Μετάβαση στο περιεχόμενο

Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού προστατεύει τον ανταγωνισμό από περιορισμούς που του επιβάλλουν οι ίδιες οι επιχειρήσεις. Βασική αρχή του είναι ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων είναι η επιθυμητή κατάσταση στην αγορά και ότι πολλές φορές οι ίδιες οι επιχειρήσεις τον περιορίζουν με συμφωνίες ή με μονομερείς πρακτικές. Σε αυτές τις περιπτώσεις παρεμβαίνει ο νόμος απαγορεύοντας αυτές τις πρακτικές για να επαναφέρει συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά. Οι στόχοι του Δικαίου κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού καθορίζονται από την εκάστοτε Πολιτική του Ανταγωνισμού που ακολουθούν οι αρχές που το εφαρμόζουν.

Στα οικονομικά και στο Δίκαιο του ανταγωνισμού ανταγωνίστριες θεωρούνται επιχειρήσεις που βρίσκονται στην ίδια σχετική αγορά. Η σχετική αγορά ορίζεται από τη σκοπιά του αγοραστή. Δύο ή περισσότερα προϊόντα ανήκουν στη ίδια σχετική αγορά, όταν καλύπτουν τις ίδιες ανάγκες των αγοραστών και συνεπώς είναι ανταλλάξιμα μεταξύ τους. Η σχετική αγορά ορίζεται σε σχέση με το προϊόν, με τον τόπο και με το χρόνο.

Απαγορευμένες Συμφωνίες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρώτο κατά του οποίου στρέφεται το Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού είναι οι συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων. Οι επιχειρήσεις μπορούν να θέσουν τον μηχανισμό του ανταγωνισμού εκτός λειτουργίας με μεταξύ τους συμφωνίες, συμφωνώντας π.χ. να πουλάνε στις ίδιες τιμές ή κατανέμοντας τους πελάτες μεταξύ τους.

Οι συμφωνίες χωρίζονται σε οριζόντιες και κάθετες, ανάλογα με το αν οι συμβαλλόμενες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται στην ίδια βαθμίδα παραγωγής ή σε διαφορετικές. Οριζόντια π.χ. είναι μια συμφωνία μεταξύ δύο κατασκευαστών αυτοκινήτων, ενώ κάθετη είναι μια συμφωνία μεταξύ κατασκευαστή αυτοκινήτου και διανομέα. Οι οριζόντιες συμφωνίες είναι πολύ πιο επικίνδυνες από τις κάθετες, γιατί συνήθως έχουν ως στόχο ή ως αποτέλεσμα να συντονίσουν οι ανταγωνιστές τη δράση τους στην αγορά προς βλάβη του καταναλωτή. Κίνητρο των εταιριών να συνάπτουν οριζόντιες συμφωνίες είναι συνήθως το γεγονός πως ο ανταγωνισμός τούς κοστίζει και περιορίζοντάς τον με μεταξύ τους συμφωνίες μπορούν να επιτύχουν υψηλότερες τιμές με χαμηλότερο κόστος εκμεταλλευόμενοι όλοι μαζί την έλλειψη πλέον εναλλακτικών για τον αγοραστή. Διαφορετικά είναι τα πράγματα στις κάθετες συμφωνίες. Οι κάθετες συμφωνίες μπορεί να είναι θετικές, αν π.χ. ο παραγωγός θέλει να επιβάλει στους διανομείς μίνιμουμ απαιτήσεις ποιότητας (εκπαίδευση του προσωπικού, διαρρύθμιση του καταστήματος), μπορεί όμως να είναι και αρνητικές, αν τους επιβάλλει σε τι τιμές ή σε ποιους πελάτες θα πουλάνε.

Κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επιχειρήσεις που έχουν μεγάλο μερίδιο στην αγορά συνήθως δεν υπόκεινται στην πίεση του ανταγωνισμού. Οι καταναλωτές είναι υποχρεωμένοι ελλείψει εναλλακτικών να προμηθεύονται από αυτούς και οι ανταγωνιστές είναι πολύ μικροί για να τους απειλήσουν. Το Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού τούς απαγορεύει να καταχραστούν τη δεσπόζουσα θέση τους για να βλάψουν τους ανταγωνιστές ή τους καταναλωτές. Τους καταναλωτές μπορούν να τους βλάψουν χρεώνοντας υπερβολικές τιμές ή υποχρεώνοντάς τους να αποδεχθούν δυσμενείς όρους. Τους ανταγωνιστές μπορούν να τους βλάψουν με επιθετικές πολιτικές υποχρεώνοντας π.χ. τους καταναλωτές να προμηθεύονται μόνο από αυτούς ή δεσμεύοντάς τους για μεγάλο χρονικό διάστημα, οπότε οι ανταγωνιστές δεν έχουν πλέον αγοραστές.

Κατά το ευρωπαϊκό Δίκαιο Ανταγωνισμού δεν απαγορεύεται να αποκτήσει μια επιχείρηση δεσπόζουσα θέση· πολλές φορές είναι δείγμα υπεροχής των προϊόντων ή καλύτερης ανταπόκρισης στις ανάγκες του καταναλωτή. Λόγω της δεσπόζουσας θέσης όμως μιας επιχείρησης έχει η συμπεριφορά της μεγαλύτερη επίδραση στον ανταγωνισμό απ’ ότι η συμπεριφορά άλλων επιχειρήσεων. Αυτό που απαγορεύεται είναι η κατάχρησή της εις βάρος του ανταγωνισμού, των ανταγωνιστών και του καταναλωτή. Πράξεις που επιτρέπονται σε άλλες επιχειρήσεις απαγορεύονται σε δεσπόζουσες επιχειρήσεις λόγω των επιπτώσεών τους. Π.χ. υψηλές εκπτώσεις σε πιστούς πελάτες μπορεί να είναι δείγμα υγιούς ανταγωνισμού, όταν παρέχονται σε μια ανταγωνιστική αγορά. Όταν όμως παρέχονται από μια επιχείρηση με δεσπόζουσα θέση, ελλοχεύει ο κίνδυνος οι πελάτες να δεσμευτούν για μακρό διάστημα στη δεσπόζουσα επιχείρηση και να παγιωθεί η θέση της στην αγορά, στερώντας από άλλες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να επιβιώσουν στην αγορά.

Έλεγχος Συγχωνεύσεων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επειδή η δεσπόζουσα θέση μιας επιχείρησης στην αγορά δημιουργεί προβλήματα στον ανταγωνισμό, απαγορεύεται σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά να συγχωνευθούν, όταν από τη συγχώνευση προκύπτει μια εταιρεία με δεσπόζουσα θέση. Ενώ η ανάπτυξη μιας επιχείρησης σε βαθμό που να κατέχει δεσπόζουσα θέση δεν απαγορεύεται, καθώς μπορεί να αποτελεί δείγμα υγιούς ανταγωνισμού, απαγορεύεται η σύμπραξη περισσοτέρων ανταγωνιστών μεταξύ τους. Το αν η εταιρία που θα προκύψει από τη συγχώνευση θα έχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά, γίνεται προσπάθεια να προβλεφθεί με βάση το μέγεθος και το μερίδιο αγοράς των εταιριών κατά τη στιγμή της συγχώνευσης, τις συνθήκες της αγοράς και την ως τώρα εξέλιξή της. Οι συγχωνεύσεις μεταξύ ανταγωνιστών δεν είναι απαραίτητα αρνητικές για τον ανταγωνισμό. Μπορεί να συγχωνευθούν μικρότεροι ανταγωνιστές για να αντιμετωπίσουν καλύτερα μεγαλύτερους ή μπορεί η αγορά να απαιτεί ένα ελάχιστο μέγεθος. Στην αεροπορική βιομηχανία για παράδειγμα δύο μεγάλες εταιρίες μπορεί να είναι σε θέση να αναπτύξουν καλύτερα προϊόντα από πολλές μικρές, γιατί η έρευνα και τεχνολογία στον τομέα αυτό είναι πολύ ακριβή. Από την άλλη, αν δεν υπάρχει ανταγωνισμός στην αγορά, θα σταματήσουν οι εταιρίες να επενδύουν σε έρευνα και τεχνολογία. Ο έλεγχος των συγχωνεύσεων απαιτεί μια στάθμιση πολλών παραγόντων και μια πρόβλεψη για το μέλλον, που τον καθιστούν δύσκολο.

Ευρωπαϊκό Δίκαιο Ανταγωνισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ευρωπαϊκό Δίκαιο Ανταγωνισμού ρυθμίζεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, στα άρθρα 81 ως 86.

Το άρθρο 81 ΕΚ απαγορεύει τις συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων που έχουν σκοπό ή αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού. Το άρθρο αφορά τόσο οριζόντιες όσο και κάθετες συμφωνίες. Επειδή όμως πολλές συμφωνίες περιορίζουν τον ανταγωνισμό αλλά ωφελούν ταυτόχρονα τον καταναλωτή, η παράγραφος 3 του άρθρου 81 προβλέπει ότι από την απαγόρευση εξαιρούνται οι συμφωνίες που πληρούν τέσσερις προϋποθέσεις: α) οδηγούν σε βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των αγαθών ή ευνοούν την τεχνολογική πρόοδο, β) είναι αναγκαίες για την επίτευξη αυτής της βελτίωσης, γ) εξασφαλίζουν τη μεταβίβαση της ωφέλειας στον καταναλωτή και δ) δεν αποκλείουν εντελώς τον ανταγωνισμό. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να καθοδηγήσει τις εταιρίες, έχει εκδώσει «ομαδικές απαλλαγές συμφωνιών», ορίζοντας τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται σε κατηγορίες συμφωνιών όπως οι κάθετες συμφωνίες, οι συμφωνίες για τη μεταφορά τεχνολογίας, οι συμφωνίες στα δίκτυα διανομής αυτοκινήτου κλπ.

Το άρθρο 82 απαγορεύει την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης από μια ή περισσότερες επιχειρήσεις. Ως παραδείγματα αναφέρει τη μείωση της παραγωγής, με σκοπό να αυξηθούν τεχνητά οι τιμές, την επιβολή στους αγοραστές ιδιαιτέρως επαχθών όρων και την αυθαίρετη διάκριση μεταξύ καταναλωτών.

Κανονισμός Συγχωνεύσεων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Συνθήκη δεν υπάρχει άρθρο για την έλεγχο των συγχωνεύσεων. Ως το 1989 ελέγχονταν οι συγχωνεύσεις με βάση τα άρθρα 81 και 82. Επειδή όμως οι διατάξεις αυτές δεν επαρκούσαν, εξεδόθη το 1989 ο πρώτος κανονισμός συγχωνεύσεων. Το 2004 εξεδόθη ο νέος κανονισμός συγχωνεύσεων. Οι συγχωνεύσεις μεταξύ εταιριών οφείλουν πριν ολοκληρωθούν να δηλώνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όταν ο τζίρος των συμβαλλομένων εταιριών υπερβαίνει ένα όριο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφασίζει αν η συγχώνευση είναι βλαπτική ή όχι για τον ανταγωνισμό και αντίστοιχα την επιτρέπει ή την απαγορεύει.

Εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Δικαίου Ανταγωνισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρμόδιοι για την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Δικαίου Ανταγωνισμού είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τα εθνικά δικαστήρια. Συμφωνίες που παραβιάζουν το άρθρο 81 ΕΚ και δεν εμπίπτουν στην εξαίρεση της παραγράφου 3 είναι αυτοδικαίως άκυρες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού μπορούν να επιβάλλουν πρόστιμα σε εταιρίες που παραβιάζουν τα άρθρα 81 και 82. Ο έλεγχος των συγχωνεύσεων γίνεται αποκλειστικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Ελληνικό Δίκαιο Ανταγωνισμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ελληνικό Δίκαιο κατά των περιορισμών του Ανταγωνισμού ρυθμίζεται στο Νόμο 3959/2011 , ο οποίος σε μεγάλο βαθμό επαναλαμβάνει τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές ρυθμίσεις. Αρμόδιοι για την εφαρμογή του είναι η (ελληνική) Επιτροπή Ανταγωνισμού και τα δικαστήρια. Η ΕΑ έχει την εξουσία να επιβάλλει πρόστιμα σε επιχειρήσεις που παραβιάζουν το νόμο και αποκλειστική αρμοδιότητα να εγκρίνει ή απαγορεύει συγχωνεύσεις που υπάγονται στον ν. 3959/2011 αλλά δεν υπάγονται στον ευρωπαϊκό κανονισμό συγχωνεύσεων.