11 a.d. V Eid. 3η ημέρα πριν τις ειδούς
ante diem tertium Idus
a.d. III Eid. a.d. III Eid. a.d. III Eid. Feb.
12 a.d. IV Eid. παραμονή των ειδών
Pridie Idus
Prid. Eid. Prid. Eid. Prid. Eid. Feb.
13 a.d. III Eid. Eιδοί
Idibus
Eid. Eid. Eid. Feb.
14 Prid. Eid. 19η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem undevicesimum Kalendas
a.d. XVIII Kal. a.d. XVII Kal. a.d. XVI Kal. Mart.
15 Eid. 18η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem duodevicesimum Kalendas
a.d. XVII Kal. a.d. XVI Kal. a.d. XV Kal. Mart.
16 a.d. XVII Kal. 17η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem septimum decimum Kalendas
a.d. XVI Kal. a.d. XV Kal. a.d. XIV Kal. Mart.
17 a.d. XVI Kal. 16η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem sextum decimum Kalendas
a.d. XV Kal. a.d. XIV Kal. a.d. XIII Kal. Mart.
18 a.d. XV Kal. 15η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem quintum decimum Kalendas
a.d. XIV Kal. a.d. XIII Kal. a.d. XII Kal. Mart.
19 a.d. XIV Kal. 14η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem quartum decimum Kalendas
a.d. XIII Kal. a.d. XII Kal. a.d. XI Kal. Mart.
20 a.d. XIII Kal. 13η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem tertium decimum Kalendas
a.d. XII Kal. a.d. XI Kal. a.d. X Kal. Mart.
21 a.d. XII Kal. 12η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem duodecimum Kalendas
a.d. XI Kal. a.d. X Kal. a.d. IX Kal. Mart.
22 a.d. XI Kal. 11η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem undecimum Kalendas
a.d. X Kal. a.d. IX Kal. a.d. VIII Kal. Mart.
23 a.d. X Kal. 10η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem decimum Kalendas
a.d. IX Kal. a.d. VIII Kal. a.d. VII Kal. Mart.
24 a.d. IX Kal. 9η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem nonum Kalendas
a.d. VIII Kal. a.d. VII Kal. a.d. VI Kal. Mart.[ι]
25 a.d. VIII Kal. 8η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem octavum Kalendas
a.d. VII Kal. a.d. VI Kal. a.d. V Kal. Mart.
26 a.d. VII Kal. 7η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem septimum Kalendas
a.d. VI Kal. a.d. V Kal. a.d. IV Kal. Mart.
27 a.d. VI Kal. 6η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem sextum Kalendas
a.d. V Kal. a.d. IV Kal. a.d. III Kal. Mart.
28 a.d. V Kal. 5η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem quintum Kalendas
a.d. IV Kal. a.d. III Kal. Prid. Kal. Mart.
29 a.d. IV Kal. 4η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem quartum Kalendas
a.d. III Kal. Prid. Kal.
30 a.d. III Kal. 3η ημέρα πριν τις καλένδες
ante diem tertium Kalendas
Prid. Kal.
31 Prid. Kal. παραμονή των καλενδών
Pridie Kalendas

Οι ημερομηνίες μετά τις ειδούς αριθμούνται από το πόσο απέχουν από τις καλένδες του επόμενου μήνα και εκφράζονται ως τέτοιες. Για παράδειγμα, η 20 Μαρτίου εκφράζεται ως «η 13η ημέρα πριν από τις Καλένδες του Απριλίου» (a.d. XIV Kal. Apr.), χωρίς αναφορά στον ίδιο τον Μάρτιο. Η ημέρα πριν από τις καλένδες, νόνες ή ειδούς εκφραζόταν επίσης συχνά ως "προηγούμενη ημέρα" (postridie) λόγω της ειδικής ιδιότητάς τους ως ιδιαίτερα άτυχων, «μαύρων ημερών».

Η ανώμαλη κατάσταση των νέων μηνών των 31 ημερών σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο ήταν αποτέλεσμα της επιθυμίας του Καίσαρα να αποφύγει να επηρεάσει τις εορτές, που ήταν συνδεδεμένες με τις νόνες και τις ειδούς των διαφόρων μηνών. Ωστόσο, επειδή οι 19 τελευταίες ημέρες αριθμούνται από το πόσο απέχουν από τις επόμενες καλένδες, όλες μετατοπίστηκαν κατά μία ή δύο ημέρες λόγω της αλλαγής. Αυτό δημιούργησε σύγχυση σχετικά με ορισμένες επετείους: για παράδειγμα, τα γενέθλια του Αυγούστου στις 23 Σεπτεμβρίου ήταν a.d. VIII Kal. Oct. στο παλαιό ημερολόγιο, αλλά a.d. IX Kal. Oct. στο νέο σύστημα. Η ασάφεια προκάλεσε τη διεξαγωγή τιμητικών εορτών στη μία ή και στις δύο ημέρες.

Το Δημοκρατικό ημερολόγιο είχε μόνο 355 ημέρες, πράγμα που σήμαινε ότι δε θα συγχρονιζόταν γρήγορα με το ηλιακό έτος, μετακυλώντας, για παράδειγμα, αγροτικές εορτές εκτός εποχής. Η ρωμαϊκή λύση σε αυτό το πρόβλημα ήταν να επιμηκύνεται περιοδικά το ημερολόγιο, προσθέτοντας επιπλέον ημέρες εντός του Φεβρουαρίου. Ο Φεβρουάριος χωρίστηκε σε δύο μέρη, το καθένα με μονό αριθμό ημερών. Το πρώτο μέρος τελείωνε με τα Terminalia στις 23 Φεβρουαρίου (a.d. VII Kal. Mart.), που θεωρήθηκε το τέλος του θρησκευτικού έτους· οι πέντε υπόλοιπες ημέρες ξεκινούν με τη Φυγή του βασιλιά (Regifugium) στις 24 (a.d. VI Kal. Mart.) και αποτελούσε το δεύτερο μέρος, ενώ μεταξύ τους παρεμβαλόταν ο ενδιάμεσος μήνας (Μercedonius). Σε ένα τέτοιο έτος, οι ημέρες μεταξύ των ιδών και του Regifugium μετρούνταν αντίστροφα είτε με τις ενδιάμεσες καλένδες, είτε με τα Terminalia. Οι πρώτες ημέρες του ενδιάμεσου μήνα αριθμούντο από το πόσο πιο πριν ήταν από τις νόνες (5η ημέρα του μήνα) και ειδούς (13η ημέρα του μήνα), με τον τρόπο των άλλων σύντομων μηνών. Οι υπόλοιπες ημέρες του ενδιάμεσου μήνα αριθμούντο από το πόσο πιο πριν ήταν από τις καλένδες του Μαρτίου, έτσι ώστε το τέλος του Μercedonius και το δεύτερο μέρος του Φεβρουαρίου να μην ξεχωρίζουν από τους Ρωμαίους, ο ένας τελείωνε την a.d. VII Kal. Mart. και ο άλλος ξεκινούσε επομένη a.d. VI Kal. Mart. καιείχαν τις κανονικές εορτές των ημερομηνιών αυτών.

Προφανώς λόγω της σύγχυσης αυτών των αλλαγών ή της αβεβαιότητας ως προς το αν θα διαταχθεί ένας ενδιάμεσος μήνας, οι ημερομηνίες μετά τις ειδούς του Φεβρουαρίου αναφέρονται μερικές φορές στις πηγές να αριθμούνται από το πόσες ημέρες πιο πριν είναι από τα Quirinalia (17 Φεβ.), τα Feralia (1 Φεβ.), ή τα Terminalia (23 Φεβ.) και όχι τα ενδιάμεσα ή τις καλένδες Μαρτίου.

Ο συγγραφέας του 3ου αιών. Censorinus λέει:

Όταν θεωρήθηκε απαραίτητο να προστεθεί (κάθε δύο χρόνια) ένας ενδιάμεσος μήνας 22 ή 23 ημερών, έτσι ώστε το αστικό έτος να αντιστοιχεί στο φυσικό (ηλιακό) έτος, η παρεμβολή αυτή έγινε κατά προτίμηση τον Φεβρουάριο, μεταξύ των Terminalia [23η ] και Regifugium [24η].[46]

Ο συγγραφέας του 5ου αι. Μακρόβιος λέει, ότι οι Ρωμαίοι παρενέβαλαν 22 και 23 ημέρες εναλλάξ στα έτη (Saturnalia, 1.13.12) και η παρεμβολή τοποθετήθηκε μετά τις 23 Φεβρουαρίου και πριν από τις υπόλοιπες πέντε ημέρες του Φεβρουαρίου (Saturnalia, 1.13.15). Για να αποφευχθεί η νόνες να συμπέσουν με αργία (nundinum), παρεμβαλλόταν μια εμβόλιμη ημέρα «στο μέσο των Τerminalia, όπου μετά τοποθετούσαν τον ενδιάμεσο μήνα». [2]

Αυτό είναι ιστορικά σωστό. Το 167 π.Χ. ο ενδιάμεσος μήνας (Mercedonius) ξεκίνησε την επομένη της 23ης Φεβρουαρίου [47] και το 170 π.Χ. άρχισε τη δεύτερη ημέρα μετά τις 23 Φεβρουαρίου.[48] Ο Βάρρο, που γράφει τον 1ο αι. π.Χ., λέει ότι «ο δωδέκατος μήνας ήταν ο Φεβρουάριος και όταν γίνονται οι παρεμβολές, αφαιρούνται οι πέντε τελευταίες ημέρες αυτού του μήνα».[49] Δεδομένου ότι όλες οι ημέρες μετά την αντίστροφη μέτρηση των Ides of Intercalaris μέχρι τις αρχές Μαρτίου, η Intercalaris είχε είτε 27 ημέρες (συνολικά 377 για το έτος) ή 28 (378 για το έτος).

Υπάρχει μια άλλη θεωρία, που λέει ότι στα ενδιάμεσα έτη ο Φεβρουάριος είχε 23 ή 24 ημέρες και ο ενδιάμεσος (intercalaris) είχε 27. Δεν προσφέρεται ημερομηνία για το Regifugium για χρόνια 378 ημερών. [50] Ο Μακρόβιος περιγράφει μια περαιτέρω βελτίωση σύμφωνα με την οποία, σε μια περίοδο 8 ετών εντός ενός κύκλου 24 ετών, υπήρχαν μόνο τρία ενδιάμεσα έτη, το καθένα από 377μέρες. Αυτή η βελτίωση επαναφέρει το ημερολόγιο σε ευθυγράμμιση με τις εποχές και υπολογίζει τη μέση διάρκεια του έτους σε 365,25ημέρες άνω των 24χρόνια.

Ο Μέγιστος Αρχιερέας (Pontifex Maximus) καθόριζε, πότε επρόκειτο να εισαχθεί ένας ενδιάμεσος μήνας. Κατά μέσο όρο, αυτό συνέβη σε εναλλακτικά χρόνια. Το σύστημα ευθυγράμμισης του έτους μέσω των ενδιάμεσων μηνών κατέρρευσε τουλάχιστον δύο φορές: η πρώτη φορά ήταν κατά τη διάρκεια και μετά τον Β΄ Καρχηδονικό Πόλεμο. Οδήγησε στη μεταρρύθμιση του 191 π.Χ. με τον Ακιλιανός νόμο περί παρεμβολής, οι λεπτομέρειες του οποίου δεν είναι σαφείς, αλλά φαίνεται, ότι είχε ρυθμίσει με επιτυχία την παρεμβολή για περισσότερο από έναν αιώνα. Η δεύτερη κατάρρευση έγινε στα μέσα του 1ου αιώνα π.Χ. και μπορεί να σχετιζόταν με την ολοένα και πιο χαοτική και αντίπαλη φύση της ρωμαϊκής πολιτικής εκείνης της εποχής. Η θέση του Μεγίστου Αρχιερέα δεν ήταν δουλειά πλήρους απασχόλησης: το κατείχε ένα μέλος της ρωμαϊκής ελίτ, το οποίο θα εμπλεκόταν σχεδόν πάντα στις μηχανορραφίες της ρωμαϊκής πολιτικής. Επειδή η θητεία των εκλεγμένων Ρωμαίων αξιωματούχων ορίστηκε με όρους ρωμαϊκού ημερολογιακού έτους, ένας Μέγιστος Αρχιερέας θα είχε λόγους να παρατείνει ένα έτος στο οποίο αυτός ή οι σύμμαχοί του ήταν στην εξουσία, ή να συντομεύσει ένα έτος στο οποίο οι πολιτικοί του αντίπαλοι κατείχαν καθήκοντα.

Αν και υπάρχουν πολλές ιστορίες για την ερμηνεία της παρεμβολής, μια περίοδος 22 ή 23 ημερών είναι τα 3/4 του συνοδικού μήνα. Έτσι ο επόμενος μήνας μετά την παρεμβολή μετατοπίζεται προς τα εμπρός: η νέα σελήνη (που θα έπρεπε να συμπίπτει στις καλένδες) θα συμβαίνει στο τρίτο τέταρτο, και η πανσέληνος (που θα έπρεπε να συμπίπτει στις ειδούς) θα συμβαίνει στο πρώτο τέταρτο.

Τμήμα υπατικού καταλόγου της αυτοκρατορικής εποχής [51].

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, το μυθικό ημερολόγιο των 10 μηνών της αρχαίας Ρώμης διαρκούσε θεωρητικά 304 ημέρες, αλλά συνήθως το υπόλοιπο του ηλιακού έτους ολοκληρωνόταν με ένα μη οργανωμένο χειμερινό χρονικό διάστημα. Το μη επιβεβαιωμένο, αλλά σχεδόν βέβαιο σεληνιακό έτος και το προ-Ιουλιανό αστικό έτος είχαν διάρκεια 354 ή 355 ημερών, με τη διαφορά από το ηλιακό έτος να διορθώνεται λίγο πολύ από έναν ακανόνιστο ενδιάμεσο μήνα. Το Ιουλιανό έτος είχε 365 ημέρες, με μια δίσεκτη ημέρα που διπλασιαζόταν σε μήκος κάθε τέταρτο χρόνο, σχεδόν ισοδύναμη με το σημερινό Γρηγοριανό σύστημα.

Η ημερολογιακή εποχή πριν από και επί Ρωμαίων βασιλέων είναι αβέβαιη, αλλά η χρονολόγηση από το έτος ανάρρησης του βασιλιά ήταν κοινή στην αρχαιότητα. Επί Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, από το 509 π.Χ., τα έτη αριθμούντο συνηθέστερα από τους (τακτικούς) υπάτους.[20] Οι προσωρινοί και επίτιμοι ύπατοι μερικές φορές εκλέγοντο ή διορίζοντο, αλλά δεν χρησιμοποιούντο στη χρονολόγηση.[20] Οι υπατικοί κατάλογοι εμφανίζονται στα δημόσια ημερολόγια. Μετά τη θεσμοθέτηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι ημερομηνίες με βάση τη θητεία των αυτοκρατόρων έγιναν πιο συνηθισμένες. Μερικοί ιστορικοί της μεταγενέστερης δημοκρατίας και των πρώτων αυτοκρατορικών εποχών χρονολογούν από την ίδρυση της πόλης της Ρώμης (ab urbe condita ή AVC).[20] Η ημερομηνία που δίνει ο Βάρρων γι' αυτό ήταν το 753 π.Χ., αλλά άλλοι συγγραφείς χρησιμοποιούν διαφορετικές ημερομηνίες, που ποικίλλουν κατά αρκετές δεκαετίες. Τέτοια χρονολόγηση, ωστόσο, δεν ήταν ποτέ ευρέως διαδεδομένη. Όταν η σημασία των υπάτων μειώθηκε, οι περισσότερες ρωμαϊκές χρονολογήσεις ήταν με βάση το έτος του βασιλιά [20] ή ακολούθησαν τον 15ετή φορολογικό κύκλο του Διοκλητιανού (ινδικτιών, indictio).[20] Όμως αυτοί οι κύκλοι δεν ξεχώριζαν, έτσι το "2ο έτος της ινδίκτου" μπορεί να αναφέρεται σε οποιοδήποτε από τα έτη 313, 328, 343, κ.λπ.[20] Οι Ορθόδοξοι υπήκοοι της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας χρησιμοποίησαν διάφορες χριστιανικές αφετηρίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που βασίστηκαν στους διωγμούς του Διοκλητιανού, στην ενσάρκωση του Χριστού και στην υποτιθέμενη κτίση του κόσμου (το 5508 π.Χ.).

Οι Ρωμαίοι δεν είχαν αρχεία για τα πρώτα ημερολόγιά τους, αλλά -όπως οι σύγχρονοι ιστορικοί- υπέθεσαν, ότι το έτος ξεκινούσε αρχικά τον Μάρτιο με βάση τα ονόματα των μηνών που ακολούθησαν τον Ιούνιο. Ο ύπατος M. Φούλβιος Νομπίλιορ (υπάτευσε το 189 π.Χ.) έγραψε ένα σχόλιο για το ημερολόγιο στον Ναό του Ηρακλή των Μουσών (Hercules Musarum), που ισχυριζόταν, ότι ο Ιανουάριος είχε ονομαστεί για τον Ιανό, επειδή ο θεός αντιμετώπιζε και τις δύο πλευρές, [52]  υποδηλώνοντας ότι είχε καθιερωθεί ως πρώτος μήνας. Ωστόσο, συνήθως λέγεται ότι καθιερώθηκε μαζί με τον Φεβρουάριο, του οποίου η φύση και οι εορτές υποδηλώνουν, ότι αρχικά είχε θεωρηθεί ως ο τελευταίος μήνας του έτους. Η θητεία των υπάτων -και συνεπώς η σειρά των ετών υπό τη δημοκρατία- φαίνεται να έχει αλλάξει αρκετές φορές. Τα εγκαίνια της θητείας τους μεταφέρθηκαν τελικά την 1η Ιανουαρίου (Kal. Ian.) το 153 π.Χ., για να επιτρέψει στον Κ. Φούλβιο Νομπίλιορ να επιτεθεί στη Segeda στην Ισπανία κατά τη διάρκεια των Κελτο-ιβηρικών Πολέμων, πριν από τους οποίους ήταν στις 15 Μαρτίου (Eid. Mart.). [53] Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε, ότι η ημερομηνία εγκαινίων ήταν η 1 Μαΐου κατά τον 3ο αι. π.Χ. έως το 222 π.Χ.  και ο Τ. Λίβιος αναφέρει προηγούμενα εγκαίνια στις 15 Μαΐου (Eid. Mai.), 1 Ιουλίου (Kal. Qui.), 1 Αυγούστου (Kal. Sex.), 1 Οκτωβρίου (Kal. Oct.), και 15 Δεκεμβρίου (Eid. Dec.). [53]  ] Σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, το έτος άρχιζε την 1η Ιανουαρίου, αλλά το έτος ινδικτιώνος ξεκινούσε την 1η Σεπτεμβρίου.

Εκτός από το ξεχωριστό ημερολόγιο της Αιγύπτου, ορισμένες επαρχίες διατήρησαν τα αρχεία τους χρησιμοποιώντας μια τοπική περίοδο.[20] Η Αφρική χρονολόγησε τα αρχεία της διαδοχικά από το 39 π.Χ.,[20] η Ισπανία από 38 μ.Χ.  Αυτό το σύστημα χρονολόγησης συνεχίστηκε ως η ισπανική εποχή που χρησιμοποιήθηκε στη μεσαιωνική Ισπανία

Μετατροπή σε Ιουλιανές ή Γρηγοριανές ημερομηνίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συνέχεια των ονομάτων από το Ρωμαϊκό στο Γρηγοριανό ημερολόγιο μπορεί να οδηγήσει στη λανθασμένη πεποίθηση, ότι οι ρωμαϊκές ημερομηνίες αντιστοιχούν σε Ιουλιανές ή Γρηγοριανές. Στην πραγματικότητα, ο ουσιαστικά πλήρης κατάλογος των Ρωμαίων υπάτων επιτρέπει τη γενική βεβαιότητα για χρόνια πίσω από την ίδρυση της δημοκρατίας, αλλά η αβεβαιότητα ως προς το τέλος της σεληνιακής χρονολόγησης και η παρατυπία της ρωμαϊκής παρεμβολής σημαίνει, ότι οι ημερομηνίες που μπορούν να επαληθευτούν ανεξάρτητα είναι πάντα εβδομάδες έως μήνες έξω από τη «σωστή» θέση τους. Δύο αστρονομικά γεγονότα που χρονολογούνται από τον Λίβιο δείχνουν το ένα το ημερολόγιο 4 μήνες εκτός ευθυγράμμισης με την Ιουλιανή ημερομηνία το 190 π.Χ., και το άλλο 2 μήνες εκτός ευθυγράμμισης το 168 π.Χ. Έτσι, «το έτος της υπατείας του Πόπλιου Κορνήλιου Σκιπίωνα Αφρικανού και του Πόπλιου Λικίνιου Κράσσου», που συνήθως αναφέρεται ως «205 π.Χ.», στην πραγματικότητα ξεκίνησε στις 15 Μαρτίου 205 π.Χ. και τελείωσε στις 14 Μαρτίου 204 π.Χ. σύμφωνα με το ρωμαϊκό ημερολόγιο, αλλά μπορεί να ξεκίνησε ήδη από τον Νοέμβριο ή τον Δεκέμβριο του 206 π.Χ. λόγω της κακής ευθυγράμμισής του. Ακόμη και μετά την καθιέρωση του Ιουλιανού ημερολογίου, τα δίσεκτα έτη δεν εφαρμόστηκαν σωστά από τους Ρωμαίους ιερείς, πράγμα που σημαίνει ότι οι ημερομηνίες απέχουν λίγες μέρες από τη «σωστή» θέση τους, μέχρι μερικές δεκάδες ημερών στη βασιλεία του Αυγούστου.

Λόγω της έλλειψης αρχείων σχετικά με την κατάσταση του ημερολογίου και των παρεμβολών του, οι ιστορικοί έχουν ανακατασκευάσει την αντιστοιχία των ρωμαϊκών ημερομηνιών με τα ισοδύναμα του Ιουλιανού και του Γρηγοριανού από διαφορετικές πηγές. Υπάρχουν λεπτομερείς αναφορές των δεκάδων ημερών, που οδήγησαν στην Ιουλιανή μεταρρύθμιση, ιδιαίτερα οι ομιλίες και οι επιστολές του Κικέρωνα που επιτρέπουν μια ακριβή χρονολόγηση από το 58 π.Χ. περίπου. Οι αργίες (nundinae) και μερικοί γνωστοί συγχρονισμοί -π.χ. μια ρωμαϊκή ημερομηνία που δίνεται και με το αττικό ημερολόγιο και την Ολυμπιάδα- χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία αμφισβητούμενων χρονολογιών από την έναρξη του Α΄ Καρχηδονιακού Πολέμου το 264 π.Χ. Πριν από αυτό, οι ημερομηνίες είναι περίπου γνωστές με βάση ενδείξεις, όπως οι ημερομηνίες συγκομιδής και οι εποχιακές θρησκευτικές εορτές.

  1. This equivalence was first described by Stanyan in his history of ancient Greece.[15]
  2. There are some documents which state the month had been renamed as early as 26 or 23 BC, but the date of the Lex Pacuvia is certain.
  3. The original 31-day months of the Roman calendar were March, May, Quintilis or July, and October.
  4. The NP days are sometimes thought to mark days when political and judicial activities were prohibited only until noon, standing for nefastus priore.
  5. The QRCF days are sometimes supposed, on the basis of the Fasti Viae Lanza which gives it as Q. Rex C. F., to stand for "Permissible when the King Has Entered the Comitium" (Quando Rex Comitiavit Fas).[30]
  6. The 31-day months established by the Julian reform were January, Sextilis or August, and December. The other 31-day months of the Julian calendar continued to use the old system, with their Nones on the 7th and Ides on the 15th.
  7. The 30-day months established by the Julian reform were April, June, September, and November.
  8. The 29-day months of the calendar prior to the Julian reform were January, April, June, Sextilis, September, November, and December. After the Julian reform, February could have 29 days during a leap year but it was not reckoned according to this list until late in the imperial period. Instead, the sixth day before the March Kalends was initially treated as lasting for 48 hours.
  9. After the Julian reform, this day was reckoned to last 48 hours during a leap year.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. 1,0 1,1 Mommsen & al. (1864).
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 2,8 Macrobius.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 3,7 Kaster (2011).
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 Mommsen & al. (1864).
  5. 5,0 5,1 Rüpke (2011).
  6. Macrobius, Book I, Ch. 12, §3.
  7. Kaster (2011), σελ. 137.
  8. «April». Dictionary.com Unabridged. Randomhouse Inc. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2018. 
  9. «May». Dictionary.com Unabridged. Randomhouse Inc. Ανακτήθηκε στις 9 Ιανουαρίου 2018. 
  10. Blackburn & al. (1999), σελ. 669.
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 Plutarch. Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref> • όνομα " gossipgirl " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 Perrin (1914). Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref> • όνομα " worchestershire " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο
  13. Rüpke (2011)
  14. Roberts (1905).
  15. Stanyan (1707), σελ. 330.
  16. 47.13 and 47.14: "[47.13] In the five hundred and ninety-eighth year after the founding of the city, the consuls began to enter upon their office on 1 January. [47.14] The cause of this change in the date of the elections was a rebellion in Hispania."
  17. 17,0 17,1 Ovid.
  18. 18,0 18,1 Kline (2004).
  19. Fowler (1899).
  20. 20,00 20,01 20,02 20,03 20,04 20,05 20,06 20,07 20,08 20,09 20,10 Mathieson (2003).
  21. Michels (1949).
  22. Lanfranchi (2013).
  23. Pliny.
  24. Rotondi (1912).
  25. 25,0 25,1 25,2 25,3 Beck (1838).
  26. 26,0 26,1 26,2 26,3 26,4 Beck (1838).
  27. 27,0 27,1 Beck (1838).
  28. Smyth (1920).
  29. Scullard (1981).
  30. Rüpke (2011), σελίδες 26–27.
  31. Brind'Amour (1983).
  32. «January, n.», OED 
  33. «March, n.2», OED .
  34. «July, n.», OED 
  35. «August, n.», OED 
  36. «†quintile, n.2», OED .
  37. «sextile, adj. and n.», OED 
  38. 38,0 38,1 «September, n.», OED 
  39. «October, n.», OED 
  40. «November, n.», OED 
  41. «December, n.», OED 
  42. «February, n.», OED 
  43. «May, n.2», OED .
  44. «June, n.», OED 
  45. Oι αρχικοί μήνες των 31 ημερών του Ρωμαϊκού Ημερολογίου ήταν οι Martius, Maius, Quintilius ή Julius, October.
  46. Censorinus, The Natal Day, 20.28, tr.
  47. Livy 45.44.3.
  48. Livy 43.11.13.
  49. Varro, On the Latin language, 6.13, tr.
  50. Michels (1967).
  51. Corpus Inscriptionum Latinarum I, CIL VI.
  52. Varro.
  53. 53,0 53,1 Livy.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]